Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για Ελλάδα και πιστωτές

Πιθανό το κλείσιμο της αξιολόγησης πριν τις ολλανδικές εκλογές, όμως οι πιστωτές δεν θα συμφωνήσουν σε σημαντική ελάφρυνση του χρέους πριν από τις γερμανικές εκλογές. Το εύθραυστο πολιτικό σύστημα και οι κοινωνικές αναταραχές.

Ο χρόνος μετρά αντίστροφα για Ελλάδα και πιστωτές

Ο χρόνος κυλά γρήγορα για την Ελλάδα και τους πιστωτές της. Και οι δύο πλευρές έχουν ισχυρό κίνητρο να κλείσουν την αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος διάσωσης της χώρας μέχρι τον Μάρτιο. Όμως, παρά την αίσθηση του επείγοντος, η πρόσφατη συνάντηση των εκπροσώπων των δύο πλευρών έληξε χωρίς συμφωνία.

Η κυβέρνηση στην Αθήνα αρνείται να προχωρήσει τους όρους που έχουν θέσει οι πιστωτές προκειμένου να λάβει την επόμενη δόση, στους οποίους περιλαμβάνονται εργασιακές μεταρρυθμίσεις και μεταρρυθμίσεις στον τομέα της ενέργειας, καθώς και δέσμευση για περικοπές δαπανών και δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις πέραν της λήξης του προγράμματος το 2018. Η πίεση για επίτευξη συμφωνίας εξακολουθεί να είναι τόσο μεγάλη και προς τις δύο πλευρές, ώστε να είναι εφικτή μια συμφωνία, όμως πιθανότατα θα συνεχιστούν για εβδομάδες οι διαπραγματεύσεις.

Το ιδανικό για την Ελλάδα και τους δανειστές θα ήταν η επίτευξη μιας συμφωνίας μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου, όταν έχει προγραμματιστεί η συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης. Όμως το Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου κατέληξε χωρίς να οριστεί ημερομηνία επιστροφής των εκπροσώπων των πιστωτών στην Αθήνα, προκειμένου να αξιολογήσουν την κατάσταση του προγράμματος διάσωσης.

Η ελληνική κυβέρνηση θέλει η αξιολόγηση να ολοκληρωθεί πριν τον Μάρτιο, ώστε τα ομόλογά της να είναι επιλέξιμα για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κάτι που θα οδηγούσε σε χαμηλότερο κόστος δανεισμού για την Ελλάδα (η Αθήνα ελπίζει να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους). Όμως, ακόμα και αν η Αθήνα και οι πιστωτές της καταλήξουν σε συμφωνία, η ΕΚΤ ίσως να μη συμπεριλάβει τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα, λόγω των αμφιβολιών για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.

Οι πιστωτές της Ελλάδας, με τη σειρά τους, θα ήθελαν να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις πριν τις εθνικές εκλογές σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, αρχής γενομένης των ολλανδικών εκλογών του Μαρτίου. Θα ακολουθήσουν οι εκλογές στη Γαλλία τον Απρίλιο και στη Γερμανία τον Σεπτέμβριο. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν θέλουν το ελληνικό χρέος να γίνει θέμα στις προεκλογικές εκστρατείες.

Η Ελλάδα θα έρθει αντιμέτωπη με αρκετές προθεσμίες αποπληρωμής χρέους το 2017, η πιο κρίσιμη όμως είναι τον Ιούλιο, που η Αθήνα πρέπει να πληρώσει περίπου 6 δισ. ευρώ σε αρκετούς πιστωτές, περιλαμβανομένης της ΕΚΤ. Για να κάνει αυτές τις πληρωμές, χρειάζεται τα χρήματα της διάσωσης, τα οποία παρακρατούνται στην τρέχουσα διαπραγμάτευση. Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της Αθήνας και των πιστωτών της θα μπορούσαν να συνεχιστούν μέχρι να πλησιάσει αυτή η προθεσμία, όμως αυτό θα έφερνε και πάλι την Ελλάδα κοντά στην κήρυξη χρεοστασίου. Καμιά πλευρά δεν θέλει να το διακινδυνεύσει αυτό.

Δημοσιονομικοί στόχοι και ελάφρυνση χρέους

Ένα από τα μεγαλύτερα «αγκάθια» του προγράμματος διάσωσης της Ελλάδας είναι οι στόχοι που θέτει για το πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο εξαιρεί τα χρήματα που κατευθύνονται για την αποπληρωμή χρεών. Οι όροι του προγράμματος προβλέπουν ότι το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού της Ελλάδας πρέπει να φτάσει το 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2018. Η Ελλάδα εμφάνισε πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ το 2015 και, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, το πλεόνασμα του 2016 θα είναι γύρω στο 2%, λόγω της σημαντικής αύξησης των φορολογικών εσόδων. Όμως ο στόχος του 2018 ίσως να μην μπορεί να επιτευχθεί.

