Ο μετασχηματισμός της κινεζικής οικονομίας, τον οποίο το Stratfor έχει προβλέψει και είχε αναλύσει εδώ και χρόνια, προσελκύει τώρα το ενδιαφέρον των ΜΜΕ.Πολλοί έχουν θέσει το ερώτημα πότε θα έρθει η Κίνα αντιμέτωπη με μια οικονομική κρίση και εμείς έχουμε απαντήσει ότι η στιγμή αυτή έχει έρθει εδώ και καιρό – θέση που δεν είναι ευρέως αναγνωρισμένη εκτός Κίνας, και ειδικά στις ΗΠΑ. Mια κρίση μπορεί να υφίσταται προτού αναγνωριστεί. H παραδοχή ότι η κρίση είναι υπαρκτή είναι σημαντική στιγμή, γιατί τότε είναι που οι περισσότεροι αρχίζουν να αλλάζουν τη στάση τους. Το ερώτημα που μας απασχολούσε ήταν πότε η κινεζική οικονομική κρίση θα γίνει κοινά αποδεκτό γεγονός, αλλάζοντας τις ισορροπίες σε παγκόσμιο επίπεδο.
Tην περασμένη εβδομάδα η κρίση ανακοινώθηκε με τον πλέον εμφατικό τρόπο. Tην αρχή έκανε ο αρθρογράφος των New York Times και νομπελίστας οικονομολόγος Paul Krugman, δημοσιεύοντας ένα κομμάτι με τίτλο "Σύγκρουση στο Σινικό Τείχος".
"Τα σημάδια είναι πλέον ξεκάθαρα", γράφει ο P. Krugman. "Η Κίνα αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα. Δεν πρόκειται για κάποιο ανεπαίσθητο πισωγύρισμα, αλλά για κάτι πιο θεμελιώδες. Ολόκληρο το μοντέλο παραγωγής της χώρας, το οικονομικό σύστημα που οδήγησε σε τρεις δεκαετίες απίστευτης ανάπτυξης, έφθασε στα όριά του. Μπορεί να πει κανείς ότι το κινεζικό μοντέλο αναμένεται να χτυπήσει στο Σινικό Τείχος και το μόνο ερώτημα που απομένει είναι πόσο μεγάλη θα είναι η σύγκρουση".
Λίγες μέρες αργότερα, ο Ben Levisohn έγραψε ένα άρθρο στο Barrons με τίτλο "Σημάδια καπνού από την Κίνα".
"Στην κλασική ταινία καταστροφής «Ο πύργος της κολάσεως» oι πρωταγωνιστές αγνοούν μια φωτιά σε μια αποθήκη γιατί θεωρούν ότι είναι υπό έλεγχο. Κάνουν το ίδιο λάθος οι επενδυτές με την Κίνα;" διερωτάται στο άρθρο ο B. Levisohn, και απαντά: "Σε αντίθεση με πριν από τρεις μήνες, όταν οι επενδυτές έβαζαν μεγάλα στοιχήματα ότι η ηγεσία της Κίνας θα ρίξει χρήμα στην οικονομία για να τονώσει την ανάπτυξη, οι αγορές φαίνεται να έχουν αποδεχτεί το γεγονός ότι η ασθενική ανάπτυξη για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου είναι η νέα πραγματικότητα".
Εν τω μεταξύ, η Goldman Sachs – όπου τον Νοέμβριο του 2001 ο Jim O'Neill επινόησε τον όρο BRICs και προέβλεψε ότι η Κίνα μπορεί να περάσει ως οικονομία τις ΗΠΑ μέχρι το 2028 – έκοψε την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη της χώρας στο 7,4%.
Oι Νew York Times, το Barrons και η Goldman Sachs αποτελούν ένα βαρόμετρο για την κοινή γνώμη.
Ως εκ τούτου, όταν και οι τρεις ανακοινώνουν σχεδόν ταυτόχρονα ότι η οικονομική κατάσταση στην Κίνα είναι από απογοητευτική ως και στα πρόθυρα της κατάρρευσης, αλλάζουν τον τρόπο που σκέφτεται η κοινή γνώμη για την Κίνα. H συζήτηση μετατοπίζεται πλέον από τις προβλέψεις για το πόσο γρήγορα η χώρα θα ξεπεράσει τις ΗΠΑ στον προβληματισμό για το μέγεθος των συνεπειών από ένα κινεζικό κραχ.
