Πριν από περίπου δύο χρόνια, η περιοχή και η ευρύτερη διεθνής κοινότητα χαιρέτισαν τη γεωπολιτική «επανεμφάνιση» της Τουρκίας -καθοδηγούμενη από το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν- ως αναχώματος στην ιρανική επιρροή. Τότε ήρθε η Αραβική Άνοιξη, φέρνοντας μια μεγάλη ευκαιρία για την Άγκυρα να διευρύνει το γεωπολιτικό της αποτύπωμα στη Μέση Ανατολή, έναν βασικό τουρκικό στόχο που είχε μπλοκαριστεί από την ιρανική επιρροή. Τώρα, όμως, φαίνεται πως η Άγκυρα έχει χάσει περισσότερα από αυτά που προσπάθησε να κερδίσει σε περιοχές από την Ανατολική Μεσόγειο μέχρι τον Περσικό Κόλπο.
Ο Σαλέχ Μουσλίμ, ηγέτης του κύριου συροκουρδικού κινήματος, του κόμματος της Δημοκρατικής Ένωσης (PYD), μετέβη στην Κωνσταντινούπολη προ ημερών γι' αυτό που ο τουρκικός Τύπος χαρακτηρίζει απροσδόκητες διαπραγματεύσεις με την ηγεσία των υπηρεσιών εθνικής ασφαλείας της Τουρκίας. Η επίσκεψη πραγματοποιήθηκε μία ημέρα αφότου ο Ερντογάν είχε έκτακτη σύσκεψη με τους κορυφαίους συνεργάτες του για να συζητήσει τις εξελίξεις στη Βόρεια Συρία. Πρόσφατα, το PYD ανακοίνωσε ότι προσπαθεί να διακηρύξει μια αυτόνομη συροκουρδική περιοχή. Νωρίτερα, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου είχε δηλώσει σε δημοσιογράφους πως αυτό δεν είναι αποδεκτό.
Η ανακοίνωση του PYD έρχεται σε μια κακή περίοδο για την περιφερειακή κουρδική στρατηγική της Τουρκίας. Οι προσπάθειες της Άγκυρας να χρησιμοποιήσει τις προσφάτως αναπτυχθείσες σχέσεις με τους Κούρδους του Ιράν ως μοχλό για να προσπαθήσει να βάλει τέλος στις επαναστατικές κινήσεις των Κούρδων αυτονομιστών εντός του τουρκικού εδάφους δεν φαίνεται να προχωρούν. Επιπλέον, η Τουρκία έρχεται τώρα αντιμέτωπη με την προοπτική όχι μιας, αλλά δύο αυτόνομων κουρδικών περιοχών στα νοτιοανατολικά της σύνορα.
Την κατάσταση τη χειροτερεύει το γεγονός ότι το PYD έχει αυξήσει τελευταία την αξιοπιστία του διεθνώς, αφού το ένοπλο τμήμα του, οι Λαϊκές Αμυντικές Μονάδες (People's Defense Units), πολέμησε κατά της συριακής τζιχαντικής ομάδας Τζαμπχάτ αλ Νούσρα, που συνδέεται με την Αλ Κάιντα. Με άλλα λόγια, η Τουρκία έχει εγκλωβιστεί μεταξύ του τζιχαντισμού και των κουρδικών κινήσεων αυτονομίας. Βεβαίως, δεν μπορεί να συνεργαστεί με τους τζιχαντιστές, όμως η Άγκυρα μπορεί τουλάχιστον να προσπαθήσει να διαπραγματευτεί με τους Κούρδους της Συρίας.
