Τι παιχνίδι έπαιξε ο Ερντογάν στις πλάτες των Ευρωπαίων

Ο Τούρκος πρόεδρος χρησιμοποιεί την «αποδοκιμασία» της Δύσης για να τονώσει το εθνικιστικό αίσθημα των πολιτών όπως και όταν τον βολεύει. Οι σχέσεις της Άγκυρας με την Ευρωπαϊκή Ενωση και το «όπλο» της προσφυγικής κρίσης.

Τι παιχνίδι έπαιξε ο Ερντογάν στις πλάτες των Ευρωπαίων

Η αλληλεπίδραση της Τουρκίας με τη Δύση ακολουθεί έναν περίεργο κύκλο. Πρώτα, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κάνει βήματα για να συγκεντρώσει εξουσίες, πλέκοντας τη μοίρα της Τουρκικής Δημοκρατίας με τη δική του πολιτική τύχη. Η Δύση ακολουθεί καταδικάζοντας την απολυταρχική στροφή της Τουρκίας, θρηνώντας για την εγκατάλειψη των πιο «φωτισμένων» ευρωπαϊκών ριζών της χώρας.

Η Τουρκία, με τη σειρά της, εκμεταλλεύεται την κατάσταση διαστρεβλώνοντας τα κηρύγματα αυτά, ώστε να μοιάζουν με συνωμοσία της Δύσης ώστε να μείνει κάτω η Τουρκία, δίνοντας στον Ερντογάν νέα εθνικιστικά «πυρομαχικά», με τα οποία να περιχαρακώσει τη στήριξη του μισού περίπου τουρκικού πληθυσμού, που εξακολουθεί να τον βλέπει με λατρεία ως σουλτάνο αντί για δυνάστη.   

Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτός ήταν ο κύκλος που «έπαιξε» στον απόηχο του επίμαχου δημοψηφίσματος στην Τουρκία για τη συνταγματική αναθεώρηση. Η νίκη του Ερντογάν την Κυριακή ήταν στην «κόψη του ξυραφιού» (το 51,4% ψήφισε «ναι», δηλαδή μια οριακή νίκη 1.379.934 ψήφων) για την ανατροπή του πολιτικού συστήματος υπέρ της προεδρίας, του αξιώματος που κατέχει ο ίδιος επί του παρόντος και στο οποίο σκοπεύει να  παραμείνει για τουλάχιστον άλλα 12 χρόνια. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις και το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών αντέδρασαν στο αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό, νουθετώντας την κυβέρνηση για τον τρόπο με τον οποίον ήλεγχε τα μέσα ενημέρωσης και εκφόβιζε την αντιπολίτευση μέχρι τη διενέργεια του δημοψηφίσματος.

Ο Οργανισμός για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), ο οποίος προσκλήθηκε από την Τουρκία να παρακολουθήσει την ψηφοφορία, είπε πως το δημοψήφισμα «δεν ανταποκρίθηκε στα στάνταρντ του Συμβουλίου της Ευρώπης». Αν και ο ΟΑΣΕ δεν μπορούσε να επικαλεστεί συγκεκριμένα περιστατικά απάτης, ωστόσο δήλωσε πως η απόφαση της τελευταίας στιγμής των εκλογικών αρχών της Τουρκίας να επιτρέψουν την καταμέτρηση και των μη σφραγισμένων ψηφοδελτίων, αντιτίθεται στον εκλογικό νόμο.

Ο Ερντογάν πιάστηκε από τον ηθικοπλαστικό τόνο της Δύσης, λέγοντας στα πλήθη των οπαδών του στην Άγκυρα τη Δευτέρα πως «η νοοτροπία της σταυροφορίας στη Δύση και των υπηρετών της στο εσωτερικό μάς επιτέθηκαν». Αργότερα είπε: «Ούτε βλέπουμε, ακούμε, ούτε αναγνωρίζουμε τις πολιτικές εκθέσεις που θα ετοιμάσετε. Θα συνεχίσουμε στον δικό μας δρόμο. Αυτή η χώρα έχει διενεργήσει τις πιο δημοκρατικές εκλογές, που δεν τις έχουμε δει πουθενά στη Δύση». Η Ευρώπη θα μείνει για μια ακόμα φορά με ανοικτό το στόμα με το θράσος του Ερντογάν και οι Τούρκοι εθνικιστές θα ενθαρρυνθούν ακόμα περισσότερο. Και ο κύκλος συνεχίζεται.

Και συνεχίζεται διότι ο Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά πως έχει τη γεωγραφία με το μέρος του. Διότι, όσο και αν η Ευρώπη θέλει να επιπλήξει τους Τούρκους και πιστεύει πως μπορεί με κάποιον τρόπο να διαφωτίσει την Τουρκία ώστε να στηρίξει τα ιδανικά του Λοκ και του Ρουσό όταν θα εφαρμόζει τη δική της εκδοχή της δημοκρατίας, τα μαθήματα αυτά δεν μπορούν να έχουν μεγάλη απήχηση, όταν ο Ερντογάν μπορεί να εκμεταλλευτεί το γεγονός πως η χώρα του καταλαμβάνει εξαιρετικά στρατηγικά ακίνητα στην Ευρασία. Ο δυναμισμός της γειτονιάς της Τουρκίας είναι αυτό που αναγκάζει την τουρκική κυβέρνηση, παρά τη ρητορική της, να διατηρήσει κάποιον βαθμό λειτουργικής σχέσης με τη Δύση, για τις δικές της ανάγκες στην οικονομία και την ασφάλεια. Την ίδια ώρα, καθώς η Τουρκία βρίσκεται μεταξύ μιας κατακερματισμένης Ευρώπης, μιας επιθετικής Ρωσίας και μιας Μέσης Ανατολής που βράζει, η συνεργασία της εξακολουθεί να είναι ουσιώδης για οποιαδήποτε ατζέντα της Δύσης για περιορισμό των μεταναστευτικών ροών, έλεγχο της Μόσχας και περιορισμό των τρομοκρατικών απειλών που προέρχονται από τον Ισλαμικό κόσμο.

