Η αιγυπτιακή κρίση έχει τις ρίζες της πολύ βαθύτερα από το πρόσφατο πολιτικό χάος. Με τον επικεφαλής του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου να αναλαμβάνει την προεδρία της χώρας έπειτα από εντολή του στρατού, η νέα κυβέρνηση θα αποτελέσει συνασπισμό συμφερόντων που θα αντιμετωπίσει πολλές από τις προκλήσεις που οδήγησαν στην πτώση του Μοχάμεντ Μόρσι.
Ο πληθυσμός της Αιγύπτου έχει διογκωθεί πολύ πέρα από τις δυνατότητες που έχει το κράτος για να καλύψει τις ανάγκες του και ακόμα και μια ισχυρή κυβέρνηση θα δυσκολευτεί να διασφαλίσει επαρκείς προμήθειες βασικών αγαθών, ιδίως σε καύσιμα και σιτάρι.
Πίσω από το ερώτημα για την πολιτική δομή που θα αναδυθεί από την κρίση αυτής της εβδομάδας, το βασικό δεδομένο παραμένει: η οικονομία της Αιγύπτου παραπαίει.
Η μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων καταδεικνύει το αρνητικό ισοζύγιο πληρωμών, που εξαντλεί τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας.
Την ίδια ώρα, η εξάρτηση της Αιγύπτου από το εξωτερικό για προμήθεια σιτηρών και καυσίμων αυξάνεται. Η εγχώρια παραγωγή πετρελαίου έφτασε στα υψηλότερα επίπεδα το 1996 και η χώρα έγινε για πρώτη φορά καθαρός εισαγωγέας το 2007.
Τα κρατικά επιδόματα για καύσιμα ήταν τεράστιο βάρος για τα δημοσιονομικά και το 2012 κι η αδυναμία να αποπληρωθούν οι προμηθευτές και το έλλειμμα των εισαγωγέων σε ξένο συνάλλαγμα οδήγησαν σε τεράστιες ελλείψεις και σε αύξηση των τιμών σε όλη τη χώρα.
Η κυβέρνηση έχει κάποιες επιλογές, μεταξύ των οποίων η διακοπή των επιδομάτων, με την ελπίδα ότι οι μεγαλύτερες τιμές θα μειώσουν την κατανάλωση και θα περιορίσουν τις απώλειες για τα κρατικά ταμεία. Ο δρόμος αυτός ενέχει τον κίνδυνο να δημιουργηθούν μεγάλες πολιτικές αντιδράσεις, οπότε το πιθανότερο είναι ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει, αν δεν αυξήσει κιόλας, τη χρήση κρατικών πόρων για να εξασφαλίσει επαρκή προσφορά και χαμηλές τιμές.
Η δεύτερη μεγάλη πρόκληση έχει να κάνει με το πόσο ευάλωτη είναι η Αίγυπτος στις διεθνείς αγορές τροφίμων. Αν και οι προειδοποιήσεις για ελλείψεις στα τρόφιμα είναι πολύ συχνές στα αιγυπτιακά μέσα, μέχρι τώρα δεν έχουν κάνει την εμφάνισή τους στην Αίγυπτο. Όμως τίποτα δεν αποκλείει ότι τελικά αυτό θα συμβεί.
Το ψωμί αποτελεί βασικό συστατικό στην καθημερινή διατροφή των Αιγυπτίων και η χώρα βασίζεται στις εισαγωγές για πάνω από το 50% της κατανάλωσης σιτηρών. Παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος της αγροτικής παραγωγής είναι προσανατολισμένο στην καλλιέργεια σιτηρών, η γη δεν είναι αρκετή για να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού. Στην πραγματικότητα, αν και η έκταση της Αιγύπτου είναι αρκετά μεγάλη, το μεγαλύτερο μέρος της καλύπτεται από έρημο.