Η αμφισβήτηση της Κίνας
Η ξαφνική σύμπλευση του Stratfor με τη συμβατική σοφία όσον αφορά την Κίνα φαίνεται, πρέπει να ομολογήσω, κάπως περίεργη. Έχοντας σημειώσει πρώτοι πριν από χρόνια τις αντιφάσεις στην ανάπτυξη της Κίνας, όταν οι περισσότεροι την αντιμετώπιζαν ως το θαύμα που δεν έγινε ποτέ η Ιαπωνία, και έχοντας δεχθεί επικρίσεις ότι δεν καταλαβαίνουμε τις αλλαγές στην παγκόσμια ισορροπία δυνάμεων, είναι ανακουφιστικό να βλέπουμε τώρα πως δεν είμαστε μόνοι.
Τα τελευταία δύο χρόνια αυξήθηκε ο αριθμός όσων αμφισβητούν την Κίνα. Αλλά τους τελευταίους μήνες υπήρξε μια αλλαγή. Περάσαμε από την αντίληψη πως δεν υπάρχει κάτι που οι Κινέζοι δεν μπορούν να λύσουν στη συνειδητοποίηση ότι η Κίνα βρίσκεται σε αδιέξοδο.
Η αλήθεια είναι πως βρίσκεται σε αδιέξοδο εδώ και καιρό. Ένας παράγοντας που έκρυβε την εξασθένισή της είναι τα "κινέζικα στατιστικά", τα οποία σύμφωνα με τον Krugman είναι τα πλέον αναξιόπιστα. Η Κίνα είναι μια τεράστια χώρα σε έκταση και πληθυσμό. Η συγκέντρωση πληροφοριών για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται θα ήταν πολύ δύσκολο εγχείρημα, ακόμα και αν η χώρα είχε την πρόθεση να το πραγματοποιήσει.
Αντίθετα, η Κίνα καταλαβαίνει ότι στη Δύση υπάρχει πάντα η πεποίθηση ότι τα στατιστικά στοιχεία της κυβέρνησης έχουν τουλάχιστον μια ελάχιστη σχέση με την πραγματικότητα. Ως εκ τούτου, το Πεκίνο χρησιμοποιεί τα στοιχεία για να διαμορφώσει αντιλήψεις μέσα και έξω από την ίδια για την πορεία της.
Οι Κινέζοι ανακοινώνουν τα στοιχεία για το ετήσιο ΑΕΠ την τρίτη εβδομάδα του Ιανουαρίου (και τα αναθεωρούν μόνο τον επόμενο χρόνο). Δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουν σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα πώς τα πήγαν την προηγούμενη χρονιά, και δεν το γνωρίζουν. Αλλά γνωρίζουν τι θέλουν να πιστεύει ο κόσμος για την κινεζική ανάπτυξη και ο κόσμος τους πιστεύει, και κάπως έτσι φτιάχτηκαν οι φανταστικές ιστορίες για την οικονομική ανάπτυξη.
Η Κίνα είχε όντως μια φανταστική περίοδο ανάπτυξης. Τα τελευταία 30 χρόνια ήταν εντυπωσιακά, αν και πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι Κινέζοι ξεκίνησαν από ένα πολύ χαμηλό σημείο λόγω των πολιτικών της περιόδου του Μάο. Στην αρχή η επίτευξη ανάπτυξης ήταν εύκολη. Ήταν δύσκολο για την Κίνα να τα πάει χειρότερα. Αλλά ένα είναι σίγουρο: η οικονομία της εκτινάχτηκε. Παρ' όλα αυτά, αν υπολογιστεί η οικονομική απόδοση με βάση την κατανάλωση, η Κίνα σύμφωνα με τον P. Krugman είναι ελάχιστα πιο πάνω από την Ιαπωνία. Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στατιστικά στοιχεία για το ΑΕΠ δεν ήταν τα πιο αξιόπιστα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι βρίσκεται πίσω από την Ιαπωνία, χωρίς ωστόσο να είμαστε βέβαιοι.
Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι η οικονομία της αναπτύχθηκε εντυπωσιακά τα τελευταία 30 χρόνια, αλλά κι ότι έχει σταματήσει να αναπτύσσεται με την ίδια ταχύτητα.
