Στο Révolution, ένα βιβλίο που δημοσίευσε έξι μήνες πριν κερδίσει τις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας το 2017, ο Εμμανουέλ Μακρόν έγραψε ότι αν ο γαλλικός λαός δεν «συγκεντρωνόταν», η ακροδεξιά θα ήταν στην εξουσία σε πέντε ή δέκα χρόνια. Αυτή η ανησυχητική προοπτική, αν και δεν είναι η πιο πιθανή έκβαση των εκλογών του 2022, φαίνεται πιο κοντά στο να γίνει πραγματικότητα από οποιαδήποτε άλλη στιγμή στην 64χρονη ιστορία της Πέμπτης Δημοκρατίας.
Μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών την Κυριακή, ο Μακρόν και η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν θα αναμετρηθούν στον δεύτερο γύρο στις 24 Απριλίου. Το ίδιο ζευγάρι αναμετρήθηκε και το 2017. Αλλά όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια πολύ πιο αμφίρροπη αναμέτρηση από τον συντριπτικό θρίαμβο 66-34% που πέτυχε ο Μακρόν πριν από πέντε χρόνια.
Μια νίκη της Λεπέν θα είχε αντίκτυπο πολύ πέρα από τη Γαλλία. Θα ήταν ένα καταστροφικό πλήγμα για τη φιλελεύθερη δημοκρατία στον δυτικό κόσμο και θα βύθιζε την ΕΕ των 27 εθνών σε αναταραχή, ακριβώς όταν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είναι εστιασμένες στον αγώνα της Ουκρανίας απέναντι στην εθνικιστική, αυταρχική Ρωσία του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν.
Ο Μακρόν θα στηριχθεί στο γεγονός ότι το προβάδισμά του στον πρώτο γύρο έναντι της Λεπέν ήταν, σύμφωνα με τα exit polls, μεγαλύτερο από αυτό που κατάφερε το 2017. Επιπλέον, καμία δημοσκόπηση δεν έχει δείξει ότι η Λεπέν θα μπορούσε να νικήσει τον Μακρόν στον νοκ άουτ γύρο.
Ωστόσο, το χάσμα μεταξύ των δύο μειώθηκε απότομα τις τελευταίες εβδομάδες. Πριν από ένα μήνα, ο Μακρόν φαινόταν πιθανό να λάβει περίπου το 57% με 61% του δεύτερου γύρου και η Λεπέν το 40% με 43%. Την περασμένη εβδομάδα, τρεις δημοσκοπήσεις υπολόγισαν την ψήφο στον Μακρόν στο 50% με 51,5% και αυτή στη Λεπέν σε 48,5% με 49%. Επιτρέποντας ένα περιθώριο λάθους, η Λεπέν μπορεί να βρίσκεται κοντά στην ανατροπή.
Τα επιχειρήματα που συνδέονται με την ανικανότητα [της Λεπέν] ή την έλλειψη γνώσεών της δεν φαίνονται πλέον να πείθουν. Ο λόγος εν μέρει είναι ότι μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος δεν τη βλέπει πλέον ως επικίνδυνη ριζοσπάστη με παράξενες πολιτικές και ξεφτισμένες γνώσεις των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων της Γαλλίας. Μια έκθεση του αριστερού Ιδρύματος Jean-Jaurès κατέληξε στο συμπέρασμα: «Τα επιχειρήματα που συνδέονται με την ανικανότητά της ή την έλλειψη γνώσεών της δεν φαίνονται πλέον να πείθουν, σε μια εποχή που σε περιοχές της Γαλλίας τη θεωρούν εντελώς "προεδρική" και κοντά στον λαό... επομένως, είναι σε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση».
Ο Μακρόν σφράγισε τη νίκη του το 2017 με μια συνολική «αποδόμηση» της Λεπέν στο debate που διεξήχθη μεταξύ των δύο γύρων. Τώρα είναι λιγότερο σίγουρο ότι μια τέτοια παράσταση θα τον ωφελούσε στον ίδιο βαθμό. Η Λεπέν έχει εγκαταλείψει ορισμένες πολιτικές που την καθιστούσαν ευάλωτη, όπως η υπόσχεση να αποσύρει τη Γαλλία από την ευρωζώνη των 19 κρατών.
Αντίθετα, η εκστρατεία της ανέπτυξε αυξανόμενη δυναμική καθώς έχει επικεντρωθεί ακατάπαυστα σε ζητήματα κόστους ζωής, που έχουν γίνει πιο έντονα στο μυαλό των Γάλλων ψηφοφόρων από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο. Διατήρησε την επιρροή της στους εργάτες «μπλε κολάρου», που κάποτε ψήφισαν υπέρ της αριστεράς σε υποβαθμισμένες βιομηχανικές περιοχές και στους ανθρώπους σε επαρχιακές πόλεις και αγροτικές περιοχές που ήταν το επίκεντρο των διαδηλώσεων των «κίτρινων γιλέκων» το 2018.
Αντίθετα, ο Μακρόν δεν είναι πλέον το δυναμικό, φρέσκο αουτσάιντερ όπως ήταν το 2017, αλλά μάλλον ένας νυν πρόεδρος που ταυτίζεται στο μυαλό πολλών ψηφοφόρων με τις παριζιάνικες ελίτ και τα πλουσιότερα στρώματα της γαλλικής κοινωνίας. Οι επίπονες διπλωματικές προσπάθειές του πριν και κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία τού έδωσαν ώθηση για μερικές εβδομάδες, αλλά αυτό έκτοτε έχει ατονήσει. Η απόφασή του να μην μπει επίσημα στην κούρσα για την προεδρία μέχρι σχεδόν την τελευταία στιγμή έδωσε τη δυνατότητα στη Λεπέν να κάνει γρήγορη εκκίνηση.
Για να κερδίσει ο Μακρόν σε δύο εβδομάδες, θα χρειαστεί όσο το δυνατόν περισσότερους ψηφοφόρους από αριστερά, κέντρο και δεξιά, που θα συσπειρωθούν πίσω του στο λεγόμενο «ρεπουμπλικανικό μέτωπο» ενάντια στην ακροδεξιά απειλή. Αυτό λειτούργησε για τον Ζακ Σιράκ όταν επιβλήθηκε του Ζαν-Μαρί Λεπέν, πατέρα της Μαρίν, με 82% έναντι 18% το 2002. Σε μικρότερο αλλά αποφασιστικό βαθμό, λειτούργησε για τον Μακρόν το 2017. Όλος ο κόσμος θα παρακολουθεί να δει αν μπορεί να λειτουργήσει ξανά στις 24 Απριλίου.