Αυτή είναι η πραγματικότητα που επιτρέπει στον Ερντογάν να αντιμετωπίζει με τέτοια αδιαφορία τις σκοτεινότερες περιόδους της ευρωπαϊκής ιστορίας. Σε αρκετές περιπτώσεις, κατά το διάστημα που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος, ο Ερντογάν «κρέμασε» ελεύθερα την «ταμπέλα» Ναζί και Φασίστας στους Ευρωπαίους ηγέτες.

Αν και οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι σοκαρίστηκαν από τα σχόλιά τους, ωστόσο η εμπρηστική ρητορική λειτούργησε, κατά τα φαινόμενα, ώστε να ατσαλώσει τη στήριξη που χρειαζόταν ο πρόεδρος από τους Τούρκους του εξωτερικού για να κερδίσει. Στη Γερμανία, στη Γαλλία, στην Ολλανδία, στην Αυστρία και στο Βέλγιο, η ψήφος υπέρ του «ναι» προηγήθηκε με μεγάλη διαφορά. (Σε άλλες χώρες του εξωτερικού, στη Βρετανία, στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία και στον Καναδά, όπου ο Ερντογάν δαπάνησε μικρότερο πολιτικό κεφάλαιο για την εκστρατεία του πριν το δημοψήφισμα, υπερίσχυσε η ψήφος υπέρ του «όχι»). Όπως είπε ο Ερντογάν πριν το δημοψήφισμα, «Δεν με ενδιαφέρει τι λένε ο Χανς, ο Τζορτζ ή η Χέλγκα, με ενδιαφέρει τι λένε ο Χασάν, ο Αχμέτ, ο Μεχμέτ, η Αϊσέ και η Φατμά. Με ενδιαφέρει τι λέει ο Θεός».



Με την οριακή νίκη, που αναμφίβολα οφείλεται και στους Τούρκους ψηφοφόρους σε διάφορα μέρη της Ευρώπης, ο Ερντογάν θα μπορεί τώρα να διευρύνει δραματικά τις εξουσίες του και να παρατείνει την πολιτική του θητεία. Θα συνεχίσει επίσης να χρησιμοποιεί την αποδοκιμασία για να τονώσει το εθνικιστικό αίσθημα όπως και όταν τον βολεύει. Ήδη ο Ερντογάν αφήνει να εννοηθεί πως θα μπορούσαν να διενεργηθούν επιπλέον δημοψηφίσματα, με θέματα την επαναφορά της θανατικής ποινής και το αν αξίζει να συνεχίσει η χώρα να επιδιώκει την ένταξη στην ΕΕ.

Η πραγματικότητα, φυσικά, είναι πως οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις ποτέ δεν σκόπευαν να προσκαλέσουν μια μεγάλη, κατά κύριο λόγο μουσουλμανική χώρα στο ήδη εύθραυστο μπλοκ τους, όμως θα μπορούσαν και πάλι να «κουνήσουν» την ενταξιακή διαδικασία σαν καρότο στις διαπραγματεύσεις, ώστε να διαμορφώσουν την τουρκική συμπεριφορά. Ομοίως, η κυβέρνηση Ερντογάν έχει σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιήσει την ενταξιακή διαδικασία ως πλατφόρμα δημοσίων σχέσεων, για να πείσει τους σκεπτικιστές τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό πως η Τουρκία θέλει να έχει «πάτημα» στη Δύση.

Το «θέατρο» όμως πλησιάζει στο τέλος του, με τους εθνικιστές και από τις δύο πλευρές να κατεβάζουν την αυλαία. Καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να χειριστεί τα θέματα της εθνικής ταυτότητας και καθώς τα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης σταδιακά διαλύονται, ο Ερντογάν θα έχει μικρότερο περιθώριο να επιβεβαιώσει τα συμφέροντα του Χασάν αντί της Χέλγκα, στο Βερολίνο. Και καθώς αποκαλύφθηκε η βαθιά πόλωση του τουρκικού εκλογικού σώματος, ο Ερντογάν θα αξιοποιήσει τα πιο ισχυρά ρεύματα του εθνικισμού για να διατηρήσει τη στήριξη από το ήμισυ του τουρκικού πληθυσμού.

Όπως έδειξε η υπερίσχυση του «όχι» στις τρεις μεγαλύτερες μητροπόλεις της Τουρκίας -στην Κωνσταντινούπολη, την Άγκυρα και τη Σμύρνη-, ο Ερντογάν γνωρίζει πως δεν έχει πολλές πιθανότητες να ξαναφέρει στο πλευρό του την κοσμική και εξευρωπαϊσμένη κεμαλική ελίτ.

Και έτσι θα καταφύγει σε πιο έκτακτα μέτρα για να συγκεντρώσει εξουσία όσο μπορεί, αρνούμενος -και χρησιμοποιώντας ως όπλο- τα ευρωπαϊκά «μαθήματα» περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v