Από μία άποψη, ο Μπόρις Τζόνσον ήταν ο τέλειος οικοδεσπότης της σύνοδου COP26 για το κλίμα. Ο Βρετανός πρωθυπουργός ειδικεύεται στην αβάσιμη αισιοδοξία και στις κούφιες υποσχέσεις. Η σύνοδος κορυφής της Γλασκώβης για το κλίμα περιείχε μεγάλη δόση και από τα δύο.
Πριν από τη συνάντηση, το άτυπο σύνθημα ήταν «κρατήστε το 1,5 ζωντανό». Αλλά για να έχουμε καλές πιθανότητες να περιοριστεί η υπερθέρμανση του πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου, η παγκόσμια παραγωγή άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου πρέπει να αρχίσει να μειώνεται άμεσα και απότομα.
Τίποτα από όσα προέκυψαν από τη Γλασκώβη δεν υποδηλώνει ότι αυτό θα συμβεί. Ακόμη και ορισμένες από τις συμφωνίες που υπογράφηκαν στην COP26 -για την αποκατάσταση των δασών και τη μείωση των εκπομπών μεθανίου- είναι απλώς προσδοκίες. Όπως παρατηρεί ο Αντόνιο Γκουτέρες, γενικός γραμματέας του ΟΗΕ: «Η υπογραφή της δήλωσης είναι το εύκολο κομμάτι».
Δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η Γλασκώβη ήταν μια απογοήτευση. Oι σύνοδοι του ΟΗΕ για το κλίμα διεξάγονται σχεδόν εδώ και 30 χρόνια και κατά τη διάρκεια αυτού του διαστήματος, οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα συνέχισαν να αυξάνονται. Δεν υπήρχε πραγματικός λόγος να περιμένουμε ότι η COP26 θα πετύχαινε εκεί που είχαν αποτύχει οι προηγούμενες 25 σύνοδοι.
Μετά τη Γλασκώβη, είναι καιρός να αναγνωρίσουμε ότι oι διαπραγματεύσεις για το κλίμα που γίνονται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ δεν έχουν αποτέλεσμα. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή η επιστήμη που συζητείται στις συνόδους είναι εσφαλμένη. Το πρόβλημα είναι πολιτικό. Οι παγκόσμιοι ηγέτες στην COP26 υποστήριξαν όλοι την ανάγκη για ριζική δράση. Αλλά οι πολιτικές πιέσεις που δέχονται, είναι στην πραγματικότητα μια συνταγή αδράνειας.
Στο εσωτερικό, οι πολιτικοί έχουν βάσιμους λόγους να φοβούνται ότι το κόστος της απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα θα οδηγήσει σε εκλογική ήττα ή κοινωνική αναταραχή. Κάθε Αμερικανός πρόεδρος κατανοεί τους πολιτικούς κινδύνους από την αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου. Οι ΗΠΑ έχουν υπογράψει δύο φορές τις συμφωνίες του ΟΗΕ για το κλίμα -στο Κιότο και στο Παρίσι-, για να υποχωρήσουν αργότερα. Στην Κίνα, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις ενέργειας ανοίγοντας δεκάδες νέους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα. Η ινδική κυβέρνηση γνωρίζει πόσο εξαρτημένη είναι η οικονομία της από τον άνθρακα.
Αλλά και οι διεθνείς πολιτικοί χειρισμοί δεν είναι ευκολότεροι. Η διαδικασία απαιτεί την ομόφωνη συμφωνία σχεδόν 200 εθνών. Στη Γλασκώβη, οι αντιρρήσεις της Κίνας και της Ινδίας επέφεραν την αποδυνάμωση σημαντικών δεσμεύσεων για τον άνθρακα.
Οι επανειλημμένες αποτυχίες των συνόδων του ΟΗΕ έχουν οδηγήσει πολλούς να καταγγείλουν τη σημερινή γενιά των παγκόσμιων ηγετών ως ανεπαρκή ή ανήθικη. Αλλά διαφορετικοί ηγέτες, υπό τις ίδιες πιέσεις, πιθανότατα θα κατέληγαν σε παρόμοια αποτελέσματα. Οι ιδεαλιστικές εκκλήσεις προς τους πολιτικούς να «αγκαλιάσουν μια παγκόσμια συνείδηση» δεν μπορούν να παραμερίσουν το γεγονός ότι η πολιτική καθορίζεται κατά βάση σε τοπικό επίπεδο.
Οι ειδικοί επισημαίνουν δημοσκοπήσεις που υποδηλώνουν ότι το κοινό απαιτεί ριζική δράση για το κλίμα. Αλλά πολλοί παγκόσμιοι ηγέτες είναι δικαιολογημένα επιφυλακτικοί. Όταν ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν προσπάθησε να αυξήσει τις τιμές της βενζίνης για περιβαλλοντικούς λόγους, το αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσει κοινωνική και πολιτική αναταραχή για ένα χρόνο.
