«Είμαστε η Ρώμη;». Το βιβλίο του Cullen Murphy με αυτόν τον τίτλο, που εκδόθηκε στις ΗΠΑ το 2007, συλλάμβανε την ανησυχία πως η Αμερική είναι μια αυτοκρατορία σε πτώση. Σήμερα, το ερώτημα της μόδας στην Ουάσιγκτον είναι: «Είμαστε η Βαϊμάρη;». Είναι η Αμερική, όπως η Γερμανία τη δεκαετία του 1920, μια δημοκρατία σε τελειωτική πτώση;
Αυτοί οι δίδυμοι φόβοι -η Ρώμη και η Βαϊμάρη- συνδέονται μεταξύ τους. Οι εσωτερικές και εξωτερικές αδυναμίες αλληλοτροφοδοτούνται. Οι παραδοσιακές αναφορές για την πτώση της Ρώμης τονίζουν τόσο τους βάρβαρους στα σύνορα της αυτοκρατορίας όσο και τη σήψη στο κέντρο της.
Ο Joe Biden οπωσδήποτε πιστεύει πως πολεμά έναν διμέτωπο πόλεμο για τη δημοκρατία. Στο εσωτερικό, ο πρόεδρος των ΗΠΑ αντιμετωπίζει την απειλή ενός Ρεπουμπλικανικού κόμματος που εξακολουθεί να υπηρετεί τον Donald Trump -τον πρώτο πρόεδρο των ΗΠΑ στην ιστορία που αρνήθηκε να δεχθεί την ήττα του στις εκλογές. Στο εξωτερικό, αντιμετωπίζει την πρόκληση μιας ανερχόμενης Κίνας -που ο Biden έχει περιγράψει ως μέρος μιας ευρύτερης μάχης μεταξύ της δημοκρατίας και της αυταρχικότητας, που θα καθορίσει τον 21ο αιώνα.
Θεωρητικά, αυτές οι δύο μάχες είναι συμπληρωματικές. Μια σταθερή και σίγουρη Αμερική είναι σε καλύτερη θέση να «κάνει τον κόσμο ασφαλή για τη δημοκρατία», όπως είπε ο Woodrow Wilson. Αντιθέτως, ένας κόσμος στον οποίον ο αυταρχισμός αυξάνεται, μπορεί να δηλητηριάσει την εγχώρια πολιτική ατμόσφαιρα στις ΗΠΑ -δείτε τον ενθουσιασμό που δείχνει η αμερικανική δεξιά με την Ουγγαρία του Viktor Orban.
Πρακτικά, όμως, οι δύο μάχες για τη δημοκρατία δημιουργούν αντιφατικές πιέσεις. Η κατάσταση που αντιμετωπίζει στο εσωτερικό ο Biden σημαίνει πως πολεμά την παγκόσμια μάχη για τη δημοκρατία με το ένα χέρι δεμένο. Η ομάδα του Biden γνωρίζει πως δεν έχει νόημα να κερδίσει τη μάχη στην Ταϊπέι ή στην Καμπούλ, αν τη χάσει στην Ουάσιγκτον. Άρα η μάχη για τη δημοκρατία στο εσωτερικό πρέπει να έλθει πρώτη.
Ο Biden έχει υποσχεθεί μια «εξωτερική πολιτική για τη μεσαία τάξη» -που σημαίνει πως κάθε απόφαση που λαμβάνει, για το εξωτερικό ή το εσωτερικό, θα επικεντρώνεται στους ψηφοφόρους της μέσης Αμερικής. Αυτό υπερβαίνει την κανονική τάση ενός πολιτικού κόμματος να διατηρηθεί στην εξουσία. Οι Δημοκρατικοί φοβούνται πως μια δεύτερη προεδρία Trump θα είναι ανοικτά αυταρχική και πως ακόμα και μια αμφίρροπη εκλογή θα έδινε στους Ρεπουμπλικάνους την ευκαιρία να προσπαθήσουν να ανατρέψουν το αποτέλεσμα. Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να χωρίσει τη χώρα σε εμπόλεμους «κόκκινους» και «μπλε» θύλακες.
Η επείγουσα ανάγκη της μάχης για τη δημοκρατία στο εσωτερικό σημαίνει πως η κυβέρνηση Biden αποτρέπεται από το να κάνει αυτό που κατά τα άλλα θα ήταν προφανείς κινήσεις στη μάχη για τη δημοκρατία στο εξωτερικό.
Το πιο προφανές παράδειγμα αυτού του περιορισμού είναι η απροθυμία του Λευκού Οίκου να συνάψει νέες συμφωνίες εξωτερικού εμπορίου -υποτασσόμενη στο κλίμα προστατευτισμού που δημιούργησε o Trump. Η παράλυση της Αμερικής στο εμπόριο δίνει μεγάλο πλεονέκτημα στην Κίνα. Οι της εξωτερικής πολιτικής του Biden γνωρίζουν πως η κινεζική επιρροή δεν μπορεί να ελέγχεται μόνο με αεροπλανοφόρα. Φοβούνται πως χωρίς μια ασιατική οικονομική στρατηγική, οι ΗΠΑ τελικά θα χάσουν τη μάχη με την Κίνα.
