Η χρηματοδότηση της εθνικής ανάκαμψης της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ουκρανίας θα κοστίσει 750 δισ. δολάρια όπως υπολογίζει ο πρωθυπουργός της χώρας Denys Shmyhal. Η ιστορία όμως δείχνει πως οι πρώιμες εκτιμήσεις είναι πιθανό να απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Το κόστος τείνει να κλιμακώνεται. Η διαφθορά μπορεί να σημαίνει ότι θα υπάρξει διαρροή κεφαλαίων, κυρίως από τη διεθνή αρωγή.
Η απώλεια ζωής, που είναι η μεγαλύτερη τραγωδία στον πόλεμο, είναι αναντικατάστατη. Τα σπίτια, τα σχολεία και τα υδραυλικά έργα μπορούν να ανοικοδομηθούν. Ο Shmyhal υπολογίζει 100 δισ. δολάρια για υποδομές. Η αποκατάσταση των διαλυμένων οικονομιών είναι πιο δύσκολη. Οι πόλεμοι ακρωτηριάζουν το εξωτερικό εμπόριο, την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Καταστρέφουν τον πλούτο και την οικονομική παραγωγή. Το κόστος συσσωρεύεται μαζί με τις ανάγκες για ασφάλεια και άμυνα, μαζί με τους εκτοπισμένους πολίτες που χρειάζονται τροφή, φάρμακα και στέγη.
Στον λογαριασμό προστίθεται επίσης η αποκατάσταση των εύθραυστων αστικών και χρηματοοικονομικών θεσμών. Ο Shmyhal οραματίζεται ένα τελικό στάδιο με στόχο τον «μακροπρόθεσμο μετασχηματισμό» της χώρας και της οικονομίας της.
Η Αμερική, που είναι ιστορικά ο μεγαλύτερος χορηγός βοήθειας, έδωσε τον τόνο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, γράφοντας μια επιταγή 13 δισ. δολαρίων για την ανάκαμψη της Ευρώπης. Προσαρμοσμένο για τον πληθωρισμό, το ποσό ανέρχεται σε 156 δισ. δολάρια. Το Σχέδιο Μάρσαλ δούλεψε με περίπου 1.000 δολάρια κατά κεφαλήν για τη Δυτική Ευρώπη. Ένα παρόμοιο ποσό μοιράστηκε στη Νότια Κορέα περίπου μια δεκαετία αργότερα.
Αλλά ακόμη και με την προσαρμογή στον πληθωρισμό, οι σύγχρονοι πόλεμοι είναι πολύ πιο δαπανηροί. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας είχε ως αποτέλεσμα έναν λογαριασμό άνω των 220 δισ. δολαρίων για την ανοικοδόμηση στο Ιράκ· ήταν ένα έργο που περιελάμβανε τη δημιουργία συστημάτων δικαιοσύνης και εκπαίδευσης. Τα συμβόλαια για τα πάντα, από τις νέες υποδομές έως τις τηλεπικοινωνίες και τα δικαιώματα ορυκτών, είναι συχνά τιμολογημένα λάθος.
Η ανάκαμψη, ειδικά για τα «αποτυχημένα κράτη», μπορεί να διαρκέσει δεκαετίες. Κατά μέσο όρο, όπως υπολογίζει ο ΟΟΣΑ, χρειάζονται 22 χρόνια για να επανέλθουν οι οικονομίες στα προπολεμικά επίπεδα εισοδήματος. Οι μακροχρόνιες εχθροπραξίες στη Συρία, στην Υεμένη και στο Μπουρούντι δείχνουν το κόστος. Μέχρι το 2013, οι μισοί εργάτες της Συρίας ήταν άνεργοι, από 8% που ήταν το αντίστοιχο ποσοστό το 2010. Οι μισοί μαθητές είχαν εγκαταλείψει το σχολείο. Τα ποσοστά φτώχειας ανέρχονται στο 90%. Ο υπερπληθωρισμός, πάνω από το 100%, αποτελεί περαιτέρω τροχοπέδη για την πρόοδο.
Η ιστορία υποδηλώνει επίσης πως είναι κακές οι αποδόσεις σε αυτή την επένδυση. Το Ιράκ και το Αφγανιστάν, που βρίθουν υπερτιμολογημένων συμβολαίων, δείχνουν τους κινδύνους. Το ίδιο και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Δεκαετίες μετά το τέλος του πολέμου, μια επίσημη επίσκεψη του ΟΗΕ στα τέλη του περασμένου έτους διαπίστωσε ότι η πρόοδος σταμάτησε εν μέσω διακυβέρνησης που χαρακτηρίζεται από αντιπαραθέσεις και πολιτικές διαπραγματεύσεις. Όλοι αυτοί οι πόλεμοι είχαν διαφορετικά προηγούμενα από αυτά του πολέμου στην Ουκρανία.
Η χώρα πρέπει να ελπίζει ότι και η ανάκαμψή της θα είναι και αυτή διαφορετική.