Στο ελληνικό χρέος η... αγάπη παλεύει με τη λογική

Το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και το ΔΝΤ, που το αναγνωρίζει, κάνει ελάχιστα γι' αυτό. Μια «σπιρτόζικη» ματιά για την κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί, από τον Gabriel Stern, επικεφαλής μαροοικονομικών ερευνών του Oxford Economics.

  • του Gabriel Stern *
Στο ελληνικό χρέος η... αγάπη παλεύει με τη λογική

Αν ρωτούσε κανείς την Τρόικα τον Νοέμβριο του 2010 τι νόμιζε ότι θα συμβεί στην Ελλάδα, αν αυτή έχανε τον προγραμματισμένο στόχο για το ΑΕΠ του 2016 κατά 10%, θα τη στεναχωρούσε πολύ.

Οι της Τρόικας θα αναγνώριζαν τα προβλήματα που θα δημιουργούσε κάτι τέτοιο στην Ελλάδα σε ό,τι αφορά στην εφαρμογή του προγράμματος και στη διατήρηση της πολιτικής στήριξης στο πρόγραμμα.

Η Ελλάδα πρακτικά αναθεώρησε καθοδικά τις προβλέψεις για το 2016 κατά ένα τρελό ποσοστό της τάξης του 36% -μια πτώση που αρκετοί το 2010 θα θεωρούσαν επαρκή για να οδηγήσει σε επανάσταση.

Ο Αλέξης Τσίπρας, ο ηγέτης της σκληροπυρηνικός ελληνικής αριστεράς που, μέσα του είναι πιο ήπιος, μπορεί εξ αυτού να αποτελέσει έξοδο διαφυγής για την Τρόικα. Άλλωστε, είναι λογικό να βλέπουμε την Τρόικα σαν, αν όχι πράγματι μητέρα του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον σαν εκείνη που ανέθρεψε την απίστευτη άνοδό του μέσω της αδιάλλακτης επιμονής της σε μη βιώσιμες πολιτικές χρέους.

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε το σημείο της βιωσιμότητας.

Όπως καταδεικνύει το ΔΝΤ, σε γενικούς όρους, το δημόσιο χρέος μπορεί να θεωρείται βιώσιμο όταν το πρωτογενές πλεόνασμα που απαιτείται για να ισορροπήσει το χρέος είναι οικονομικά και πολιτικά επιτεύξιμο.
Αυτή είναι μια κατάλληλα ασαφής ερμηνεία της βιωσιμότητας. Η αναφορά σε «120% του ΑΕΠ» -ένας πιο ακριβής ορισμός που χρησιμοποίησε η Τρόικα- επίσης δεν κάνει τη δουλειά αλλά αποτέλεσε ένα χρήσιμο μαστίγιο για το ΔΝΤ, στην προσπάθειά του να επιβάλει πειθαρχία στην Ευρωζώνη.

Ένα φαινομενικά εσωτεριστικό -αλλά για την Ελλάδα σημαντικό- ερώτημα είναι το κατά πόσον η πολιτική μπορεί να συντελέσει στο πιθανότερο ή στο αρνητικό σενάριο. Η φιλολογία για τη νομισματική πολιτική υπήρξε διφορούμενη για περισσότερο από δύο δεκαετίες. Αν προετοιμαστείς για το πιο πιθανό αποτέλεσμα, τότε είναι πιθανό να κάνεις λάθη πολιτικής. Καλύτερα να προετοιμαστείς για τις κακές προβλέψεις, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα λογικοφανή σενάρια, καθώς αυτά ενσωματώνουν τους κινδύνους.

Ένας λόγος για τις καταστροφικές επιδόσεις των προβλέψεων της Τρόικα είναι ότι οι πολιτικές προετοιμάστηκαν μάλλον για το πιθανότερο, παρά για το άσχημο σενάριο. Οπότε, κάθε φορά που ένας κίνδυνος πραγματοποιούνταν, το πρόγραμμα εκτροχιαζόταν περαιτέρω.

Με δεδομένο ότι οι κίνδυνοι ήταν πολιτικοί, τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο περίπλοκα. Αυτό σήμαινε πως η Τρόικα έθεσε μη ρεαλιστικές προσδοκίες που απέτυχαν να πραγματοποιηθούν, γεγονός το οποίο στη συνέχεια αναστάτωσε τόσο τους πιστωτές όσο και τους Έλληνες. Γι' αυτό χρειαζόμαστε ένα πιο ανεξάρτητο από την ευρωπαϊκή επικυριαρχία ΔΝΤ, τόσο σε επίπεδο συμβουλίου, όσο και σε επίπεδο εκτελεστικών στελεχών.