Η εκτίναξη του κινεζικού ΑΕΠ βασίστηκε σε ένα πολύ απλό δεδομένο: Οι μισθοί των Κινέζων ήταν πολύ χαμηλότεροι από τους μισθούς στη Δύση και ως εκ τούτου οι Κινέζοι ήταν σε θέση να παράγουν μια σειρά προϊόντα με μικρότερο κόστος από ό,τι στη Δύση. Οι Κινέζοι έφτιαξαν τις επιχειρήσεις τους βασιζόμενοι στο πλεονέκτημα αυτό και οι δυτικές εταιρείες έχτισαν εργοστάσια στην Κίνα για να εκμεταλλευτούν τη διαφορά στο μισθολογικό κόστος. Από τη στιγμή που εξαιτίας των χαμηλών μισθών οι Κινέζοι εργάτες δεν ήταν σε θέση να αγοράσουν πολλά από τα αγαθά που παρήγαν, η Κίνα βάσισε την ανάπτυξή της στις εξαγωγές.
Για να συνεχιστεί το μοντέλο αυτό, θα έπρεπε να διατηρεί τη διαφορά στους μισθούς επ' άπειρον. Αλλά η Κίνα είχε και μια άλλη βασική πολιτική: το Πεκίνο φοβόταν την ανεργία και τις κοινωνικές επιπτώσεις που απορρέουν από αυτήν. Αυτός ήταν ένας λογικός φόβος, αλλά ερχόταν σε αντίθεση με τη βασική πηγή ισχύος της, το πλεονέκτημα στο μισθολογικό κόστος.
Επειδή οι Κινέζοι φοβόντουσαν την ανεργία, η πολιτική τους, όπως εκφραζόταν από τις πολιτικές για τον τραπεζικό δανεισμό, έδινε μεγάλη σημασία στην αποφυγή της ανεργίας μέσα από τη στήριξη επιχειρήσεων που δεν ήταν βιώσιμες. Επιπλέον, η Κίνα χρησιμοποίησε τον τραπεζικό δανεισμό για να χτίσει τεράστιες υποδομές και εμπορικά κτίρια και κατοικίες. Με τον καιρό, η πολιτική αυτή έκανε την οικονομία της αναποτελεσματική. Χωρίς υφέσεις, προκύπτουν δυσλειτουργίες. Η ανάπτυξη της οικονομίας είναι εφικτή, αλλά όχι και η ανάπτυξη της κερδοφορίας. Στο τέλος, η οικονομία θα παρασυρθεί προς τα κάτω από την ίδια της την αναποτελεσματικότητα.
Ανεργία εναντίον πληθωρισμού
Η αναποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων οδηγεί σε αύξηση του κόστους παραγωγής και αυτό ενισχύει τον πληθωρισμό. Όταν παραχωρούνται δάνεια για τη στήριξη αναποτελεσματικών επιχειρήσεων, ο πληθωρισμός αυξάνεται ακόμα περισσότερο. Η αύξηση της αναποτελεσματικότητας συνοδεύεται από την αύξηση της προσφοράς χρήματος που προκαλείται από τον επιθετικό δανεισμό. Καθώς αυτό κράτησε πολλά χρόνια, τα προβλήματα της κινεζικής οικονομίας έχουν γίνει τεράστια.
Το δεύτερο στοιχείο που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι το μέγεθος της φτώχειας στην Κίνα, όπου 900 εκατομμύρια άνθρωποι έχουν ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα περίπου στο ίδιο επίπεδο με αυτό της Γουατεμάλας, της Γεωργίας, της Ινδονησίας ή της Μογκολίας ($3.000 – $3.500), ενώ περίπου 500 εκατομμύρια εξ αυτών έχουν κατά κεφαλήν εισόδημα περίπου στο ίδιο επίπεδο με την Ινδία, τη Νικαράγουα, την Γκάνα, το Ουζμπεκιστάν ή τη Νιγηρία ($1.500 – $1.700).
Το συνολικό κατά κεφαλήν εισόδημα της Κίνας βρίσκεται περίπου στο ίδιο επίπεδο με αυτό της Δομινικανής Δημοκρατίας, της Σερβίας, της Ταϊλάνδης ή της Τζαμάικας. Είναι αδύνατον να τονωθεί μια οικονομία όπου περισσότεροι από 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι ζουν σε συνθήκες βαθιάς φτώχειας.
