Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Μαϊ 5 2014

Τραπεζικά «σινιάλα» για ανάκαμψη

Το τελευταίο διάστημα, θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ιστορικής σημασίας για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα, με εξαιρετικά σημαντικές προεκτάσεις για την εγχώρια οικονομία.

Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι βρέθηκαν πρόθυμοι χρηματοδότες, που κατέθεσαν και εξακολουθούν (στην περίπτωση της Εθνικής) να βάζουν στο τραπέζι δισεκατομμύρια ευρώ για την κεφαλαιακή ενίσχυση των ελληνικών τραπεζών.

Ιδιαίτερη «συμβολική» αλλά και πρακτική σημασία έχει και το ότι λίγους μήνες μετά τη «διάσωσή» της με κρατικά κεφάλαια, η Eurobank είναι ήδη μια τράπεζα που ανήκει κατά πλειοψηφία στον ιδιωτικό τομέα, κι εξαρτάται πλέον από το ΤΧΣ, μόνο για τη λήψη συγκεκριμένων αποφάσεων στρατηγικής σημασίας!

Δοθέντος δε του ενδιαφέροντος των ξένων επενδυτών, θα είναι έκπληξη αν σε σύντομο σχετικά χρόνο δεν ακολουθήσουν στον ίδιο δρόμο και τουλάχιστον μία ή δύο από τις λοιπές «συστημικές» τράπεζες της χώρας, εφόσον βέβαια δεν αλλάξει κάτι δραματικά προς το χειρότερο, είτε στην εσωτερική είτε στη διεθνή συγκυρία.

Πρόκειται για σχεδόν ολική αναστροφή της ζοφερής εικόνας που παρουσίαζαν οι ελληνικές τράπεζες την προηγούμενη διετία, όταν αρκετές Κασσάνδρες, ακόμη και στον χώρο της οικονομίας και του ειδικού τύπου, κραύγαζαν ανεξέλεγκτά υπέρ της δήθεν επερχόμενης απόλυτης καταστροφής.

Για να αποδειχτεί τελικά ότι σε αντίθεση με πολλά άλλα τμήματα του ελληνικού προγράμματος στον τραπεζικό χώρο επικράτησε (με παλινωδίες και μεγάλα εμπόδια σε ορισμένες περιπτώσεις) μια πραγματιστική, τεχνοκρατική προσέγγιση, στην οποία αναμφίβολα πρωτοστάτησε η ηγεσία της Τράπεζας της Ελλάδος, που σε μεγάλο βαθμό κατάφερε να συγκεράσει τις απόψεις της τρόικας και τις ντόπιες ιδιαιτερότητες, με τρόπο αναίμακτό ως προς το ευρύτερο συμφέρον της οικονομίας.

Η σημασία της «ευταξίας» που αρχίζει να εμφανίζεται στον τραπεζικό κλάδο θα γίνει αντιληπτή προσεχώς και στην ευρύτερη οικονομία. Διότι όσο κι αν κάποιοι προσπάθησαν να δημιουργήσουν την αίσθηση ότι η κρατική ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών αποτελούσε αφετηρία για τη χρηματοδότηση της οικονομίας, η άποψη αυτή ήταν εντελώς εσφαλμένη.

Οι τράπεζες θα είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν την ανάκαμψη (όχι βεβαίως στα προ κρίσης επίπεδα) μόνον όταν απεγκλωβιστούν από τη χρηματοδότηση μέσω των μηχανισμών της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όταν δηλαδή αποκτήσουν πλήρως την εμπιστοσύνη των αγορών και είναι σε θέση να αντλούν σημαντική ρευστότητα από εκείνες.

Και η μέρα αυτή φαίνεται πλέον πως πλησιάζει.

Για τους αρνητές του ρεαλισμού, η «αναβίωση» των ελληνικών τραπεζών δείχνει να έχει κάποια μελανά σημεία. Όπως για παράδειγμα τη «χαμηλή τιμή» (σε σχέση με εκείνη στην οποία την ανακεφαλαιοποίησε το ΤΧΣ) που πλήρωσαν οι ιδιώτες επενδυτές της Eurobank, για να αποκτήσουν την πλειοψηφία.

