Το... γραφειοκρατικό ιδεώδες και το μεγάλο έλλειμμα της Αθήνας

Το ελληνικό πρόβλημα είναι πλέον σε μεγάλο βαθμό ιδεολογικό και αυτή του η διάσταση έχει και μακροοικονομικές επιπτώσεις.

Θα θέλαμε πολύ, μα πάρα πολύ, να συμμεριστούμε την άποψη του πρωθυπουργού και κάποιων άλλων ειδικών ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο. Δυστυχώς, όμως, οι προϋποθέσεις για να καταλήξουμε σε παρόμοιο συμπέρασμα δεν μας επιτρέπουν τέτοια αισιοδοξία.

Βασικότατη προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα ενός χρέους -πέρα από τις μειώσεις δαπανών και σπατάλης που μπορούν να πραγματοποιηθούν σε μία οικονομία- είναι η παραγωγή πλούτου σε μία χώρα. Είναι, δηλαδή, οι δυνατότητες μιας οικονομίας να παράγει εισοδήματα και να αναπτύσσεται με ρυθμούς που επιτρέπουν τη μείωση του χρέους σε λογικά επίπεδα, αποδεκτά και από τις διεθνείς αγορές χρήματος.

Ωστόσο, για να υπάρξει παραγωγή εισοδημάτων είναι απαραίτητη η κινητοποίηση παραγωγικών μηχανισμών ικανών να δημιουργήσουν εισοδήματα σε ευρεία βάση. Όμως, όταν γίνεται λόγος για παραγωγικούς μηχανισμούς, αυτοί οι τελευταίοι δεν είναι άλλοι από τις επιχειρήσεις.

Στο επίπεδο αυτό, η Ελλάδα έχει σοβαρό πρόβλημα. Οι δημόσιες επιχειρήσεις της συνολικά είναι χρεοκοπημένες και ανίκανες να παράγουν πλούτο, οι δε ιδιωτικές αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα δομικής και διοικητικής φύσεως, που κάνουν επίφοβο το μέλλον τους. Αδυνατούν έτσι να επενδύσουν και, όσες επιχειρήσεις το αποτολμούν, βρίσκουν απέναντί τους ένα αρνητικό γραφειοκρατικό περιβάλλον, το οποίο ισοπεδώνει κάθε δημιουργική πρωτοβουλία.

Την ίδια στιγμή -ενώ ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας και της παραγωγής γνωρίζει απίστευτες και κοσμογονικού χαρακτήρος αλλαγές-, εδώ, όπως αναγνωρίζουν κορυφαίοι κυβερνητικοί και οικονομικοί παράγοντες, κυριαρχεί πάντα μία ολέθρια αντιεπιχειρηματική ιδεολογία, η οποία διώχνει πολύτιμους νέους ανθρώπους εκτός Ελλάδος. Έτσι, όπως που εύστοχα παρατηρεί και ο πρόεδρος του Hellenic American University, κ. Λεωνίδας-Φοίβος Κόσκος, στη χώρα μας, στο μέτρο που το εκπαιδευτικό σύστημα παράγει δημοσίους υπαλλήλους, η κοινωνία αποβάλλει τις νέες δημιουργικές δυνάμεις, βυθιζόμενη ταυτοχρόνως στο τέλμα της ακινησίας της. Ενώ σε διεθνές επίπεδο, και κυρίως στη Βόρειο Αμερική, αναδύεται μια νέα νεωτερικότητα, στο πλαίσιο της οποίας το ιδεώδες της υποταγής της ατομικής δημιουργίας στους συλλογικούς κανόνες έχει κονιορτοποιηθεί, στη χώρα μας το γραφειοκρατικό ιδεώδες εξακολουθεί να αποτελεί κεφαλαιώδη αξία και έσχατη εκδήλωση της κρατικιστικής ιδεολογίας.

Μία ιδεολογία η οποία, αν θέλουμε να παραφράσουμε τον Νίτσε, θα λέγαμε ότι οδηγεί στη μαζική υποτίμηση των δημιουργικών αξιών, ερημιά νοήματος και αποστράτευση από την αναζήτηση προσωπικής ολοκλήρωσης. Κατ' επέκταση, μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, η απελπισία οδηγεί στη φυγή ή στον παραλογισμό. Προκαλεί όμως και μία επικίνδυνη απάθεια, καταστροφική για αναζητήσεις.