Η οικονομική τόνωση έχει αποτελέσματα μόνο όταν τα προϊόντα μπορούν να πουληθούν σε καταναλωτές.
Αλλά η συντριπτική πλειονότητα των Κινέζων δεν έχει την οικονομική άνεση να αγοράσει τα προϊόντα που παράγονται στην Κίνα και ως εκ τούτου η τόνωση δεν θα αυξήσει την κατανάλωση σε αυτά.
Επιπλέον, μια τόνωση της ζήτησης που θα επέτρεπε σε αναποτελεσματικά εργοστάσια να πουλούν τα προϊόντα τους δεν είναι απλώς πληθωριστική, είναι αυτοκτονική.
Συνεπώς οι Κινέζοι έχουν παγιδευτεί. Αν συνεχίσουν τον επιθετικό δανεισμό σε αποτυχημένες επιχειρήσεις, θα έχουν πληθωρισμό. Το κόστος θα αυξηθεί και οι εξαγωγές της χώρας θα γίνουν λιγότερο ανταγωνιστικές, την ώρα που υποχωρούν και λόγω της ύφεσης στην Ευρώπη και της αδυναμίας στις ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, αν αφήσουν επιχειρήσεις να καταρρεύσουν θα έχουν ανεργία, ένα τεράστιο κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα.
Οι Κινέζοι έχουν προσπαθήσει να αντιμετωπίσουν μια κατάρρευση στον δανεισμό με τη ρύθμιση του "άτυπου" δανεισμού και τη χαλάρωση των περιορισμών στην παροχή πίστωσης, μέσα από την απελευθέρωση ορισμένων κατηγοριών τραπεζικών επιτοκίων και την αύξηση του δανεισμού σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και οι δύο πολιτικές είναι προβληματικές.
Οι Κινέζοι έχουν διατηρήσει μια στρατηγική να βασίζονται στις εξαγωγές χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τον οικονομικό κύκλο στη Δύση, και αυτό σημαίνει ότι θα ανακύψουν περιοδικές και ουσιαστικές μειώσεις στη ζήτηση. Τα κινεζικά εργοστάσια είναι προσανατολισμένα στη Δύση. Όταν η ζήτηση στη Δύση περιορίζεται, το αποτέλεσμα είναι το χάος που βλέπετε τώρα.
Η κινεζική οικονομία θα μπορούσε να αναπτύσσεται με ρυθμό 7,4%, αλλά αμφιβάλλω αν το πραγματικό νούμερο πλησιάζει το επίπεδο αυτό. Κάποιες εκτιμήσεις τοποθετούν την ανάπτυξη πιο κοντά στο 5%. Ανεξάρτητα από την ανάπτυξη, η δυνατότητα διατήρησης των περιθωρίων κέρδους σπάνια εξετάζεται. Η παραγωγή και η πώληση στο κόστος ή κάτω από αυτό θα τονώσει το ΑΕΠ, αλλά υπονομεύει το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό συνέβη στην Ιαπωνία στις αρχές του 1990. Και αυτό αρχίζει να γίνεται τώρα στην Κίνα.
Οι Κινέζοι μπορούν να αποτρέψουν την κατάρρευση που βίωσε η ανατολική Ασία το 1997. Το νόμισμα δεν είναι μετατρέψιμο, οπότε δεν μπορεί να υπάρξει μαζική φυγή από αυτό. Συνεχίζουν να έχουν τον έλεγχο στην οικονομία. Παραμένουν κομμουνιστές, άλλωστε.
Όμως δεν μπορούν να αποφύγουν τις συνέπειες της οικονομικής τους πραγματικότητας και όσο πιο μακριά μεταθέτουν τη μέρα της κρίσης τόσο πιο δύσκολο θα είναι να ανακάμψουν από αυτήν. Την έχουν ήδη αναβάλει πολύ περισσότερο από όσο θα έπρεπε. Θα την ανέβαλλαν κι άλλο αν μπορούσαν να στηρίξουν αποτυχημένες επιχειρήσεις με δάνεια. Δεν μπορούν να το κάνουν αυτό για πολύ ακόμα, αν δεν θέλουν να έχουν το τέλος που είχε το σοβιετικό μοντέλο.
