Αξίζει τον κόπο να αναλύσουμε την έκκληση του Μαρκ Κάρνεϊ να μην προχωρήσει η βρετανική κυβέρνηση σε συμβιβασμούς στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, κατά τις εμπορικές διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο απερχόμενος διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας υποστήριξε ότι το City του Λονδίνου έχει πολλά να κερδίσει από οποιαδήποτε απόκλιση σε ρυθμιστικό επίπεδο. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί νέες εμπορικές ευκαιρίες, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που απορρέουν από τη μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών ρύπων.
Απλώς αναλογιστείτε πόσο μακριά έχει φτάσει η συζήτηση από το δημοψήφισμα του 2016. Την εποχή εκείνη, ο κ. Κάρνεϊ έκανε τρομακτικές προβλέψεις. Το City του Λονδίνου ήθελε απεγνωσμένα να κρατήσει το «διαβατήριο», το οποίο επιτρέπει στις χρηματοοικονομικές εταιρείες να συναλλάσσονται από οπουδήποτε στην Ε.Ε. Τώρα ο κ. Κάρνεϊ ενθαρρύνει ενεργά την απόκλιση.
Το επιχείρημά του αφορά και άλλους τομείς. Αν το Ηνωμένο Βασίλειο ήθελε να γίνει παγκόσμιος ηγέτης στην τεχνητή νοημοσύνη, θα περιοριζόταν από τους κανονισμούς της Ε.Ε. Υπάρχουν επίσης ανησυχίες για τον αντίκτυπο του νέου κανονισμού GDPR, επειδή περιορίζει τη συλλογή δεδομένων για εμπορική χρήση και αυξάνει το κόστος προσαρμογής. Αν το Ηνωμένο Βασίλειο καταφέρει να εξαιρεθεί από το GDPR, θα δημιουργήσει επιχειρηματικές ευκαιρίες. Πιστεύω ότι αυτό θα αποτελέσει μεγάλο ζήτημα στις εμπορικές διαπραγματεύσεις.
Μια από τις προκλήσεις του Brexit είναι να κατορθώσει να ισορροπήσει τις νέες ευκαιρίες που μπορούν να προκύψουν από τις αποκλίσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο που θα ισχύει για τις εταιρείες που έχουν έδρα στην Ε.Ε. Η ρυθμιστική απόκλιση έχει κόστος βραχυπρόθεσμα. Μακροπρόθεσμα, τα κέρδη στην τεχνητή νοημοσύνη θα είναι περισσότερα από τις απώλειες από τη μειωμένη παραγωγή πετρελαιοκίνητων αυτοκινήτων, τα οποία ούτως ή άλλως θα εξαφανιστούν σύντομα.
Αλλά ακόμα και στην αυτοκινητοβιομηχανία, η ρυθμιστική απόκλιση κρύβει ευκαιρίες. Οι τιμές των αυτοκινήτων στην Ε.Ε. συντηρούνται τεχνητά υψηλά από απαιτήσεις για την παραγωγή αυτοκινήτων που μπορούν να αναπτύξουν υψηλή ταχύτητα στη γερμανική εθνική οδό -μαζί με έναν δασμό 10% στην Ε.Ε.
Oπότε τι σημαίνουν όλα τα παραπάνω για τις εμπορικές διαπραγματεύσεις; Κατά την επίσκεψή της στο Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η νέα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, συνέδεσε τον βαθμό πρόσβασης στην ενιαία αγορά με τη ρυθμιστική σύγκλιση. Φαίνεται πως συνεχίζει να θεωρεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα επιδιώξει βαθιά πρόσβαση στην αγορά σε τομείς όπως οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Αλλά τα σχόλια του κ. Κάρνεϊ δείχνουν ότι η Ε.Ε. μπορεί να έχει υπερεκτιμήσει τη διάθεση του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με αυτό και την τιμή που είναι διατεθειμένο να πληρώσει.
Oι παρατηρητές τείνουν να βγάζουν συμπεράσματα από τον προηγούμενο γύρο διαπραγματεύσεων, πριν από τις εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο, κατά τον οποίο η Ε.Ε. επέβαλε τα περισσότερα από αυτά που ήθελε. Τότε, η θέση του Ηνωμένου Βασιλείου είχε αποδυναμωθεί από την ασαφή διαπραγματευτική στρατηγική, την απουσία κυβερνητικής πλειοψηφίας και τρεις παρατάσεις της διορίας για το Brexit. Η νίκη του Τζόνσον τα άλλαξε όλα αυτά.