Πουθενά δε το φαινόμενο αυτό δεν είναι τόσο ορατό όσο στην εκπαίδευση. Μέσα σε μερικά χρόνια, το κύρος και η αυθεντία των διδασκόντων έχει σχεδόν πλήρως ισοπεδωθεί, η διδασκαλία είναι προσαρμοσμένη στη γλώσσα των μέσων μαζικής επικοινωνίας και η αποξένωση από τη γνώση κάνει την εκπαιδευτική διαδικασία ανίκανη να εμπνεύσει ζωή.

Στο πλαίσιο αυτό, ενώ με τη διαδικτυακή επανάσταση οι μεταμοντέρνες κοινωνίες γνωρίζουν μία «εσωτερική ανατροπή», ένα πρωτοφανές πάθος για τη γνώση και την πραγμάτωση του εαυτού, όπως μαρτυρά ο πολλαπλασιασμός των ψυχολόγων, στον οικονομικό χώρο το επιχειρείν δημιουργεί νέες κοινωνικές πραγματικότητες.

Οι αποκαλούμενες από γνωστούς κοινωνιολόγους «επιχειρούσες κοινωνίες» αποτελούν μία τάση που συνεχώς ενισχύεται και φέρνει στο προσκήνιο νέες αξίες, οι οποίες αναδομούν τους τρόπους ζωής και τη σχέση με τους ιδιωτικούς και δημόσιους θεσμούς. Ο πάλαι ποτέ πειθαρχικός ατομικισμός αντικαθίσταται από έναν άλλον, περισσότερο ηδονιστικό και ψυχολογικό, που κάνει την ενδόμυχη επίτευξη κύριο στόχο των όντων. Παρατηρείται έτσι μία ουσιαστική διάβρωση των κοινωνικών ταυτοτήτων και των καταναγκαστικών κανόνων, η οποία συνοδεύεται από τη λατρεία της ελεύθερης διαθέσεως του εαυτού στην οικογένεια, στη θρησκεία, στη σεξουαλικότητα, στον αθλητισμό, στην πολιτική και στη μόδα. Το φιλελεύθερο ιδεώδες της αυτοδιακυβερνήσεως κερδίζει έδαφος, εκεί που άλλοτε οι αξίες και οι θεσμοί εργάζονταν για να αποτρέψουν το ξεδίπλωμά του.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η ακινητοποιημένη από την κρίση και τη γραφειοκρατική ακαμψία ελληνική κοινωνία από πού θα αντλήσει δυνάμεις για να γίνει παραγωγική και δημιουργική; Όταν ταλαντούχοι νέοι άνθρωποι εγκαταλείπουν τη χώρα γιατί δεν τους προσφέρει καμία ουσιαστική δυνατότητα αυτοδημιουργίας, με ποιες επιχειρήσεις θα παραχθεί πλούτος; Μία χώρα στην οποία οι άνθρωποι αρνούνται μία αδρή οικονομική πραγματικότητα, αυτή την παγκοσμιοποιήσεως, πώς είναι δυνατόν να αποκτήσει εξωστρέφεια;

Για να γίνουμε δε πιο συγκεκριμένοι, υπογραμμίζουμε ότι, με βάση τον ελβετικό δείκτη KOF, ο οποίος μετρά πόσο παγκοσμιοποιημένη είναι μια χώρα, η Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται ελάχιστα πάνω από την τελευταία Ρουμανία. Όπως απελπιστικά τελευταία στην Ένωση είναι η χώρα μας και στους δείκτες γνώσεως και καινοτομίας, τους οποίους καταρτίζει η Παγκόσμια Τράπεζα.

Οι ανεπάρκειες αυτές, που έχουν πρωτίστως ιδεολογική αφετηρία, δεν θεραπεύονται με το να γίνονται ιδιωτικοποιήσεις με μισή καρδιά και να «εξαρχειοποιείται» η εκπαίδευση -η οποία είναι πλέον και κορυφαία πηγή πρώτων παραγωγικών υλών.

 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v