Οι ειδήμονες σε θέματα εταιρικής φορολόγησης προειδοποιούν πως οι «ειδικές παρακλήσεις» από χώρες για να εξαιρεθούν κλάδοι από τη συμφωνία που στηρίζουν οι G7 για τον εταιρικό φόρο, κινδυνεύει να εκτροχιάσει μια τελική συμφωνία καθώς θα εντείνονται οι τεχνικές συζητήσεις.
Ο συμβιβασμός που επιτεύχθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο στους G7 έκρυψε τις διαφορές που παραμένουν μεταξύ των χωρών για το περίγραμμα μιας συμφωνίας. Ωστόσο, οι παρασκηνιακές πιέσεις του Ηνωμένου Βασιλείου για εξαίρεση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, υπογραμμίζουν την απειλή που υπάρχει για άλλα τμήματα της συμφωνίας, ακόμα και αν το Λονδίνο έχει βάσιμους λόγους για το αίτημα του.
Το ερώτημα του πού θα πρέπει να πληρώνουν οι μεγαλύτερες πολυεθνικές τον εταιρικό φόρο είναι το δυσκολότερο μέρος της πρότασης. Ο λεγόμενος «πυλώνας ένα» χρειάζεται παγκόσμια συμφωνία μεταξύ των χωρών ώστε να επιτραπεί μέρος των κερδών των εταιρειών που δραστηριοποιούνται σε ένα κράτος να μεταφερθούν σε άλλη χώρα, χρησιμοποιώντας μια συμφωνημένη φόρμουλα.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία και άλλες χώρες θέλουν να βγάλουν περισσότερα φορολογικά έσοδα από τους αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς και άλλες τεράστιες παγκόσμιες εταιρείες, ώστε να αντανακλάται η δραστηριότητα που έχουν στα εδάφη τους οι εταιρείες αυτές.
Αλλά το Ηνωμένο Βασίλειο ανησυχεί πως αν συμπεριληφθεί ο χρηματοοικονομικός τομέας, μπορεί να χάσει. Ελπίζει να εξαιρεθούν οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, σύμφωνα με αξιωματούχους που βρίσκονται κοντά στις συζητήσεις.
H Heather Self, partner εταιρικής φορολόγησης της λογιστικής εταιρείας Blick Rothenberg, δήλωσε πως «αν συμπεριληφθούν στον πυλώνα ένα οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, το Ηνωμένο Βασίλειο πιθανότατα θα ήταν καθαρός χαμένος επειδή είμαστε μεγάλος εξαγωγέας χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Κάθε χώρα προσπαθεί να διασφαλίσει πως θα βγει νικητής, αλλά δεν μπορούν όλοι να είναι κερδισμένοι, θα υπάρξουν και χαμένοι».
Είπε πως περιμένει να δει περισσότερες «ειδικές παρακλήσεις» από χώρες που ανησυχούν για την εκχώρηση φορολογικών δικαιωμάτων σε άλλες δικαιοδοσίες.
Η ζήτηση για εξαίρεση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών προέρχεται από το αρχικό σχέδιο του ΟΟΣΑ που εξαιρούσε τον κλάδο επειδή «αποκομίζει κέρδος από δραστηριότητες που προκύπτουν σε μια αγορά και γενικότερα θα φορολογείται σε εκείνη τη συγκεκριμένη αγορά». Αλλες χώρες με μεγάλα χρηματοοικονομικά ιδρύματα, όπως η Γαλλία, είχαν στηρίξει προηγουμένως έναν τέτοιον ειδικό διακανονισμό.
Για τις ΗΠΑ, που είχαν μπλοκάρει τον «πυλώνα ένα» στις διαπραγματεύσεις του ΟΟΣΑ υπό την κυβέρνηση Trump, ακόμα και η συζήτηση για ανακατανομή κερδών ήταν δύσκολη. Αν προσφερθούν ειδικές εξαιρέσεις που φαίνεται να βοηθούν άλλες χώρες αλλά όχι τις ΗΠΑ, η συμφωνία θα έχει ακόμα μεγαλύτερες δυσκολίες στο Κογκρέσο από αυτές που ήδη αντιμετωπίζει.
Οι G7 συμφώνησαν σε κάποια ειδική μεταχείριση: η μεγάλη και κερδοφόρος δραστηριότητα cloud της Amazon, η Amazon Web Services, θα συμπεριληφθεί αν και η ίδια η Amazon δεν έχει το απαιτούμενο περιθώριο κέρδους 10%.