Πρόκειται για ένα «ευαίσθητο» ζήτημα για τους πιστωτές της Ελλάδας, οι οποίοι δεν ενέκριναν τον τρόπο με τον οποίον η Αθήνα χρησιμοποίησε μέρος του πλεονάσματός της το 2016. Στα τέλη του προηγούμενου έτους, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε πως οι συνταξιούχοι θα λάβουν «μπόνους», υποστηρίζοντας πως η Ελλάδα «αντέχει» οικονομικά να το χορηγήσει. Έχοντας την πολιτική στο μυαλό του, ο Τσίπρας ήθελε να δείξει στους ψηφοφόρους πως μετά από χρόνια λιτότητας, η κατάσταση της χώρας βελτιώνεται. Όμως οι πιστωτές της Ελλάδας επέκριναν το μέτρο, λέγοντας πως θα έπρεπε πρώτα να είχαν ενημερωθεί.

Τελικά υπήρξε συμβιβασμός και η Αθήνα υποσχέθηκε πως το «μπόνους» δεν θα επαναληφθεί. Οι πιστωτές θέλουν τώρα η Ελλάδα να περάσει μέτρο που θα οδηγήσει σε επιπλέον αυτόματες περικοπές δαπανών, αν η Αθήνα δεν πετύχει τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας έχει επίσης προκαλέσει διαφωνίες μεταξύ του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ΔΝΤ πιστεύει πως οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα διάσωσης θα είναι αδύνατον να επιτευχθούν. Διαφωνεί επίσης με την προσέγγιση της ελληνικής κυβέρνησης, θεωρώντας πως η Αθήνα βασίζεται υπερβολικά πολύ στην αύξηση φόρων, αντί να εισάγει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που το ΔΝΤ θεωρεί ότι είναι απαραίτητες.

Ως αποτέλεσμα, το ΔΝΤ μέχρι στιγμής αρνείται να συμμετάσχει στο τρίτο πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας. Και η συμμετοχή του ΔΝΤ είναι βασικός στόχος για τη Γερμανία, βασικό υποστηρικτή της διάσωσης, η κυβέρνηση της οποίας υποσχέθηκε στο κοινοβούλιό της πως το ΔΝΤ θα συμμετέχει. Αξιωματούχοι της ΕΕ και του ΔΝΤ συζητούν τρόπους για να συμμετέχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα.

Το συνολικό χρέος της ελληνικής κυβέρνησης ανέρχεται γύρω στο 180% του ΑΕΠ, το υψηλότερο στην ευρωζώνη. Το μεγαλύτερο μέρος του χρέους αυτού είναι προς τους επίσημους πιστωτές της Ελλάδας, στους οποίους περιλαμβάνονται τα δύο ταμεία διάσωσης της ευρωζώνης (EFSF και ESM), η ΕΚΤ και το ΔΝΤ. Αυτό μειώνει τον κίνδυνο, μια χρεοκοπία της Ελλάδας να βλάψει τους ιδιώτες επενδυτές, κάτι που αποτελούσε πηγή ανησυχίας όταν ξεκίνησαν τα οικονομικά προβλήματα της χώρας πριν από σχεδόν μια δεκαετία.

Η μεγαλύτερη ανησυχία σήμερα είναι πως μια χρεοκοπία της Ελλάδας θα την αναγκάσει να φύγει από την ευρωζώνη, κάτι που θα δημιουργούσε πιέσεις στους άλλους «αδύναμους κρίκους» της νομισματικής ένωσης, περιλαμβανομένων της Ιταλίας και της Ισπανίας, απειλώντας την ύπαρξη της ευρωζώνης.



Κατά το παρελθόν, η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε να διαγράψει μέρος του χρέους της, όμως η τρέχουσα συζήτηση επικεντρώνεται στο πώς να γίνει πιο διαχειρίσιμο το χρέος χωρίς να διαγραφεί. Υπό τους όρους του προγράμματος διάσωσης, οι αποπληρωμές του ελληνικού χρέους θα παραταθούν μέχρι το 2060.

Το ΔΝΤ έχει προτείνει να τεθεί μορατόριουμ σε όλες τις πληρωμές μέχρι το 2040, παρατείνοντας τις λήξεις του ελληνικού χρέους μέχρι τη δεκαετία του 2080 και εισάγοντας σταθερό επιτόκιο για το χρέος. Τα σημερινά επιτόκια για την Ελλάδα είναι χαμηλά, όμως υπόκεινται στις διακυμάνσεις της αγοράς.

Οι προτάσεις αυτές είναι πολιτικά ευαίσθητες για χώρες όπως η Γερμανία, όπου οι ψηφοφόροι βλέπουν με καχυποψία τη βοήθεια προς χώρες της Νότιας Ευρώπης. Εσωτερικό έγγραφο του ΔΝΤ που διέρρευσε πρόσφατα στα ΜΜΕ προειδοποιεί πως αν δεν υπάρξουν αλλαγές, το ελληνικό χρέος θα μπορούσε να αγγίξει το 275% του ΑΕΠ μέχρι το 2060. Ανακοίνωση που εξέδωσε στις 29 Ιανουαρίου ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, όμως, διαβεβαίωνε πως το ελληνικό χρέος εξακολουθεί να είναι διαχειρίσιμο.

Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης ενέκριναν κάποια «διακοσμητικά» μέτρα ελάφρυνσης του χρέους στα τέλη του 2016, όμως η Ελλάδα πιθανότατα δεν θα εξασφαλίσει σημαντική ελάφρυνση του χρέους της φέτος. Οι κυβερνήσεις στις χώρες όπου θα διενεργηθούν εκλογές, θα είναι απρόθυμες να συμφωνήσουν σε οποιοδήποτε τέτοιο σχέδιο.

Το Βερολίνο και οι σύμμαχοί του στη Βόρεια Ευρώπη επιμένουν πως η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει την ελάφρυνση χρέους μόνον αφού λήξει το τρέχον πρόγραμμα διάσωσης, στα μέσα του 2018. Όμως ο Τσίπρας και η κυβέρνησή του έχουν δαπανήσει σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο για να πείσουν τους Έλληνες πολίτες πως τα μέτρα λιτότητας είναι ένα απαραίτητο κακό που θα οδηγήσει σε ελάφρυνση χρέους από τους πιστωτές. Με την ελάφρυνση του χρέους να έχει βγει προσωρινά από το τραπέζι, η κυβέρνησή του θα πιέσει για ηπιότερους δημοσιονομικούς στόχους και για βραδύτερο ρυθμό οικονομικής μεταρρύθμισης.

Ο πολιτικός κίνδυνος της λιτότητας

Ο κυβερνητικός συνασπισμός στην Ελλάδα έχει μια ισχνή πλειοψηφία στη Βουλή, κάτι που σημαίνει πως ακόμα και μια μικρή ανταρσία βουλευτών μπορεί να οδηγήσει στην πτώση της. Ο ΣΥΡΙΖΑ και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες πιθανότατα θα προσπαθήσουν να καθυστερήσουν τις εκλογές για όσο το δυνατόν περισσότερο, ιδιαίτερα δεδομένου ότι η Νέα Δημοκρατία προηγείται του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις και οι εκλογές θα μπορούσαν να εκδιώξουν το κυβερνών κόμμα από την εξουσία. Αν όμως ενταθούν οι κοινωνικές αναταραχές λόγω της λιτότητας, τότε η κυβέρνηση ίσως αναγκαστεί να παραιτηθεί.

Ασχέτως του αποτελέσματος των διαπραγματεύσεων της Αθήνας με τους πιστωτές, οι προοπτικές για την Ελλάδα είναι ζοφερές. Ο συνδυασμός του τεράστιου χρέους, του μη ευνοϊκού δημογραφικού προφίλ της χώρας (η Ελλάδα έχει από τα μικρότερα ποσοστά γεννήσεων στον κόσμο) και της χαμηλής παραγωγικότητας, πιθανότατα θα οδηγήσουν σε έτη χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης.

Η κυβέρνηση της Ελλάδας θα συνεχίσει να εξαρτάται από την εξωτερική βοήθεια για να λειτουργήσει. Η υποτονική ανάπτυξη, η υψηλή ανεργία και οι εξωτερικές πιέσεις θα συνεχίσουν να δημιουργούν πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα για την Ελλάδα.

Το πολιτικό σύστημα της χώρας θα μπορούσε να υποστεί σοβαρές πιέσεις από τις συνεχιζόμενες κοινωνικές αναταραχές. Το αντισυστημικό κλίμα που θα οδηγούσε σε προοδευτικό κατακερματισμό του κομματικού συστήματος θα είχε ως αποτέλεσμα κυβερνήσεις συνεργασίας και συχνές εκλογές, περιπλέκοντας την εφαρμογή οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάδυση νέων αντισυστημικών κομμάτων ή ακραίες αλλαγές θέσεων στα υφιστάμενα κόμματα.

Στις αρχές του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ επέκρινε έντονα τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα της Ελλάδας. Όταν κέρδισε τις εκλογές, ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε συστημικό κόμμα, φέρνοντας μέτρα λιτότητας με αντάλλαγμα ένα πρόγραμμα διάσωσης που κράτησε την Ελλάδα στην ευρωζώνη.

Τότε, υπήρχαν αρκετοί Έλληνες που ήθελαν να παραμείνουν στη νομισματική ένωση, ώστε η λιτότητα να είναι ανεκτή. Όμως, η συνέχιση της λαϊκής στήριξης προς την ευρωζώνη δεν είναι δεδομένη, ιδιαίτερα αφού τρία συνεχόμενα προγράμματα διάσωσης δεν κατάφεραν να βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο στη χώρα.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v