Η προφανής στρατηγική των ΗΠΑ θα ήταν να διαπραγματευτούν μια νέα εμπορική συμφωνία με τους Ασιάτες συμμάχους. Η κυβέρνηση Obama ολοκλήρωσε μια τέτοια συμφωνία, την Trans-Pacific Partnership (TPP) μόνο για να αποσύρει τη χώρα από αυτήν ο Trump. Αλλά το κλίμα προστατευτισμού στις ΗΠΑ ήταν ήδη τόσο ισχυρό -τόσο από την αριστερά όσο και από τη δεξιά- που η Hillary Clinton επίσης απέρριψε την TPP, όσο πραγματοποιούσε την προεκλογική της εκστρατεία.
Μια μικρότερη εμπορική συμφωνία κρατήθηκε ζωντανή από την Ιαπωνία και άλλους και αναβίωσε ως CPTPP. Σε έναν ιδανικό κόσμο, η ομάδα εξωτερικής πολιτικής του Biden θα ήθελε πολύ να ενταχθεί σε αυτήν. Πρακτικά, αυτό θα ήταν ένα υπερβολικά μεγάλο πολιτικό ρίσκο. Η ειρωνεία είναι πως αντί αυτού, η Κίνα έχει τώρα αιτηθεί να ενταχθεί στη CPTPP. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της Ουάσιγκτον θεωρούν πως οι Ασιάτες σύμμαχοι της Αμερικής θα μπορέσουν να μπλοκάρουν τη συμμετοχή της Κίνας μόνο για λίγα χρόνια. Τελικά η Κίνα θα πάρει αυτό που θέλει. Μια εμπορική συμμαχία που αρχικός της στόχος ήταν να αποτελέσει ασπίδα κατά του Πεκίνου, τελικά θα γίνει ο πολιορκητικός της κριός.
Οι ΗΠΑ ψάχνουν τώρα άλλα οικονομικά εργαλεία για να ενισχύσουν την επιρροή τους στην Ασία. Μια συμφωνία για τα τεχνολογικά πρότυπα μοιάζει δυνητικά ενδιαφέρουσα. Το ίδιο και οι προσπάθειες για την παροχή χρηματοδότησης υποδομών, ως εναλλακτικής στην κινεζική Πρωτοβουλία Ζώνη και Δρόμος. Αλλά αυτά, για να πούμε την αλήθεια, είναι οι δεύτερες καλύτερες λύσεις.
Η απόφαση του Biden να τερματίσει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν οφείλεται επίσης, σε μεγάλο μέρος, στην αποφασιστικότητά του να βάλει τα αισθήματα της μέσης Αμερικής πάνω από τα ένστικτα της «μάζας» της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσιγκτον. Υπήρχε επίσης μια γεωπολιτική επιχειρηματολογία για την απόσυρση· η αποχώρηση από το Αφγανιστάν θα απελευθέρωνε αμερικανικούς πόρους για να επικεντρωθούν στην Κίνα και στη Ρωσία. Και τα δυο αυτά επιχειρήματα έχουν κάποια ισχύ. Αλλά ο θρίαμβος των Ταλιμπάν δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί νίκη της δημοκρατίας. Οι δυο εβδομάδες τηλεοπτικής μετάδοσης του χάους στο Αφγανιστάν αποτέλεσαν επίσης μεγάλο πλήγμα για τη φήμη που έχει ο Biden στο εσωτερικό των ΗΠΑ για την αποτελεσματικότητά του.
Οι Ρεπουμπλικάνοι στο εσωτερικό σπρώχνουν την ιδέα πως ο Biden είναι ένας ανίκανος που κομπιάζει, ενώ παραπέμπουν επίσης στην αποτυχία να ελεγχθεί η μετανάστευση στα νότια σύνορα της Αμερικής -καθώς και στη δυσκολία της κυβέρνησης να περάσει το πακέτο δαπανών της από το Κογκρέσο. Σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση, το ποσοστό έγκρισης του Biden μειώθηκε στο 38%, ενώ άλλες δημοσκοπήσεις το τοποθετούν γύρω στο 40%.
Ο Λευκός Οίκος προσπαθεί να προβάλει στο εξωτερικό την εικόνα μιας Αμερικής που αναβιώνει και η οποία δεν είναι ούτε Ρώμη ούτε Βαϊμάρη. Αλλά στη Ουάσιγκτον του Biden ο φόβος πως ο πρόεδρος μπορεί να αποτύχει -και ο τρόμος για το τι μπορεί αυτό να σημαίνει για την Αμερική- αιωρείται τώρα πάνω από κάθε συζήτηση.