Οι Κινέζοι δεν το θέλουν αυτό, από την άλλη όμως θέλουν μια θαυματουργή επίλυση του προβλήματός τους. Δεν υπάρχουν λύσεις που δεν θα προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα, οπότε βάζουν στην άκρη τη μέρα της κρίσης και οδηγούνται σταδιακά προς την πτώση.
Η μεταμόρφωση της Κίνας
Οι Κινέζοι δεν πρόκειται να οδηγηθούν σε μια πλήρη οικονομική κατάρρευση, όπως δεν οδηγήθηκαν ούτε οι Ιάπωνες ούτε και οι Νοτιοκορεάτες. Αυτό που θα συμβεί είναι ότι η Κίνα θα συμπεριφέρεται με διαφορετικό τρόπο από ό,τι στο παρελθόν. Χωρίς εύκολες λύσεις, οι Κινέζοι θα επικεντρωθούν στον περιορισμό των κοινωνικών και των πολιτικών αντιδράσεων, μέσα από την παροχή προνομίων σε πολιτικά σημαντικές ομάδες και τη χρήση του μηχανισμού ασφαλείας για την καταπίεση των εξεγέρσεων.
Η κινεζική οικονομική απόδοση θα υποβαθμιστεί, αλλά η κρίση θα αποφευχθεί και τα πολιτικά συμφέροντα θα προστατευτούν. Από τη στιγμή που το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ποτέ δεν επωφελήθηκε από την έκρηξη της ανάπτυξης, υπάρχει μια τεράστια δύναμη που νιώθει περιθωριοποιημένη και αδικημένη από συγκεκριμένες ελίτ. Αυτή δεν είναι καθόλου κακή βάση για το Κουμουνιστικό Κόμμα.
Το κλειδί είναι να γίνει κατανοητό ότι αν η Κίνα δεν καταφέρει να λύσει τα προβλήματά της χωρίς πολιτικές συνέπειες θα προσπαθήσει να επιμηκύνει την οικονομική πτώση. Η Ιαπωνία είχε μια χαμένη δεκαετία μόνο στο μυαλό των δυτικών επενδυτών, οι οποίοι δίνουν μεγαλύτερη αξία στην ανάπτυξη του ΑΕΠ από ό,τι σε άλλα κριτήρια για την επιτυχία, όπως το κατά κεφαλήν εισόδημα και η πλήρης απασχόληση. Η Κίνα είναι πολύ πιθανόν να αντιμετωπίσει μια παρατεταμένη περίοδο υπερβολικής εσωστρέφειας και χαμηλής οικονομικής απόδοσης. Είναι δύσκολο έργο η επανάληψη της προηγούμενης 30ετίας.
Ο προφανής οικονομικός αντίκτυπος στον υπόλοιπο κόσμο θα πλήξει τα βιομηχανικά αγαθά, όπως τα σιδηρομεταλλεύματα. Οι υπερβολικές προσδοκίες για την κινεζική ανάπτυξη δεν θα εκπληρωθούν και κατ' επέκταση δεν θα επιβεβαιωθούν ούτε οι προσδοκίες για τις τιμές των εμπορευμάτων. Από τη στιγμή που η εξασθένηση της κινεζικής οικονομίας έχει ξεκινήσει εδώ και κάποιο καιρό, η υπαναχώρηση των τιμών έχει ήδη αρχίσει. Η Αυστραλία συγκεκριμένα έχει δεχτεί ισχυρό πλήγμα από την κατάσταση στην Κίνα, όπως είχε επηρεαστεί και από αυτήν της Ιαπωνίας μια γενιά πριν.
Οι Κινέζοι φυσικά διατηρούν ένα μεγάλο ποσό χρημάτων σε αμερικάνικα ομόλογα και σε άλλες αγορές. Αντίθετα με τους φόβους που επικρατούν, τα χρήματα αυτά δεν θα αποσυρθούν. Το πρόβλημα της Κίνας δεν είναι η έλλειψη κεφαλαίου και o επαναπατρισμός των χρημάτων αυτών απλώς θα αυξήσει τον πληθωρισμό. Άλλωστε, αν οι Κινέζοι είχαν τη δυνατότητα να τοποθετήσουν καλύτερα τα χρήματα αυτά, δεν θα τα επένδυαν ποτέ στις ΗΠΑ. Η εκροή χρημάτων από την Κίνα ήταν ένα σύμπτωμα της ασθένειας. Χωρίς μια υποδομή για την πραγματοποίηση επενδύσεων στην Κίνα, η κυβέρνηση και τα ιδιωτικά ταμεία στράφηκαν στο εξωτερικό. Το Πεκίνο προσπάθησε να περιορίσει την αποσταθεροποίηση στη χώρα, ενώ τα ιδιωτικά κινεζικά ταμεία έψαχναν για έναν παράδεισο να προστατευτούν από την καταιγίδα που έβλεπαν να έρχεται.
