Από το τέλος του ψυχρού πολέμου, παρατηρείται ένας συγκεκριμένος ρυθμός στην αμερικανική πολιτική. Ένας πρόεδρος εκλέγεται, επιχειρεί να περάσει ένα ή δυο σημαντικά νομοθετήματα, προκαλεί επιθετική αντίδραση και χάνει τις πρώτες ενδιάμεσες εκλογές. Ο Μπιλ Κλίντον (1994), ο Μπαράκ Ομπάμα (2010) και ο Ντόναλντ Τραμπ (2018) γνωρίζουν αυτή τη ρουτίνα. Ο Τζορτζ Ου. Μπους δεν τη γνωρίζει, αλλά είχε πολλή καλή θέληση μετά την 11η Σεπτεμβρίου στο πλευρό του το 2022.
Έτσι, αν, όπως υποδηλώνουν οι δημοσκοπήσεις, οι Δημοκρατικοί του Τζο Μπάιντεν χάσουν ένα ή και τα δυο σώματα του Κογκρέσου στις 8 Νοεμβρίου, αυτό από μόνο του δεν θα σημάνει μια ιστορική επανευθυγράμμιση των Ρεπουμπλικάνων. Δεν θα εγγυηθεί στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα τον Λευκό Οίκο το 2024. Αν και ο Μπάιντεν άργησε να δει πως ο πληθωρισμός αποτελεί δημόσια ανησυχία, αυτό δεν θα σημάνει καν πως το κόμμα του πραγματοποίησε κακή προεκλογική εκστρατεία. Υπάρχει ένας κύκλος σε εξέλιξη και είναι δύσκολο να αποφευχθεί.
Αυτό που θα κάνει ένα Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο θα είναι να αλλάξει την Ουάσινγκτον. Ο Μπάιντεν, που υπήρξε νομοθέτης με πλούσια δράση, με νομοσχέδια για τις υποδομές και τις κοινωνικές δαπάνες, θα δει την ατζέντα του για το εσωτερικό των ΗΠΑ να επιβραδύνεται και, ενδεχομένως, να τελειώνει (ελπίζει για παράδειγμα να ενισχύσει τα δικαιώματα για τις αμβλώσεις μέσω νομοθετημάτων).
Οι Ρεπουμπλικάνοι θα ευνουχίσουν την έρευνα για την κατάληψη του Καπιτωλίου, και θα ξεκινήσουν νέες, δικές τους έρευνες για σκάνδαλα των Δημοκρατικών, πραγματικά ή φανταστικά. Το σίριαλ του ορίου του αμερικανικού χρέους μπορεί επίσης να επιστρέψει για έναν ακόμα επεισόδιο. Με αντάλλαγμα τις παραχωρήσεις σε άλλους τομείς, ένα Ρεπουμπλικανικό Κογκρέσο μπορεί να παρακρατήσει την άδεια για να αυξήσει το όριο του ομοσπονδιακού δανεισμού. Αυτό δημιουργεί διαταράξεις σε κανονικές εποχές. Σε μια ήδη τεταμένη στιγμή στις παγκόσμιες χρηματαγορές, αυτό ενέχει έναν επιπλέον κίνδυνο.
Χάρη στη διακομματική αποστροφή έναντι του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία, και των ομόφωνων ψηφοφοριών για ορισμένα ζητήματα, κάποιο από το δηλητήριο έχει φύγει από το Κογκρέσο τελευταία. Αλλά θα πρέπει να αναμένεται πως θα επιστρέψει. Δεν υπάρχει εγγύηση, καθώς ο χειμώνας θα «δαγκώνει» και η οικονομία θα σημειώνει κάμψη, πως θα επιβιώσει ακόμα και η συναίνεση για την Ουκρανία. Ο δημοκρατικός κόσμος θα πρέπει να ελπίζει πως θα επιβιώσει. Αλλά γεωπολιτικά, όπως και χρηματοοικονομικά, το στοίχημα αυτών των ενδιάμεσων εκλογών δεν θα μπορούσε να είναι υψηλότερο.
Υπάρχει ένας ακόμα λόγος γιατί το ξένο ακροατήριο θα αναλύουν τα αποτελέσματα των ενδιάμεσων εκλογών. Μπορεί να μην υπάρχει σε κανένα ψηφοδέλτιο, όμως ο Νόναλντ Τραμπ αιωρείται πάνω από αυτές τις εκλογές πολύ περισσότερο απ’ όσο οποιοσδήποτε άλλος που βρίσκεται στα ψηφοδέλτια. Αν οι υποψήφιοι που φέρουν τη σφραγίδα του πρώην προέδρου τα πάνε καλά, οι ήδη καλές πιθανότητες που έχει να κερδίσει την υποψηφιότητα των Ρεπουμπλικάνων το 2024 θα αυξηθούν. Αλλιώς -και το ιστορικό του ως υποστηρικτής είναι ανάμεικτο- οι δωρητές και οι αχυράνθρωποι των Ρεπουμπλικάνων, αν όχι η βάση, θα ψάξουν για εναλλακτική λύση, όπως τον κυβερνήτη της Φλόριντα Ρον ΝτεΣάντις. Ή, τουλάχιστον, αυτό ελπίζουν.
Είναι μια ελπίδα που θα πρέπει να τηρείται υπό έλεγχο. Ο Τραμπ ήδη αποτελεί αποδεδειγμένα εκλογικό βαρίδι για τους Ρεπουμπλικάνους. Τους οδήγησε σε συντριπτική ήττα στις ενδιάμεσες εκλογές πριν από τέσσερα χρόνια και έχασε τον Λευκό Οίκο το 2020. Τα ποσοστά αποδοχής του ως προέδρου ήταν μονίμως ισχνά. Και πάλι όμως οι ακτιβιστές τον λατρεύουν ενώ το κατεστημένο, ακόμα και αν κατ’ ιδίαν νοιώθει ναυτία, ωστόσο του κάνει τη χάρη. Είναι απολύτως πιθανό ο Τραμπ να κοστίσει στο κόμμα του πολλούς ψήφους στις ενδιάμεσες εκλογές και πάλι όμως να βγει αλώβητος.
Συνηθίζει να υποστηρίζει υποψηφίους και στη συνέχεια να τους αποκηρύσσει όταν τον βολεύει. Για παράδειγμα, αν ο Μεχμέτ Οζ, αυτός ο διακινητής της επιστήμης των κομπογιαννιτών, αποτύχει να γίνει γερουσιαστής της Πενσυλβάνια, περιμένετε να τον διαγράψει ως ανεπαρκή για να γίνει «ξανά Μεγάλη η Αμερική».
Το ίδιο ισχύει και για τον Τζέι Ντι Βανς στο Οχάιο. Αν ο Μπράιαν Κεμπ δεν καταφέρει να κρατήσει την πρωτιά του κυβερνήτη της Τζόρτζια (άλλη μια πολιτεία-κλειδί για το 2024), ο Τραμπ θα το χρεώσει στην απόκλισή του από τη λαϊκίστικη οδό. Είναι στη φύση των πολιτικών αιρέσεων να ερμηνεύουν τις πληροφορίες του πραγματικού κόσμου για να επιβεβαιώνουν τις υπάρχουσες προκαταλήψεις.
Η κακή υγεία και ποινικές διώξεις: αυτά τα πράγματα μπορεί να εκτροχιάσουν τον Τραμπ πριν από το 2024. Τα αποτελέσματα στις 8 Νοεμβρίου, όποια και αν είναι η πορεία τους, είναι απίθανο να είναι τόσο καθοριστικά.