Οι ενέργειες της Ρωσίας στην περιφέρεια της Ευρώπης μπορεί να μοιάζουν με το αντίδοτο στον ευρωπαϊκό κατακερματισμό, καθώς οι χώρες συνασπίζονται με τις ΗΠΑ ενάντια σε μια κοινή και γνώριμη απειλή. Ωστόσο, οι διχογνωμίες στην Ευρώπη είναι πιθανό να αυξηθούν λόγω όχι μόνο της ανόδου των εθνικιστικών κομμάτων εν μέσω στάσιμων οικονομικών συνθηκών, αλλά και της ανικανότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να σχηματίσει μια κατανοητή άποψη ως προς το πώς να αντιμετωπίσει τη Ρωσία εν μέσω σημαντικών πολιτικών και οικονομικών πιέσεων στο εσωτερικό της.
Γράψαμε στην ετήσια πρόβλεψή μας πως η Γερμανία θα ανακόψει τις ρωσικές προελάσεις στην Ανατολική Ευρώπη, όμως θα φροντίσει ώστε να μη διακόψει τη στρατηγική της σχέση με τη Μόσχα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα μέλη της θα στηρίξουν επισήμως τη μεταβατική κυβέρνηση του Κιέβου, όμως η Γερμανία και άλλοι θα δώσουν προτεραιότητα στις οικονομικές τους σχέσεις με τη Ρωσία, θα κάνουν σιωπηρές προτάσεις συμφωνίας στη Μόσχα και θα διασφαλίσουν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα φτάσει σε εμπορικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Η ασάφεια ως προς τη θέση της Ευρώπης έναντι της Ρωσίας θα περιορίσει την αμερικανική πολιτική για το ίδιο ζήτημα, διατηρώντας τις προστριβές σε διαχειρίσιμο γενικά επίπεδο.
Η Μόσχα θα ασκήσει στρατηγικές πιέσεις στην Ευρώπη, διατηρώντας παράλληλα σχέσεις εργασίας με το Βερολίνο, το Λονδίνο και το Παρίσι. Η Ρωσία θα βάλει στο στόχαστρο ιδιαίτερα την Ουκρανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία μέσω οικονομικών περιορισμών, υποκινούμενων διαδηλώσεων και αύξησης των στρατευμάτων. Οι χώρες της Βαλτικής και η Πολωνία θα μπορούσαν επίσης να δουν περιορισμούς στο διασυνοριακό εμπόριο, κύματα στρατιωτικών κινήσεων από τη Ρωσία και προκλήσεις και διαδηλώσεις από φιλορωσικές ομάδες.
Αυτή η δυναμική θα οδηγήσει ευρωπαϊκές χώρες να εξετάσουν το ενδεχόμενο αύξησης των αμυντικών τους προϋπολογισμών μετά από χρόνια περικοπών. Η συζήτηση αναφορικά με την εξωτερική και τη στρατιωτική πολιτική θα είναι ιδιαίτερα έντονη στις σκανδιναβική Ευρώπη και στη Βαλτική.
Για τη Σουηδία και τη Φινλανδία, το ζήτημα σημαίνει αμφισβήτηση της ουδετερότητάς τους και εξέταση της συμμετοχής στο ΝΑΤΟ καθώς και μεγαλύτερη αμυντική συνεργασία στην περιοχή. Στη Βαλτική και την Πολωνία, το αίτημα για βαθύτερη περιφερειακή συνεργασία και μεγαλύτερη συμμετοχή των ΗΠΑ θα βρίσκεται ψηλά στην πολιτική ατζέντα. Αν και οι ΗΠΑ προσπαθούν να μετριάσουν την απάντησή τους, τέτοια ζητήματα θα παραμείνουν υπό συζήτηση. Εν τω μεταξύ, το ΝΑΤΟ θα προσπαθήσει να δείξει την προσήλωσή του στην περιοχή με συμβολικά μέτρα, όπως οι αποστολές αεροπορικής αστυνόμευσης και οι υποσχέσεις για αποστολή επιπλέον δυνάμεων και στρατιωτικού εξοπλισμού στο ανατολικό μέτωπο.
Χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης μοιράζονται έναν βαθύ φόβο για τη Ρωσία, όμως διαφωνούν ως προς το πώς και πότε να αντιμετωπίσουν τη Μόσχα. Η Πολωνία θα εκνευριστεί με τους γείτονές της, που δεν έχουν τόση διάθεση να ρισκάρουν, αλλά και με αυτό που εκλαμβάνει ως βραδεία και ανεπαρκή απάντηση των ΗΠΑ στη ρωσική επιθετικότητα.
Αν και η Ουγγαρία, η Τσεχία, η Βουλγαρία και η Σλοβακία θα επικρίνουν τις ενέργειες της Μόσχας στην πρώην σοβιετική περιφέρεια βραχυπρόθεσμα, θα συνεχίσουν να ενδιαφέρονται για ανάπτυξη εμπορικών και ενεργειακών σχέσεων με τη Ρωσία. Αυτό θα αμβλύνει τις όποιες δυτικές προσπάθειες να κλιμακώσουν σημαντικά τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας ή να δυσκολέψουν τα σχέδιά της για την κατασκευή του αγωγού South Stream, ο οποίος θα παρακάμπτει την Ουκρανία και θα εξυπηρετεί την Κεντρική Ευρώπη.
Στην Ευρώπη, διάφορες χώρες θα εξετάσουν το πώς θα απεξαρτηθούν ενεργειακά από τη Ρωσία, όμως δεν αναμένουμε να υπάρξει αλλαγή πολιτικής το β' τρίμηνο, καθώς κάθε χώρα θέτει ως προτεραιότητα τη διατήρηση των τιμών ενέργειας σε πολιτικά ανεκτά επίπεδα. Εν τω μεταξύ, η Γερμανία θα προχωρήσει σε μεταρρύθμιση της ενεργειακής πολιτικής της το β' τρίμηνο για να μειώσει το κόστος της μετάβασης στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (διαδικασία που είχε ξεκινήσει χρόνια πριν ξεσπάσει η κρίση στην Ουκρανία).
Η άνοδος των εθνικιστών
Μία από τις κύριες τάσεις που περιέγραψε το Stratfor στην ετήσια πρόβλεψή του για το 2014 είναι η άνοδος των εθνικιστικών και ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων στην Ευρώπη. Η τάση αυτή θα γίνει ιδιαίτερα εμφανής το β' τρίμηνο, καθώς τα κόμματα αυτά θα έχουν ισχυρές επιδόσεις στις ευρωεκλογές του Μαΐου. Σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ολλανδία, η Βρετανία, η Ιταλία, η Φινλανδία, και, σε μικρότερο βαθμό, η Γερμανία, τα αντικαθεστωτικά κόμματα θα επωφεληθούν από τη λαϊκή δυσαρέσκεια έναντι των εθνικών κυβερνήσεων και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εκλογές θα σημαδευθούν επίσης από χαμηλά επίπεδα συμμετοχής, λόγω του αυξανόμενου αριθμού των πολιτών που έχουν απογοητευτεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτές οι εκλογές θα είναι σημαντικές τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., όπως η Βρετανία, η Γαλλία και η Γερμανία, η άνοδος των εθνικιστικών κομμάτων θα αναγκάσει τα κόμματα του κατεστημένου να υιοθετήσουν διάφορα ζητήματα από την ατζέντα των εθνικιστών. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα την τήρηση αυστηρότερης στάσης στο θέμα της μετανάστευσης, αλλά και σε φωνές που θα ζητούν περιορισμό της επιρροής των Βρυξελλών στις εθνικές πολιτικές. Οι εκλογές πιθανότατα θα δημιουργήσουν τριβές εντός των εθνικών κυβερνήσεων, και περισσότερο στη Γαλλία, όπου το νέο υπουργικό συμβούλιο θα αγωνιστεί να ξεπεράσει τις εσωτερικές διαμάχες για να καταρτίσει μια συνεκτική πολιτική. Όσο περισσότερο οι εθνικές κυβερνήσεις θα αγωνίζονται να περιορίσουν την άνοδο των εθνικιστικών στοιχείων, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να συντονίσουν τις πολιτικές σε επίπεδο Ε.Ε.