Παραδοσιακά, οι πιστωτές πρέπει συνήθως να είναι πιο γενναιόδωροι από όσο αξίζουν οι δανειζόμενοι, ώστε να οικοδομήσουν μια τάση υπέρ των μεταρρυθμίσεων στη χώρα των δανειζομένων. Το ΔΝΤ θα έπρεπε να είναι το ανεξάρτητο μέρος που προστατεύει κάτι τέτοιο.

Πέρα από τις δικές τους μεθόδους, συνήθως οι πιστωτές δεν παρέχουν επαρκή ανακούφιση χρέους, είτε είναι χώρες όπως η Γερμανία ή η Σλοβακία, είτε hedge funds. Πάντα η Γερμανία κουνούσε δελεαστικά το «καρότο» της ανακούφισης χρέους ως αντάλλαγμα για καλές επιδόσεις αλλά, πρακτικά, ποτέ δεν το έδινε. Η πολιτική του καρότου και της καθυστέρησης εφαρμόστηκε καταστροφικά απέναντι στον κεντροδεξιό πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος καταστράφηκε εσωτερικά, εν μέρει λόγω του ότι δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει την ανακούφιση του χρέους εξωτερικά.

Μου έδωσε θάρρος η πρόσφατη παρέμβαση του ΔΝΤ με τη δημοσίευση της ανάλυσής του για τη βιωσιμότητα του χρέους, που ήταν πολύ πιο απαισιόδοξη από όσο η Ευρωζώνη θα ήθελε να δει να συζητιέται δημοσίως. Έως το 2022 το χρέος προβλέπεται τώρα να είναι στο 170% του ΑΕΠ, σημαντικά υψηλότερα από ό,τι έδειχναν τα προηγούμενα μετρικά βιωσιμότητας.

Αλλά το ΔΝΤ έμαθε μόνο μερικώς το μάθημά του. Μια πρόταση-κλειδί στην ανάλυσή του ήταν το «επιπλέον, αυτές οι προβλέψεις υπόκεινται σε σημαντική καθοδική αναθεώρηση». Οπότε το ΔΝΤ εξακολουθεί να κάνει το λάθος να χρησιμοποιεί την έννοια του κινδύνου ως αποποίηση ευθύνης, και όχι ως εργαλείο υπολογισμού των κατάλληλων δημοσιονομικών στόχων.

Το ΔΝΤ έκανε μεγάλη πρόοδο από τις πιο σκοτεινές του μέρες των προβλέψεων στην Ελλάδα. Πρώτα, από το τέλος του 2011 οι προβλέψεις του σταμάτησαν να είναι αποκύημα φαντασίας. Δεύτερον, προετοιμάστηκε για δημόσια αντιπαράθεση με την Ευρωζώνη και τρίτον, έχει γίνει σημαντικά περισσότερο διαφανές. Ωστόσο, ακόμη λείπει ένα σημαντικό βήμα: η επεξεργασία των προβλέψεων σε ρεαλιστικές υποθέσεις σταθμισμένες με όλα τα σενάρια, αντί για εκείνο του ίδιου του ΔΝΤ, στο οποίο κυριαρχεί η υπόθεση ότι τα προγράμματα θα εφαρμόζονται κανονικά.

Πολεμώντας τον κυνισμό

Μπορεί κανείς να φανταστεί ηγέτες να ξυπνούν με hangover το πρωί και να ρωτούν τα τεχνικά τους επιτελεία πώς τα πήγαν, ενώ αυτά προσπαθούν να βρουν μια διπλωματική απάντηση, με τον ίδιο τρόπο που οι ηγέτες προσπαθούσαν να βρουν μια λειτουργική συμφωνία. Αλλά αυτό είναι κυνισμός.

Η Ελλάδα μπορεί να επιβιώσει εντός του ευρώ, παρ' όλα αυτά.

Μια πιο αισιόδοξη άποψη είναι η συνειδητοποίηση ότι η συμφωνία για την Ελλάδα επιτεύχθηκε, ότι δεν υπήρξε στάση πληρωμών προς την ΕΚΤ, ότι η ασυγκράτητη αγάπη του ευρώ είναι πραγματικά κάτι καταπληκτικό, τόσο για μια χώρα η πρόβλεψη για το ΑΕΠ της οποίας αναθεωρήθηκε κατά 36%, όσο και για τους πιστωτές από τους οποίους ζητήθηκε να μεταφέρουν πόρους σε μια χώρα που απέτυχε να εφαρμόσει ό,τι της ζητήθηκε.

Αυτό από μόνο του αποτελεί λόγο να σκεφτεί κανείς ότι ίσως το σχέδιο πετύχει. Αλλά οι κίνδυνοι, όπως λένε, πάντα απειλούν για το χειρότερο και όχι για το καλύτερο.

 

* Ο Gabriel Stern είναι επικεφαλής μακροοικονομικών ερευνών στο Oxford Economics

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v