Την ίδια ώρα, ο πληθυσμός στα αστικά κέντρα αυξάνεται με αλματώδη ταχύτητα, καθιστώντας ακόμα πιο δύσκολη την αντιμετώπιση των παραπάνω προκλήσεων. Η αύξηση του πληθυσμού το 2012 έφτασε στο υψηλότερο σημείο από το 1991, αγγίζοντας το επίπεδο των 32 γεννήσεων ανά 1.000 κατοίκους. Ο πληθυσμός ανήλθε σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις της κυβέρνησης στα 84 εκατομμύρια.
Τα νούμερα αυτά αντανακλούν αύξηση 50% από το 1990, όταν ο πληθυσμός ήταν μόλις 56 εκατομμύρια. Ο δείκτης γονιμότητας της Αιγύπτου βρίσκεται αυτήν τη στιγμή στο επίπεδο των 2,9 τέκνων ανά γυναίκα και αναμένεται να παραμείνει πάνω από το επίπεδο του 2,1 τουλάχιστον για τις επόμενες δύο δεκαετίες. Ως εκ τούτου, ο ΟΗΕ προβλέπει ότι ο πληθυσμός της χώρας θα ξεπεράσει τα 100 εκατομμύρια ως το 2013. Αυτό σημαίνει πως τις επόμενες δεκαετίες θα αυξάνεται ο αριθμός των νέων, φέρνοντας μεγάλες δυσκολίες στο αιγυπτιακό κράτος να τους προσφέρει οικονομικές ευκαιρίες ή τουλάχιστον τα απαραίτητα βασικά αγαθά.
Ο εκδιωχθείς Αιγύπτιος ηγέτης Χόσνι Μουμπάρακ αντιμετώπισε παρόμοια προβλήματα και η εξάπλωση της ανεργίας και της φτώχειας αποτέλεσαν βασικές αιτίες για την εξέγερση που οδήγησε στην καθαίρεσή του. Το κύμα διαδηλώσεων κατά του Μόρσι, του πρώτου δημοκρατικά εκλεγμένου προέδρου στην Ιστορία της χώρας, πρέπει να ερμηνευτεί ως συνέχιση αυτής της τάσης.
Εν τω μεταξύ, ενώ οι προηγούμενες αιγυπτιακές κυβερνήσεις είχαν καταφέρει να κερδίσουν στήριξη από ξένες χώρες που ενδιαφέρονταν για τη διατήρηση της σταθερότητας στην Αίγυπτο, η οποία αποτελεί τον συνδετικό κρίκο μεταξύ Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής και τον διαχειριστή της διώρυγας του Σουέζ, η χώρα έχει καταστεί περιφερειακή στις στρατηγικές ανάγκες των μεγάλων δυνάμεων.
Το αποτέλεσμα είναι πως αν και η Αίγυπτος έχει καταφέρει να εξασφαλίσει κάποια περιορισμένη χρηματοδότηση από τοπικές δυνάμεις όπως το Κατάρ, το Ιράκ, η Σαουδική Αραβία και η Λιβύη, παραμένει εγκλωβισμένη σε διαπραγματεύσεις με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για μια ευρύτερη και πιο βιώσιμη χρηματοδότηση.
Δεν αποκλείεται, βέβαια, η νέα κυβέρνηση να βρει ένα επίπεδο σταθερότητας που η απομονωμένη ηγεσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας αδυνατούσε να διατηρήσει λόγω των συγκρούσεων με τους πρώην κυβερνητικούς συμμάχους και την εχθρική στάση της δικαστικής εξουσίας. Ωστόσο, η απόφαση του στρατού να εκδιώξει τον Μόρσι αντανακλά την αστάθεια που ενυπάρχει στο πολιτικό σύστημα της Αιγύπτου και δεν αποκλείεται να απομακρύνει τη χώρα ακόμα περισσότερο από την εύνοια των αγορών ή των δυτικών δυνάμεων.
Σε κάθε περίπτωση, οι αυξανόμενες γεωγραφικές και οικονομικές πιέσεις σημαίνουν ότι το έργο της αντιμετώπισης των οικονομικών προκλήσεων της Αιγύπτου θα γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο κάθε χρονιά που περνάει και για κάθε φατρία που καταλαμβάνει το προεδρικό μέγαρο.