Το ευρωομόλογο είναι για την ευρωζώνη ό,τι ήταν το Brexit για τη Βρετανία: το καθοριστικό ιδεολογικό ζήτημα. Κανένας δεν αλλάζει ποτέ την άποψή του γι’ αυτό, τουλάχιστον όχι ως αποτέλεσμα μιας λογικής συζήτησης. Είσαι είτε στη μία πλευρά είτε στην άλλη.
Την περασμένη εβδομάδα, εννέα ηγέτες της ΕΕ έγραψαν επιστολή στον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Charles Michel, ζητώντας έναν αμοιβαιοποιημένο τίτλο για να υπάρξει διαμοιρασμός του άμεσου δημοσιονομικού κόστους της πανδημίας του κορωνοϊού. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπως ήταν αναμενόμενο, αρνήθηκε να ενεργήσει επί του αιτήματος αυτού.
Καμία κρίση δεν είναι ποτέ αρκετά μεγάλη για να σταματήσει τα κράτη-μέλη της Ευρώπης από το να βάζουν πρώτα τα δικά τους στενά συμφέροντα. Ο Wopke Hoekstra, ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών, έφτασε μάλιστα να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να επικρίνει αυτό που θεωρεί προηγούμενη δημοσιονομική σπατάλη από ορισμένα κράτη-μέλη.
Επικαλέστηκε τη συνήθη επιχειρηματολογία: ένα ευρω-ομόλογο θα δημιουργούσε ηθικό κίνδυνο. Στους Γερμανούς και Ολλανδούς οικονομολόγους, η ιδέα πως η παροχή ενός backstop θα ενθάρρυνε την ανεύθυνη δαπάνη είναι δημοφιλής, κρύβοντας συχνά τις βαθύτατες προκαταλήψεις και την έλλειψη εμπιστοσύνης έναντι των ξένων. Ενώ δεν είναι όλοι τόσο αγενείς όσο ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών, ωστόσο τα αισθήματά του τα μοιράζονται και άλλοι, τόσο στη χώρα του όσο και στη Γερμανία.
Για τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ισπανία και τις υπόλοιπες έξι χώρες της ευρωζώνης που ζητούν «κορωνο-ομόλογα» (σ.σ. μεταξύ τους και η Ελλάδα), υπάρχει ένας τρόπος για να προχωρήσουν. Θα μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα αμοιβαιοποιημένο ομόλογο που θα στηρίζεται από τις ίδιες, στο πλαίσιο μιας συμμαχίας προθύμων.
Θα μπορούσαν στη συνέχεια να προκαλέσουν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να αγοράσει αυτούς τους τίτλους, στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς τίτλων που υλοποιεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Νομικά, ένα αμοιβαιοποιημένο χρέος μεταξύ μιας ομάδας κρατών θα υπολογιζόταν και πάλι ως εθνικό χρέος. Η υποχρέωση αποπληρωμής θα ήταν μοιρασμένη.
Αυτό δεν θα μείωνε το χρέος των ευάλωτων κρατών-μελών με τον ίδιο τρόπο που θα έκανε ένα σωστά σχεδιασμένο πανευρωπαϊκό εργαλείο, όμως το λιγότερο που θα έκανε, θα ήταν να δημιουργήσει προηγούμενο και να αντλήσει κάποια χρήματα.
Εκεί βρίσκεται η ευκαιρία αλλά και ο κίνδυνος. Τα ομόλογα που θα στηρίζονται από τις εννέα χώρες μπορεί να θεωρηθούν προάγγελος μιας μελλοντικής διάσπασης. Άποψή μου από τότε που ξέσπασε η κρίση της ευρωζώνης ήταν και είναι πως η Γερμανία θα ενεργήσει για να βοηθήσει τους άλλους μόνο όταν αντιληφθεί πως υπάρχει μια υπαρξιακή απειλή για την ευρωζώνη.
