Η χαμένη «τιμή» της περιουσίας μας

Πριν από δυόμισι χρόνια τα ελληνικά ομόλογα, αλλά και κάθε ελληνικό περιουσιακό στοιχείο είχαν «άλλη τιμή». Η πορεία καταβαράθρωσής της υπήρξε συνέπεια των λόγων και των έργων όσων μας κυβέρνησαν στο διάστημα αυτό.

Η χαμένη «τιμή» της περιουσίας μας
Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Πριν από περίπου δυόμισι χρόνια, τον Μάρτιο του 2009, η Ελληνική Δημοκρατία εξέδωσε ένα δεκαετές ομόλογο (GGB), σταθερού επιτοκίου, ύψους 6% και συνολικής αξίας 15,5 δισ. ευρώ.

Το ομόλογο αυτό, που ωριμάζει στις 19 Ιουλίου 2019 (ενίοτε οι φίλοι μας στον ΟΔΔΗΧ τραβάνε κάτι μηνάκια παραπάνω μέχρι το maturity to yield), έκανε «υψηλό» στις 26 Αυγούστου 2009, στην τιμή των 112,303 και στη συνέχεια έκανε τη μία βουτιά μετά την άλλη, με αποτέλεσμα σήμερα η τιμή του να είναι διαπραγματεύσιμη μεταξύ 22,530 και 21,995, ήτοι περίπου στο ένα πέμπτο εκείνης στην οποία εκδόθηκε.

Με άλλα λόγια, στην τιμή του ομολόγου αυτού μπορούμε να βρούμε την πορεία που είχαν οι προσδοκίες όσων εμπιστεύτηκαν τα χρήματά τους στην Ελλάδα ότι θα αποπληρωθούν πλήρως στον συμφωνημένο χρόνο και τόκο.

Βήμα-βήμα, η πορεία της τιμής του ομολόγου αυτού παρακολούθησε την αξιοπιστία και το αξιόχρεο της χώρας, καθ’ όλη αυτήν την περίοδο, αλλά και την πορεία των λόγων και των έργων όσων κυβέρνησαν το διάστημα αυτό την Ελλάδα, μια χώρα της ευρωζώνης.

Παρακολούθησε τον Γ. Παπακωνσταντίνου να ομολογεί ενώπιον των ομολόγων του υπουργών, το φθινόπωρο του 2009, ότι η Ελλάδα είπε ψέματα για το ύψος του ελλείμματός της, τον Γιώργο Παπανδρέου να εξαγγέλλει ημίμετρα τον Φεβρουάριο του 2010 και τη χώρα μας να εισέρχεται στη διαδικασία του μνημονίου στα τέλη Μαΐου του ίδιου έτους, σημείο κατά το οποίο η τιμή του ομολόγου αυτού εμφάνισε σχετική ανάκαμψη.

Έκτοτε, σε μια σχεδόν ευθέως καθοδική πορεία, παρακολούθησε τις συνεχείς αποκλίσεις από τους στόχους του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής, την αδυναμία του ελληνικού δημοσίου να περιορίσει τις δαπάνες του, την αποτυχία του να προωθήσει μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις, την υπερφορολόγηση των πολιτών, αλλά και την οικονομία να εισέρχεται, εξαιτίας των λόγων αυτών, σε βαθιά ύφεση.

Παρακολούθησε, επίσης, στη διάρκεια αυτών των δυόμισι ετών συνολικά δεκαπέντε συνόδους κορυφής, Eurogroup και Ecofin, καθώς και πέντε ξεχωριστά σχέδια αντιμετώπισης της κρίσης εκ μέρους της ευρωζώνης και των ηγετών της.

Παρακολούθησε, πρώτα από όλα, τις καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων, αλλά και την αναποτελεσματικότητα που χαρακτήρισε αυτές τις αποφάσεις των Ευρωπαίων πολιτικών στην αντιμετώπιση της κρίσης.

