Το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων και η απότομη γήρανση του πληθυσμού έχει φέρει την Ευρώπη αντιμέτωπη με δημογραφική κρίση, η οποία σύμφωνα με τους οικονομολόγους μπορεί να προκαλέσει πλήγμα στην ανάπτυξη και στα δημόσια οικονομικά.
Αν και γερνάει συνολικά ο παγκόσμιος πληθυσμός, η Ευρώπη αποτελεί ένα ακραίο παράδειγμα αυτής της τάσης, ειδικά στις νότιες και ανατολικές περιοχές της ηπείρου, οι οποίες έχουν χτυπηθεί από το ιστορικά χαμηλό ποσοστό γονιμότητας και τη μετανάστευση.
Μια ανάλυση των κύριων δημογραφικών τάσεων αναδεικνύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι φορείς άσκησης πολιτικής.
H γηραιότερη ήπειρος στον κόσμο
H Ευρώπη έχει υψηλότερο προσδόκιμο ζωής και χαμηλότερο ποσοστό γονιμότητας σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι πλέον η περιοχή με τον πιο γερασμένο πληθυσμό. Η μέση ηλικία στην Ευρώπη είναι τα 43, περίπου 12 χρόνια μεγαλύτερη από τον υπόλοιπο κόσμο.
Η τάση θα γίνει πιο έντονη μετά το 2021, όταν ο πληθυσμός της Ευρώπης προβλέπεται από τον ΟΗΕ ότι θα αρχίσει να συρρικνώνεται.
Ο αριθμός των ανθρώπων σε ηλικία απασχόλησης, εκείνων μεταξύ των 20 και 64, έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο στην Ευρώπη το 2010. Ως το 2020, θα υπάρχουν περίπου 12 εκατομμύρια λιγότεροι άνθρωποι σε αυτή την ομάδα σε σχέση με μια δεκαετία νωρίτερα, μια πτώση 2,6%. Ως το 2035, ο πληθυσμός σε ηλικία απασχόλησης θα είναι κατά περίπου 50 εκατομμύρια μικρότερος στην Ευρώπη από ό,τι το 2010.
Αναδυόμενες αγορές όπως η Κίνα και η Νότια Κορέα γερνούν και αυτές με ταχείς ρυθμούς -η μέση ηλικία τους έχει αυξηθεί πάνω από τα 40 φέτος, διπλάσια από αυτή το 1970- και η Ιαπωνία έχει το μεγαλύτερο ποσοστό πληθυσμού άνω των 65 σε όλο τον κόσμο.
Κοστίζει πολύ
Υπάρχει σοβαρή ανησυχία για τον αντίκτυπο της γήρανσης του πληθυσμού στα δημόσια οικονομικά και στην οικονομική ανάπτυξη. Ο Φίλιπ Ένγκλερ, οικονομολόγος του ΔΝΤ, προβλέπει ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις ανεπτυγμένες οικονομίες θα συρρικνωθεί.
Oι απώλειες αναμένεται να είναι «σημαντικές στις οικονομίες της Ε.Ε.». Η Μαρτίνα Λιζαράζο Λόπεζ, ειδική σε δημογραφικά ζητήματα στο Bertelsmann Stiftung, ένα think-tank με έδρα στις Βρυξέλλες, έχει υπολογίσει ότι ως το 2050 η δημογραφική αλλαγή θα μειώσει το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα στη Γαλλία, την Ισπανία, την Ιταλία και τη Γερμανία κατά 4.759 με 6.548 ευρώ σε τιμές 2010.
Λιγότερες γεννήσεις στον Νότο
Στη Νότια Ευρώπη, το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό γονιμότητας καθιστά τις δημογραφικές τάσεις μια ιδιαίτερη πρόκληση. Η Πορτογαλία, η Ελλάδα, η Ιταλία και η Ισπανία είναι μεταξύ των 10 οικονομιών με τον χαμηλότερο αριθμό γεννήσεων ανά γυναίκα.