Ωστόσο, ακόμα και αν συνεχίσει να αυξάνεται η δημοφιλία τους στο εσωτερικό, οι εθνικιστικές ομάδες θα πρέπει να προσπαθήσουν πολύ σκληρά για να σχηματίσουν μια συμπαγή συμμαχία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μικρά κόμματα (όπως η Χρυσή Αυγή στην Ελλάδα και το Jobbik στην Ουγγαρία) θα εξαιρεθούν από τη συμμαχία αυτή, ενώ άλλα (όπως το βρετανικό Κόμμα της Ανεξαρτησίας) θα αποφασίσουν να μη συμμετάσχουν. Για την ώρα, οι διαφορές μεταξύ των εθνικιστικών κομμάτων δεν θα τα αφήσουν να αμφισβητήσουν την υπεροχή των δύο μεγαλύτερων κομμάτων (του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και των Ευρωσοσιαλιστών). Ωστόσο, τα βασικά κόμματα θα δεχθούν πιέσεις για μεταξύ τους συμβιβασμό σε ορισμένα ζητήματα, ώστε να περιορίσουν την επιρροή των εθνικιστών. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο περιορισμένη ευρωπαϊκή πολιτική μακροπρόθεσμα, σε ζητήματα που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας.
Τα όρια της επιρροής των Βρυξελλών θα φανούν στην Ουγγαρία, όπου το δεξιό κόμμα Fidesz του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν θα χρησιμοποιήσει την εκλογική ισχύ του για να συνεχίσει να αντιστέκεται στους ευρωπαϊκούς κανόνες, εφαρμόζοντας πολιτικές που κοστίζουν ακριβά στις ξένες τράπεζες και αυξάνοντας τον κρατικό έλεγχο στον ενεργειακό τομέα. Η Βουδαπέστη θα μπορέσει επίσης να περιορίσει τις δημόσιες δαπάνες της αυτό το τρίμηνο, μετά τις εκλογές. Η Ουγγαρία, όπως πολλές από τις γειτονικές της χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, θα διατηρήσει επίσης συνεργατική σχέση με τη Ρωσία σε εμπορικά ζητήματα.
Δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις και πρόοδος στην τραπεζική ένωση
Κατά τη διάρκεια του β' τριμήνου, το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο και τα κράτη-μέλη θα εγκρίνουν τη δημιουργία του επονομαζόμενου ενιαίου μηχανισμού εκκαθάρισης και του ταμείου διάσωσης, που αποτελούν την τελική φάση της τραπεζικής ένωσης. Αυτή η συμφωνία θα καθορίσει τις κοινές ευθύνες σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των προβληματικών τραπεζών, με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη-μέλη να μοιράζονται ευθύνες στη λήψη αποφάσεων.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα παίζει τον πρωταρχικό ρόλο στην απόφαση για κλείσιμο τραπεζών, όμως οι εθνικές κυβερνήσεις πιθανότατα θα έχουν εργαλεία για να αντικρούσουν την απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας. Ένα διασυνοριακό ταμείο που θα παρέχει βοήθεια στις προβληματικές τράπεζες θα δημιουργηθεί σε ένα διάστημα οκτώ ετών, κατά το οποίο το πολιτικό σκηνικό στην Ευρώπη είναι πιθανό να γίνει πιο εθνικιστικό και επιφυλακτικό ως προς τέτοιες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα περιορίζουν την εθνική κυριαρχία. Αν και θα παρατηρείται πολιτική πρόοδος στη δημιουργία της τραπεζικής ένωσης αυτό το τρίμηνο, θα εξακολουθήσουν να υφίστανται οι βαθιές ανησυχίες αναφορικά με τη σταθερότητα του χρηματοοικονομικού τομέα της Ευρώπης.
Η άνοδος των αντικαθεστωτικών δυνάμεων σε όλη την Ευρώπη και η έλλειψη αισιοδοξίας αναφορικά με την τροχιά ανάπτυξης της ηπείρου θα είναι τα σημεία που θα καθοδηγήσουν τη συζήτηση εντός της Γερμανίας ως προς το πώς να προετοιμαστεί η χώρα για την αντιμετώπιση μεγαλύτερων δυσκολιών στη διαχείριση της κρίσης της ευρωζώνης. Μια μυστική συζήτηση εντός της κυβέρνησης αναφορικά με το πώς να τιθασευτεί το Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο θα είναι σημαντική εκδήλωση αυτής της τάσης.