Είδε, για παράδειγμα, ότι από τη στιγμή της ελληνικής «ομολογίας» χρειάστηκαν επτά μήνες έως ότου αποφασιστεί ένα «πακέτο» για τη διάσωσή της, όπως αντίστοιχα ότι το όχημα που δημιουργήθηκε στη συνέχεια για την αποφυγή μετάδοσης αυτής της κρίσης, το EFSF, προικοδοτήθηκε με χρήματα που ούτε κατά διάνοια επαρκούσαν για την αποφυγή επέκτασής της από την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, σε χώρες που βρίσκονται στον πυρήνα της ευρωζώνης, όπως η Ιταλία.

Αντίστοιχα, είδε ότι η ίδια η ευρωζώνη και οι ηγέτες της ήταν προετοιμασμένοι να «κουρέψουν» τα χρήματα των επενδυτών, τόσο στην περίπτωση της Ελλάδας όσο και γενικότερα, βάσει των κανόνων που είχαν αρχικά συμφωνηθεί στη δημιουργία του ESM, και τους οποίους μάζεψαν όπως-όπως η Μέρκελ και ο Σαρκοζί, όταν είδαν ότι πέραν της ελληνικής αξιοπιστίας πλήττεται και εκείνη της ευρωζώνης.

Για την περίπτωση της Ελλάδας, όμως, επέμειναν.

Δεν έβαλαν το χέρι στην τσέπη, δεν επέτρεψαν στην ΕΚΤ να επεκτείνει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων και εξακολούθησαν να εμμένουν στον δρόμο της αποκατάστασης της δημοσιονομικής ευταξίας και της «εσωτερικής υποτίμησης», όπως κομψά χαρακτηρίζουν την κοινωνική ανέχεια.

Ανασκεύασαν, δε, για όλους τους άλλους, λέγοντας διά στόματος Μέρκελ αλλά και Ρομπάι, «mea culpa» για τη συμμετοχή των ιδιωτών (PSI), αλλά επέμειναν ότι αυτός είναι ο δρόμος που θα ακολουθήσει η Ελλάδα.

Σήμερα, μέσω του προγράμματος PSI, η χώρα μας καλείται να επισημοποιήσει την αναξιοπιστία της έναντι όσων της εμπιστεύτηκαν τα χρήματά τους, αφού η πολιτική της ηγεσία -και βεβαίως όσοι την ανέδειξαν- στάθηκε ανίκανη να περιορίσει την κακοδιαχείριση, τη σπατάλη και την αδιαφάνεια.

Και αυτό, βεβαίως, στην περίπτωση όπου το PSI ευοδωθεί.

Τότε, όμως, ποιος θα ξαναβάλει τα χρήματά του στη χώρα μας και πώς θα πωληθούν, αν υπάρχει πρόθεση να πωληθούν, τα οποιαδήποτε ελληνικά περιουσιακά στοιχεία, από τις ΔΕΚΟ και τα κρατικά ακίνητα, έως το σπίτι του γείτονα ή το δικό μας;

Αν δεν ευοδωθεί δε αυτό το διαβόητο PSI, ποιος μπορεί να αποτρέψει την κόλαση μιας άτακτης χρεοκοπίας; Η ευρωζώνη ή οι Έλληνες πολιτικοί;

Τι νόημα θα έχει τότε η θητεία της παρούσας ή της όποιας κυβέρνησης;

Έ, Αντώνη; Τι;



*Συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τον αρθρογράφο; Τι γνώμη έχετε;

To Εuro2day.gr ενθαρρύνει τον διάλογο και την έκφραση απόψεων από τους αναγνώστες. Σχολιάστε το άρθρο και πείτε την άποψή σας δημόσια για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν όλους. Αν θεωρείτε το άρθρο σημαντικό, διαδώστε το με τα εργαλεία κοινωνικής δικτύωσης.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v