H Nότια Ευρώπη συνολικά έχει ποσοστό γονιμότητας 1,37%, αρκετά κάτω από το 2% που απαιτείται για την αντικατάσταση του πληθυσμού. Οι φτωχές εργασιακές προοπτικές και οι χαμηλές προσδοκίες για τους μισθούς, σε συνδυασμό με την έλλειψη πολιτικών για τη στήριξη της οικογένειας και μια ανελαστική αγορά εργασίας έχουν οδηγήσει τα ζευγάρια να κάνουν λιγότερα παιδιά και να τα κάνουν σε μεγαλύτερη ηλικία, υποστηρίζει ο Νικολάι Μπότεφ, πρώην στέλεχος του Ταμείου των Ηνωμένων Εθνών για τη Δημογραφία (UNFPA).
«Οι γυναίκες στη Νότια Ευρώπη απολαμβάνουν ίσες ευκαιρίες όσον αφορά την εκπαίδευση και την απασχόληση, αλλά εντός της οικογένειας διατηρούνται οι παραδοσιακοί ρόλοι, με τις γυναίκες να καλούνται να σηκώσουν τις μεγαλύτερες ευθύνες του νοικοκυριού», σημειώνει. «Οι χώρες της Νότιας Ευρώπης έχουν ένα ξεχωριστό καθεστώς πρόνοιας, με πολιτικές που είναι προσανατολισμένες στη διατήρηση των παραδοσιακών μορφών οικογένειας και της οικογένειας ως φορέα παροχής πρόνοιας».
Φεύγοντας από την Ανατολή
Στην ανατολική Ευρώπη, η μετανάστευση -ανθρώπων σε παραγωγική συχνά ηλικία- είναι επίσης ένας παράγοντας.
Περίπου 3,4 εκατ. περισσότεροι άνθρωποι έφυγαν από τη Ρουμανία από αυτούς που μετακινήθηκαν εκεί τα τελευταία 20 χρόνια. Η χώρα έχει μόλις 19 εκατ. κατοίκους. Την ίδια περίοδο, αρνητική μετανάστευση καταγράφηκε στην Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Κροατία, τη Σερβία και τη Βουλγαρία.
Σε περιοχές με τις πιο δραματικές δημογραφικές τάσεις, «η διατήρηση της ανάπτυξης και της κοινωνικής στήριξης προϋποθέτει αύξηση του εργατικού δυναμικού και της παραγωγικότητας, που κανένα από τα δύο δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί», υποστηρίζει ο Αλασντάιρ Σκοτ, οικονομολόγος στον ΟΑΣΑ.
Θα μπορούσαν να υπάρξουν οικονομικά οφέλη;
Όλο και περισσότεροι ηλικιωμένοι άνθρωποι εντάσσονται στο εργατικό δυναμικό. Στην Ευρώπη, το ποσοστό απασχόλησης για όσους είναι από 50 έως 64 αυξήθηκε περίπου 20 ποσοστιαίες μονάδες στο 57% τις δύο δεκαετίες ως το 2018, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει υπολογίσει ότι η οικονομία της τρίτης ηλικίας -οι δαπάνες από ανθρώπους άνω των 50 ετών- θα φτάσει τα 6,4 τρισ. δολάρια ως το 2025, από 3,7 τρισ. δολάρια το 2015, και θα είναι υπεύθυνη για περίπου το 40% των νέων θέσεων εργασίας.
Oι περισσότερες μετρήσεις δείχνουν ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν μόνο μεγαλύτερες αλλά και πιο υγιείς ζωές. Οι άνθρωποι στην Ε.Ε. ηλικίας 65 και πάνω μπορούν να περιμένουν ότι θα ζήσουν χωρίς ειδικές ανάγκες για 1,5 έτος παραπάνω το 2017 από ό,τι το 2005, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Eurostat. «Στο τέλος, αυτό για το οποίο πραγματικά ενδιαφερόμαστε είναι η πρόνοια, και μια πιο μεγάλη ζωή αποτελεί μεγάλη βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο, είναι πολύ σημαντική για την ευημερία των ανθρώπων», σημειώνει o Ερβέ Μπουλόλ, οικονομολόγος στον ΟΟΣΑ.