Αν τα κράτη-μέλη δεν είναι έτοιμα να αποχωρήσουν, τότε τίποτα δεν θα αλλάξει ποτέ. Αν οι εννέα της ευρωζώνης επιλέξουν να κινηθούν εκ του ασφαλούς, τότε θα χάσουν την ευκαιρία. Σημειώνω με ενδιαφέρον πως οι πρωθυπουργοί της Ιταλίας και της Ισπανίας ενήργησαν από κοινού όταν απέρριψαν το προσχέδιο συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου την περασμένη εβδομάδα. Αυτή είναι μια αντιπαράθεση που είναι απόλυτα απαραίτητο να συμβεί.
Τι θα έκανε ένα τέτοιο αμοιβαιοποιημένο ομόλογο; Στην αρχή της κρίσης της ευρωζώνης, είχα ταχθεί υπέρ ενός ευρωομολόγου ως ενός μηχανισμού διαμοιρασμού του ρίσκου -η ανάγκη για το οποίο έχε πλέον, δυστυχώς, γίνει εμφανής. Ο σκοπός ενός άπαξ «κορωνο-ομολόγου» θα έπρεπε να πηγαίνει πολύ πέραν της παροχής ασφάλειας ή ακόμα και της αποπληρωμής των δαπανών υγείας. Νομίζω πως οι πόροι θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για ένα μετά κρίσεως επενδυτικό πρόγραμμα.
Όπως μας θυμίζει διαρκώς το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο με τις αποφάσεις που εκδίδει, η δημοσιονομική πολιτική είναι εθνικό δικαίωμα. Αν οι εννέα χώρες θέλουν να ακολουθήσουν κοινό δρόμο, μπορούν. Είναι μια ριψοκίνδυνη επιλογή, όμως όχι τόσο ριψοκίνδυνη όσο το να κρύβονται κάτω από την ομπρέλα διάσωσης που δημιούργησε η ευρωζώνη μετά την τελευταία της κρίση.
Με αυτό το προηγούμενο, όταν τα κράτη-μέλη που χρειάζονται ρευστό ζητούν έκτακτη χρηματοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, θα πρέπει να υποβληθούν σε δημοσιονομική εποπτεία. Η Ιταλία και η Ισπανία θα έπρεπε να δεχθούν μια διάβρωση της δημοσιονομικής τους κυριαρχίας, πιθανότατα για αρκετές γενιές, την ώρα που η Γερμανία, η Ολλανδία και η Φινλανδία θα στρέφονταν στην καταγραφή μεγάλων δημοσιονομικών πλεονασμάτων έναντι των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης και του υπόλοιπου κόσμου.
Δεν πιστεύω πως αυτό είναι βιώσιμο. Η Ιταλία θα μπορούσε εύκολα να καταλήξει με ένα χρέος κοντά στο 200% του ΑΕΠ, όταν τελειώσει αυτή η κρίση. Με την ανεργία σε υψηλό επίπεδο, την ανάπτυξη χαμηλή και χωρίς δημοσιονομική κυριαρχία, θα ήταν πρόσφορο πολιτικό έδαφος για αυτούς από τα δεξιά που καλούν σε αποχώρηση από το ευρώ.
Θυμηθείτε πώς προέκυψε η πλειοψηφία του Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η αποχώρηση από την ΕΕ ξεκίνησε ως ένα ακραίο εγχείρημα της εθνικιστικής δεξιάς. Κέρδισε διότι προσέλκυσε επαρκή στήριξη από το πολιτικό κατεστημένο και από τμήματα της αριστεράς. Ασχέτως του αν είσαι φιλοευρωπαίος ή αντιευρωπαίος, δεν είναι λογικό οι χώρες να επιλέγουν οικονομικούς διακανονισμούς που είναι καταστροφικοί για τα συμφέροντά τους.
Δεν είναι τυχαίο που οι εννέα χώρες που ζητούν ένα κοινό ομόλογο -η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ελλάδα, η Σλοβενία, το Λουξεμβούργο και το Βέλγιο είναι οι άλλες χώρες- συνδέονται ευρύτερα γεωγραφικά στον Νότο και στη Δύση της ευρωζώνης.
Δεν γνωρίζουμε εάν η νομισματική ένωση θα διασπαστεί και εάν συμβεί αυτό, εάν η διάσπαση θα είναι ομαλή ή όχι. Εάν όμως συμβεί αυτό, ξέρουμε πού θα τραβηχτεί η διαχωριστική γραμμή.