Ωστόσο, όσοι ασκούν τέτοιου είδους κριτική, «υπέρ του κρατικού συμφέροντος», δεν συνυπολογίζουν τα χρήματα που επωφελήθηκε το Δημόσιο, «κουρεύοντας» τα ομόλογα των τραπεζών.

Σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα, στη Βουλή, εφόσον συνυπολογιστεί αυτό το ποσό, των 35 δισ. ευρώ, το Δημόσιο καταγράφει συνολικά ήδη υπεραξίες της τάξεως των 16 δισ. ευρώ. Υπεραξίες που εύκολα μπορούν να γίνουν πολύ μεγαλύτερες, καθώς οι ιδιώτες επενδυτές που μπήκαν στις αυξήσεις εύλογα προσδοκούν σημαντική άνοδο των τιμών.

Εξίσου έωλη όμως είναι και η κριτική περί των διοικήσεων των τραπεζών. Όσα λέγονται θα ευσταθούσαν εφόσον είχε υπάρξει μερική κατάρρευση του πιστωτικού τομέα. Στην περίπτωσή μας όμως η κατάρρευση ήταν ολική. Ουδεμία τράπεζα διασώθηκε από την καταστροφή, που κατά μείζονα λόγο προήλθε από το κούρεμα των ομολόγων και την εξαιρετικά ισχυρή ύφεση.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν έγιναν λάθη ή παρασπονδίες. Και για την ελληνική περίπτωση όμως, ισχύουν τα δεδομένα του εξωτερικού: Η ορθότερη λειτουργία του τραπεζικού τομέα (ώστε να αποτραπεί η αναγκαστική διάσωσή του με δημόσιο χρήμα) εξαρτάται από το ρυθμιστικό-εποπτικό πλαίσιο που τη διέπει καθορίζοντας μεταξύ άλλων και τις λεγόμενες βέλτιστες πρακτικές. Όχι από πρόσωπα και προσωπικές «ηθικές», που σήμερα μπορεί να είναι διαφορετικές από αύριο.

Προς αυτήν την κατεύθυνση γίνονται ήδη σημαντικά βήματα σε πανευρωπαϊκό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, βήματα που υιοθετούνται και από τη χώρα μας. Ρυθμίσεις που ξεκινούν από τους νέους κανόνες επάρκειας και φερεγγυότητας - και φτάνουν ως τα μπόνους των τραπεζικών στελεχών. 

Ενδεχομένως τα βήματα αυτά να μην είναι αρκετά, καθώς τα αντικρουόμενα συμφέροντα είναι τεράστια. Ούτως ή άλλως όμως, δεν πρόκειται για θέματα που προσφέρονται για απλοποιημένη κριτική. Η ρυθμιστική μείωση της επιρροής του παραδοσιακού τραπεζικού τομέα, σε περίοδο οικονομικής ύφεσης ή στασιμότητας, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή. Οπως ιδιαίτερη προσοχή απαιτεί και η έμμεση ενίσχυση του «σκιώδους» τραπεζικού συστήματος (το οποίο υπόκειται σε πολύ λιγότερους ρυθμιστικούς ελέγχους) που ακούσια επιφέρει.

ΥΓ.: Μέσα σε όλα αυτά, πρέπει να γίνει αναφορά και στις υπόλοιπες κατηγορίες Ελλήνων επενδυτών που υπέστησαν πολύ μεγάλες ζημίες από το κούρεμα των ομολόγων. Είτε πρόκειται για ιδιώτες επενδυτές, είτε για πρόσωπα Δημοσίου και Ιδιωτικού Δικαίου (Πανεπιστήμια, Ταμεία και άλλοι οργανισμοί), παρά τις υποσχέσεις, ουδεμία κίνηση επανόρθωσης έχει γίνει από την πλευρά του Δημοσίου.

Ουδείς μπορεί να αρνηθεί τον κομβικό ρόλο των τραπεζών, που εξηγεί και τις άμεσες ενέργειες που έγιναν για την αποκατάστασή τους. Σύντομα όμως θα πρέπει να διορθωθεί η αδικία και για τους υπόλοιπους.

Διότι αυτό το θέμα δεν πρόκειται να ξεχαστεί!

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v