Είναι πιθανό ο πρωθυπουργός να μπλοφάρει. Θα παρατείνει τη διορία για τη μεταβατική περίοδο μετά το τέλος του 2020; Δεν θα στοιχημάτιζα σε αυτό. Αν όχι, η καλύτερη συμφωνία που μπορεί να επιτευχθεί θα ήταν σχετικά περιορισμένη και θα εστίαζε στην ελεύθερη ροή των αγαθών.
Ένα πιθανό εμπόδιο είναι η επιμονή της Ε.Ε. στην ευθυγράμμιση του ρυθμιστικού πλαισίου ακόμα και σε μια στοιχειώδη εμπορική συμφωνία μηδενικών δασμών. Βρίσκω την απαίτηση αυτή υπερβολική, δεδομένου του πολύ μεγάλου πλεονάσματος της Ε.Ε. με το Ηνωμένο Βασίλειο. Μια συμφωνία μηδενικών δασμών δεν θα απειλούσε την ενιαία αγορά.
Σκεφτείτε μόνο για μια στιγμή τι θα συνέβαινε, αν δεν υπάρξει συμφωνία ως το τέλος του έτους. Οι γερμανικές αυτοκινητοβιομηχανίες δεν θα παρέμβουν. Η BMW και η Mercedes απλά θα μεταφέρουν την παραγωγή στα εργοστάσιά τους στις ΗΠΑ και θα εξάγουν στο Ηνωμένο Βασίλειο από εκεί. Δεν θα υποφέρουν, οι Γερμανοί εργαζόμενοι θα υποφέρουν. Δεν θα ήταν εύλογο να αναμένει κανείς ότι το Βερολίνο θα πιέσει για μια πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπέρ μιας περιορισμένης εμπορικής συμφωνίας;
Ένα άλλο δυνητικό πρόβλημα είναι ο συγχρονισμός. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα έπρεπε να συμφωνήσει στην πρόταση της Ε.Ε. για πάγωμα των διαπραγματεύσεων. Θα ήταν καλύτερα για τις δύο πλευρές να ορίσουν πρώτα το χρονοδιάγραμμα και το εύρος των συζητήσεων και στη συνέχεια να διαπραγματευτούν ταυτόχρονα όλα τα κεφάλαια.
Και οι δύο πλευρές έχουν μεγάλο κίνητρο να καταλήξουν σε συμφωνία, όχι μόνο για γεωπολιτικούς λόγους. Το Ηνωμένο Βασίλειο θα έπρεπε να εξετάσει να δώσει διαβεβαιώσεις στην Ε.Ε. σχετικά με τις ρυθμίσεις για το περιβάλλον και την εργασία, ενδεχομένως και για την αλιεία. Όποια και αν είναι η μελλοντική βιομηχανική πολιτική του Ηνωμένου Βασιλείου, πιθανότατα δεν θα βασίζεται στην παιδική εργασία, στην καύση άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας ή στα ψάρια.
Αξίζει επίσης να αναλογιστούμε ότι το επώδυνο Brexit το οποίο βρίσκεται μπροστά μας είναι το αποτέλεσμα τεράστιων πολιτικών λαθών, από την Τερέζα Μέι, την πρώην πρωθυπουργό, το Εργατικό Κόμμα, τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες, τους «αντάρτες» συντηρητικούς βουλευτές και την καμπάνια για δεύτερο δημοψήφισμα. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ευθύνεται εν μέρει και αυτό.
Οι ηγέτες της Ε.Ε. θα μπορούσαν να είχαν βοηθήσει να διασφαλιστεί ένα πιο ήπιο Brexit, αν είχαν αρνηθεί να συμμετάσχουν στο όλο τσίρκο των παρατάσεων του Brexit.
Ο λόγος που περιορισμένη εμπορική συμφωνία φαίνεται να είναι η πιο πιθανή εξέλιξη, είναι γιατί όλες οι εναλλακτικές έχουν εξουδετερωθεί.