Και τώρα τι; Καθώς τα προβλήματα των συνόδων του ΟΗΕ γίνονται όλο και πιο δύσκολο να αγνοηθούν, είναι πιθανό να αυξηθεί η ζήτηση για μια διαφορετική προσέγγιση: τη γεωμηχανική. Αυτό σημαίνει προσπάθειες αλλαγής ή «επιδιόρθωσης» του κλίματος, αντιστρέφοντας ή μειώνοντας τις διαδικασίες που οδηγούν στην κλιματική αλλαγή.
Μια δημοφιλής ιδέα που προωθείται από τον Γκέρνοτ Βάγκνερ, συγγραφέα ενός νέου βιβλίου για τη γεωμηχανική, είναι να αντανακλάται το ηλιακό φως μακριά από τη Γη με έγχυση αερολυμάτων στη στρατόσφαιρα. Ένα άλλο σχέδιο, το οποίο έχει προτείνει ο Σερ Ντέιβιντ Κινγκ του Κέντρου για την Επιδιόρθωση του Κλίματος στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, είναι να παγώσει ξανά η Αρκτική με την αύξηση της κάλυψης της περιοχής με λευκά σύννεφα.
Οι κορυφαίοι υποστηρικτές της γεωμηχανικής τονίζουν όλοι ότι τα σχέδιά τους δεν φιλοδοξούν να υποκαταστήσουν τις προσπάθειες μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Επίσης, παραδέχονται με ειλικρίνεια ότι η γεωμηχανική ενέχει μεγάλους κινδύνους -όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση ή οι απρόβλεπτες επιπτώσεις στο κλίμα. Αλλά ο μεγαλύτερος κίνδυνος μπορεί να είναι να συνεχίσουμε να βασιζόμαστε στις παγκόσμιες συνομιλίες για το κλίμα.
Σε αντίθεση με τις συνόδους του ΟΗΕ, η γεωμηχανική δεν θα απαιτούσε μια ομόφωνη παγκόσμια συμφωνία. Η ανάπτυξη τηλεκατευθυνόμενων πλοίων για να παγώσει εκ νέου η Αρκτική θα απαιτούσε τη συναίνεση των λαών της περιοχής -και ένα μόνο πλούσιο κράτος (ή ακόμα και άτομο) για να ξοδέψει τα δισεκατομμύρια δολάρια που θα απαιτούσε ένα τέτοιο σχέδιο. Οι στόλοι των αεροπλάνων που μπορεί να χρειαστούν για την ηλιακή γεωμηχανική θα μπορούσαν παρομοίως να συγκεντρωθούν από οποιαδήποτε από τις κορυφαίες στρατιωτικές δυνάμεις του κόσμου.
Αλλά ενώ η γεωμηχανική δεν απαιτεί τόσο σύνθετους πολιτικούς χειρισμούς όσο οι σύνοδοι του ΟΗΕ, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Η ανάληψη ενεργειών που θα άλλαζαν το κλίμα ολόκληρου του πλανήτη από ένα κράτος ή έναν «συνασπισμό των προθύμων» θα προκαλούσε παγκόσμια αντίδραση. Δύο ακαδημαϊκοί, ο Πίτερ Ίρβιν και ο Ντέιβιντ Κιθ, υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να αναλάβουν την πρωτοβουλία γιατί είναι πολλοί αυτοί που τις θεωρούν αφερέγγυες. Αντίθετα, προτείνουν ότι ηγετικό ρόλο στην ανάπτυξη της γεωμηχανικής πρέπει να αναλάβουν «μικρότερες ανεπτυγμένες δημοκρατίες με ισχυρές επιδόσεις στη δράση για το κλίμα».
Στην πραγματικότητα, οι μικρές δημοκρατίες δεν θα έχουν τη δύναμη ή τη νομιμότητα να αναλάβουν δράση χωρίς την έγκριση των υπερδυνάμεων. Αντίθετα, οι ΗΠΑ και η Κίνα έχουν και οι δύο τη δύναμη, την αλαζονεία και τους πόρους να αναλάβουν μονομερή δράση. Αλλά και οι δύο πιθανώς καταλαβαίνουν ότι το να ενεργήσει κανείς μόνος θα ήταν αμφιλεγόμενο και επικίνδυνο.
Η καλύτερη γεωπολιτική λύση για τη γεωμηχανική θα περιλάμβανε κοινή δράση από τις ΗΠΑ και την Κίνα. Επί του παρόντος, παρά τα θερμά λόγια στη σύνοδο, η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο δεν διαθέτουν την αμοιβαία εμπιστοσύνη για να συνεργαστούν. Όμως, καθώς θα γίνονται ολοένα και πιο ορατοί οι αυξανόμενοι κίνδυνοι της κλιματικής αλλαγής, νέες και ριζοσπαστικές προσεγγίσεις θα έρθουν στο προσκήνιο.
Οι δύσκολοι καιροί μπορεί να απαιτούν δύσκολα μέτρα.