Οι Τούρκοι φαίνονται λιγότερο σίγουροι ότι οι διπλωματικές τους προσπάθειες θα στεφθούν από επιτυχία. Άρθρο που δημοσιεύθηκε στη φιλοκυβερνητική εφημερίδα Sabah, προειδοποιούσε ότι η ειρηνευτική διαδικασία δεν θα έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα και ισχυρίστηκε ότι απώτερος στόχος των Κούρδων είναι να εδραιώσουν ένα περιφερειακό κουρδικό κράτος σε εδάφη από το Ιράν, την Τουρκία, τη Συρία και το Ιράκ. Οι Τούρκοι από καιρό γνωρίζουν πως ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία κάποια στιγμή θα ενδυναμώσει τους Κούρδους, όμως ήλπιζαν ότι το σουνιτικό καθεστώς της Συρίας, το οποίο τάσσεται υπέρ της Άγκυρας, θα βοηθήσει ώστε να περιοριστούν οι Κούρδοι της Συρίας.
Με το καθεστώς του Σύριου προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ να βρίσκεται στον αέρα, αυτό το αποτέλεσμα δεν φαίνεται πλέον ρεαλιστικό. Το καθεστώς εξακολουθεί να είναι ανήμπορο να δείξει τη δύναμή του σε περιοχές στα βόρεια και στα ανατολικά, γεγονός που έχει δώσει στους Κούρδους της Συρίας και στους τζιχαντιστές μεγάλο περιθώριο για να δραστηριοποιηθούν. Την ίδια ώρα, όμως, το καθεστώς της Συρίας -και μαζί με αυτό και η επιρροή του Ιράν- παραμένει.
Η Συρία δεν είναι η μόνη περιοχή όπου οι Τούρκοι αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Η πτώση της κυβέρνησης του Μοχάμεντ Μόρσι στην Αίγυπτο αποτελεί ένα ακόμα εμπόδιο για την Άγκυρα. Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει κατηγορήσει τον αιγυπτιακό στρατό για υποκίνηση του πραξικοπήματος που οδήγησε σε απομάκρυνση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας από την εξουσία, γεγονός που οδήγησε σε επιδείνωση των σχέσεων Άγκυρας-Καΐρου.
Επιπλέον, η στήριξη της Τουρκίας στη Μουσουλμανική Αδελφότητα έχει εξοργίσει τη Σαουδική Αραβία. Σε άρθρο γνώμης στη μεγάλη σαουδαραβική εφημερίδα al-Sharq al-Awsat την Πέμπτη, επιφανής Σαουδάραβας αρθρογράφος κατέκρινε την τουρκική πολιτική έναντι της Αιγύπτου. Ο Αμπντουλάχ αλ-Οταϊμπί κατηγόρησε την κυβέρνηση Ερντογάν ότι προσπαθεί να επιδιώξει «νεοοθωμανικές» φιλοδοξίες που απειλούν τα συμφέροντα της Σαουδικής Αραβίας και των συμμάχων του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου.
Η ανατροπή της κυβέρνησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας έχει προκαλέσει προβλήματα στην τουρκική πολιτική και στο παλαιστινιακό μέτωπο. Εδώ και αρκετά χρόνια, οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ δεν είναι καλές, ιδιαίτερα μετά το περιστατικό με τον στολίσκο το 2010. Η Τουρκία ήλπιζε πως μια κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στο Κάιρο θα επέτρεπε στην Άγκυρα να ενισχύσει την επιρροή της στη Λωρίδα της Γάζας, κάτι που πλέον δεν είναι πιθανό, δεδομένου ότι όχι μόνο δεν βρίσκεται πλέον στην εξουσία ο Μόρσι, αλλά και γιατί οι στρατιωτικοί ηγέτες της Αιγύπτου τηρούν επιθετική στάση έναντι της Χαμάς.
Εν ολίγοις, η Τουρκία όχι μόνο δεν έχει καταφέρει να επεκτείνει τη γεωπολιτική της επιρροή, αλλά έχει αποτύχει και να αντισταθμίσει και την επιρροή του Ιράν. Αντιμετωπίζει πολύ μεγαλύτερη κουρδική απειλή, αλλά και μια τζιχαντική απειλή στα νότιά της. Έχει οξύνει τις σχέσεις της με τα δύο μεγάλα αραβικά κράτη της περιοχής κι έχει χάσει και την ισχύ της στη διαμάχη Ισραηλινών - Παλαιστινίων.