Το δεύτερο τρίμηνο θα σημαδευτεί επίσης από διαμάχη αναφορικά με τις δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις στη νότια Ευρώπη, καθώς αρκετές κυβερνήσεις θα προχωρήσουν σε τροποποίηση των φορολογικών τους συστημάτων προκειμένου να τονώσουν τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Οι χώρες αυτές θα χάσουν τους στόχους για τα ελλείμματα, και οι μεταρρυθμίσεις θα έχουν περιορισμένη επίδραση τους επόμενους τρεις μήνες.
Η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία θα παρουσιάσουν δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις, σε ορισμένες περιπτώσεις μειώνοντας τους φόρους στα προσωπικά εισοδήματα και σε άλλες μειώνοντας τη φορολογία των επιχειρήσεων.
Οι αυξήσεις των φόρων σε άλλους τομείς και οι μέτριες περικοπές δαπανών θα καλύψουν την επίπτωση που θα έχουν οι μειώσεις φόρων στα κρατικά έσοδα. Οι προειδοποιήσεις της Ε.Ε. για τη μη παράβαση των ορίων ελλείμματος θα αγνοηθούν σε μεγάλο βαθμό. Οι μεταρρυθμίσεις θα εγκριθούν από τα εθνικά κοινοβούλια προς το τέλος του β' τριμήνου ή στις αρχές του γ' τριμήνου, πριν από τις θερινές διακοπές. Οι επιπτώσεις τους δεν θα γίνουν αισθητές βραχυπρόθεσμα, και μόνο οριακές μειώσεις στην ανεργία μπορούν να αναμένονται για το υπόλοιπο του έτους.
Η Πορτογαλία θα τερματίσει το πρόγραμμα διάσωσής της τον Μάιο. Η πορτογαλική κυβέρνηση θα βρεθεί υπό ισχυρή πίεση από την αντιπολίτευση και τον πορτογαλικό λαό να μη ζητήσει προληπτική γραμμή πίστωσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που θα μπορούσε να συνδεθεί με περαιτέρω οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ακολουθώντας τα βήματα της Ιρλανδίας, η Λισαβόνα θα αποφασίσει να μη ζητήσει αυτήν τη βοήθεια, ώστε να αποφύγει μια πολιτική κρίση στο εσωτερικό της. Ωστόσο, η προσφορά από το ΔΝΤ και την Ε.Ε. θα εξακολουθήσει να είναι διαθέσιμη εάν η Λισαβόνα αποφασίσει αργότερα να την αποδεχθεί.
Έχοντας καταλήξει σε συμφωνία με τους πιστωτές της στα τέλη Μαρτίου, η Ελλάδα θα περάσει το τρίμηνο εγκρίνοντας ορισμένα από τα μέτρα που συζητήθηκαν με την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Η Αθήνα θα προσπαθήσει να βρει μια ισορροπία μεταξύ της έγκρισης επιπλέον περικοπών δαπανών στον δημόσιο τομέα και της χαλάρωσης των φόρων που πληρώνουν εργοδότες και εργαζόμενοι. Αν και ορισμένα από αυτά τα μέτρα θα οδηγήσουν σε διαδηλώσεις και θα δημιουργήσουν τριβές εντός του εύθραυστου κυβερνητικού συνασπισμού, το Stratfor δεν αναμένει να πέσει η ελληνική κυβέρνηση αυτό το τρίμηνο.
Η Αθήνα θα συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της για περαιτέρω βοήθεια. Είναι απίθανο να οριστικοποιηθεί συμφωνία μέσα στους επόμενους τρεις μήνες, όμως η Ελλάδα είναι πιθανό να λάβει επιπλέον βοήθεια (με τη μορφή κι άλλων δανείων ή καλύτερων όρων αποπληρωμής) αργότερα φέτος.