Ανάμεσα στους παράγοντες που επηρεάζουν την ελκυστικότητα των διεθνών οικονομικών κέντρων, τα μακροοικονομικά στοιχεία, και την ικανότητα μιας κυβέρνησης να διαχειρίζεται τα οικονομικά της, δύο είναι πιο σημαντικοί.
Καθώς οι αναδυόμενες αγορές επιτυγχάνουν υψηλότερα ΑΕΠ, οι χρηματοοικονομικοί τους θύλακες μεγαλώνουν σε μέγεθος και σημασία προσελκύοντας τοπικές, αλλά και διεθνείς επιχειρήσεις. Από την άλλη, τα χρηματοοικονομικά αυτά κέντρα στις ανεπτυγμένες και χτυπημένες από την κρίση χώρες εμποδίζονται από μακροοικονομικές ανισορροπίες και υψηλά επίπεδα κρατικού χρέους.
Το Institute of Commons and Economics στη Βασιλεία ξεκίνησε να μετρά πόσο αποτελεσματικές έχουν υπάρξει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στη διαχείριση του κρατικού χρέους. Ως στοιχείο μέτρησης, μετακίνησαν την προσοχή μακριά από την παραδοσιακή αναλογία δημόσιο χρέος προς ΑΕΠ, και την κατηύθυναν προς μετρήσεις του δημόσιου χρέους ως ποσοστό των κυβερνητικών εσόδων. Αυτός ο δείκτης, λέει το Ινστιτούτο της Βασιλείας, δείχνει πόσο διατηρήσιμη είναι η δημοσιονομική πολιτική κάθε χώρας.
Μια επιθυμητή «αναλογία της Βασιλείας» θα κρατήσει την ισορροπία ανάμεσα σε χρέη και έσοδα, ή –ακόμη καλύτερα- θα μειωθεί με το πέρασμα του χρόνου. Με αυτό υπόψη, έχει ενδιαφέρον να εξεταστούν οι αναλογίες της Βασιλείας στις ευρωπαϊκές χώρες κατά την προηγούμενη δεκαετία. Ενώ η Ιταλία έχει μία από τις υψηλότερες αναλογίες στην Ευρώπη, έχει μείνει σχετικά σταθερή, ενώ εκείνη της Μ. Βρετανίας για την ίδια περίοδο, εμφανίζεται διπλάσια.
Αυτό δείχνει σωστή δημοσιονομική πρακτική στην μεσογειακή χώρα και πρακτικές φοροδιαφυγής στη Μ. Βρετανία, λέει ο Alexander Dill, πρόεδρος του Basel Institute. Ο κ. Dill πιστεύει ότι αυτοί οι παράγοντες θα πρέπει να ληφθούν υπόψη από τους οίκους αξιολόγησης, οι οποίοι έχουν, επί παραδείγματι, υποβαθμίσει την Ιταλία αρκετές φορές από το ξέσπασμα της κρίσης στην Ευρωζώνη.
Ο κ. Dill προτείνει επίσης ότι η εξέταση της αναλογίας της Βασιλείας θα μπορούσε να έχει βοηθήσει στον προσδιορισμό των κινδύνων εντός της Ευρωζώνης. Το 2009 η αναλογία της βασιλείας για την Ισπανία έφτασε το 172%, υψηλότερα από το 120% το 2008. Παρομοίως, αυτή της Πορτογαλίας πήγε από το 201% το 2008 στο 245% και της Ελλάδας από το 333% στο 398%, κατά την ίδια περίοδο.
Παρά το γεγονός αυτό, το εθνικό χρέος στις χώρες αυτές συνέχισε να έχει τα ίδια επιτόκια με το χρέος της Γερμανίας , η οποία είδε την δική της αναλογία να αυξάνεται μόνο οριακά από το 168% στο 184%.