Άλλες χώρες έχουν επίσης γενικότερα συμφωνήσει με τη θέση των ΗΠΑ πως το αρχικό σχέδιο του ΟΟΣΑ είναι υπερβολικά περίπλοκο, με πολλαπλές εξαιρέσεις για κλάδους και γραμμές δραστηριοτήτων εντός εταιρειών. Αντιθέτως, συμφώνησαν να κατανείμουν μερίδιο όλων των κερδών μόλις των 100 μεγαλύτερων εταιρειών στον κόσμο.
Καθώς οι διαπραγματεύσεις θα προχωρήσουν στους G20 και στον ΟΟΣΑ τις επόμενες εβδομάδες, οι απόπειρες να τροποποιηθεί ο προσεκτικός συμβιβασμός του οποίου ηγήθηκε η κυβέρνηση Biden -όπως η προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου για εξαίρεση των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών- θα πρέπει να διατηρούν ανέπαφο αυτόν τον συνασπισμό προκειμένου να διασφαλιστεί πως θα υπάρξει μια τελική συμφωνία.
Αξιωματούχοι του ΟΟΣΑ δίνουν έναν τόνο αισιοδοξίας, υποδηλώνοντας πως θα υπάρξει μια ευρύτερη συμφωνία στη συνεδρίαση των G20 στη Βενετία τον Ιούλιο και στο «συμμετοχικό πλαίσιο» συνομιλιών τους με άλλες 130 χώρες αργότερα φέτος.
«Υπάρχουν πολλά τεχνικά ζητήματα που συζητούν οι υπουργοί, και όλες οι ομάδες εργασίας του ΟΟΣΑ και θα συνεχίσουμε να τα συζητούμε» ανέφερε την Τετάρτη ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Olaf Scholz.
Εξέφρασε όμως την εμπιστοσύνη του στην πολιτική δυναμική που υπάρχει πίσω από τις συνομιλίες, προσθέτοντας πως «με αυτή την πρώτη δημόσια δέσμευση που έγινε στο Λονδίνο, είναι ξεκάθαρο πως κινούμαστε προς την τελική ευθεία».
Οι προσπάθειες να εξαιρεθούν οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες από τη συμφωνία των G7 δεν θα πρέπει να θεωρηθούν υποχώρηση, σύμφωνα με τον Richard Milnes, partner της EY. «Είναι επίσης σχετικό να σημειωθεί πως η ιδέα των «πωλήσεων» και των «περιθωρίων» που στηρίζουν τις προτάσεις των G7 δεν μπορούν άμεσα να εφαρμοστούν στο πλαίσιο των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών», σημείωσε.
Αλλά ο Michael Devereux, καθηγητής εταιρικής φορολόγησης του Saïd Business School στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, είπε πως αν και το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ισχυρή επιχειρηματολογία για τις πρακτικές δυσκολίες, ωστόσο η αντίθεσή του στο να συμπεριληφθεί το Σίτι του Λονδίνου στη συμφωνία ομοιάζει με τις αμερικανικές επιφυλάξεις ως προς το να επιτραπεί στον υπόλοιπο κόσμο να φορολογήσει τους τεχνολογικούς κολοσσούς των ΗΠΑ.
Τελικά, εναπόκειται στους αξιωματούχους του ΟΟΣΑ να βρουν μια φόρμουλα που θα καθιστά τη συμφωνία ευρέως αποδεκτή.
H Janet Yellen, υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, υπογράμμισε τη σημασία των εσόδων για τις ΗΠΑ σε επιστολή που έγραψε προς τον Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή Kike Crapo, την οποία είδαν οι Financial Times.
Το συνολικό εύρος της νέας πρότασης των ΗΠΑ για τον πυλώνα ένα «θα είναι σε μεγάλο βαθμό ουδέτερο για τα έσοδα των ΗΠΑ αφού θα βρισκόμαστε τόσο την πλευρά της λήψης όσο και της χορήγησης των προτεινόμενων ανακατανομών κερδών», ανέφερε.
Το να δείξει πως οι ΗΠΑ έχουν να κερδίσουν από αυτό το κομμάτι της συμφωνίας, θα είναι κεντρικής σημασίας στην επιχειρηματολογία της πως είναι προς το συμφέρον της Ουάσινγκτον να συμφωνήσει.