Αντί για τον επαναπατρισμό πόρων, οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να αποτελούν τον στόχο μεγάλων εισροών ρευστότητας από την Κίνα. Σε έναν κόσμο όπου η Ευρώπη ακόμα παραπαίει, μόνο οι ΗΠΑ είναι ασφαλείς και αρκετά μεγάλες για να ικανοποιήσουν την κινεζική όρεξη για ασφάλεια. Ακριβώς όπως οι ιαπωνικές επενδύσεις το 1990 αποτελούσαν φυγή κεφαλαίων παρά υγιή επενδυτική όρεξη, έτσι και η συμπεριφορά που έχουμε δει από τους Κινέζους επενδυτές τα τελευταία χρόνια αφορά τη φυγή κεφαλαίου: χρήματα που ψάχνουν για ασφαλείς παραδείσους ανεξάρτητα από τις αποδόσεις. Τα χρήματα αυτά έχουν στηρίξει τις αμερικάνικες αγορές. Και δεν πρόκειται να φύγουν, αντίθετα θα έρθουν ακόμα περισσότερα.
Η υποβάθμιση του ρόλου
Η μεγάλη μετατόπιση στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων θα είναι η υποβάθμιση του ρόλου της Κίνας στην περιοχή. Η δυνατότητά της να επιδείξει στρατιωτική ισχύ στην Ασία έχει υπερεκτιμηθεί. Η γεωγραφική της θέση περιορίζει τη στρατιωτική δύναμη που μπορεί να προβάλει στην Ευρασία, εγχείρημα που ξεπερνά τις δυνατότητές της. Η ναυτική της δύναμη παραμένει περιορισμένη σε σχέση με αυτήν των ΗΠΑ.
Κατά συνέπεια, η ιδέα ότι θα αντισταθμίσει τα εσωτερικά οικονομικά προβλήματα με πραγματική (και όχι ρητορική) στρατιωτική δράση φαίνεται απίθανη. Η Κίνα έχει ένα σημαντικό εσωτερικό πρόβλημα ασφάλειας, που θα απορροφήσει τις δυνάμεις του στρατού, ο οποίος παραμένει εγχώρια δύναμη ασφαλείας, σε δράσεις περιορισμένης εμβέλειας και σημασίας. Κατά τη γνώμη μας, η πιο σημαντική αλλαγή θα είναι η σταδιακή ανάδυση της Ιαπωνίας ως κυρίαρχης οικονομικής και πολιτικής δύναμης στην ανατολική Ασία.
Η Κίνα θα συνεχίσει να είναι μεγάλη δύναμη και θα συνεχίσει να έχει σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια οικονομία. Η αντιμετώπιση προβλημάτων δεν σημαίνει και πλήρη αφανισμό. Η χώρα πάντα θα υπάρχει. Ωστόσο, δεν θα είναι το διεθνές κέντρο της υψηλής ανάπτυξης και των χαμηλών μισθών. Όπως και η Ιαπωνία πριν από αυτή θα διαδραματίσει έναν διαφορετικό ρόλο.
Στο παγκόσμιο σύστημα υπάρχουν πάντα χώρες με υψηλή ανάπτυξη και χαμηλούς μισθούς, γιατί οι καταναλωτές των ανεπτυγμένων βιομηχανικών δυνάμεων θέλουν να απορροφούν αγαθά που έχουν παραχθεί με χαμηλούς μισθούς. Το να γίνει κάποιο κράτος ο προμηθευτής αυτών των αγαθών είναι μια μεγάλη ευκαιρία και ενόχληση για τις χώρες αυτές.
Καμία χώρα από μόνη της δεν μπορεί να αντικαταστήσει την Κίνα, αλλά η Κίνα θα αντικατασταθεί.
Το επόμενο βήμα στη διαδικασία είναι να βρεθούν οι διάδοχοί της.