Την περασμένη εβδομάδα διεξήλθε ο 11ος γύρος των διαπραγματεύσεων για τη Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP Transatlantic Trade & Investment Partnership), με αντιπροσώπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ, στο Μαϊάμι της Φλόριντα.
Οι διαπραγματεύσεις για την TTIP άρχισαν το 2013 και αναμένεται, ίσως λίγο αισιόδοξα, να ολοκληρωθούν το 2016, ενώ μόλις προ ολίγων ημερών ανακοινώθηκε η ολοκλήρωση της αντίστοιχης Συμφωνίας της ζώνης του Ειρηνικού (TPP Trans Pacific Partnership).
Το κύριο αντικείμενο της διαπραγμάτευσης για την TTIP, αυτή τη φορά, ήταν η διευκόλυνση των εισαγωγών και η μείωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, χωρίς όμως να αμφισβητηθούν τα υψηλά στάνταρντ των προδιαγραφών στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
Βρισκόμαστε στον 11ο γύρο των διαπραγματεύσεων για την Εμπορική Συμφωνία μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη και ακόμη η ενημέρωση των πολιτών και του επιχειρηματικού κόσμου παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές χώρες της Ευρώπης, το έλλειμμα ενημέρωσης δημιουργεί ανησυχίες για τα αποτελέσματα και τη σκοπιμότητα μιας τέτοιας Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου.
Η συμμετοχή όλων των χωρών και όλων των φορέων στη διαμόρφωση άποψης για τη Συμφωνία είναι απαραίτητη και επομένως είναι επιβεβλημένη η ενημέρωση για το περιεχόμενο και τους στόχους της Συμφωνίας.
Η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων, όταν ολοκληρωθεί, θα αποτελέσει τη μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία που έχει ποτέ επιτευχθεί και η οποία θα επιφέρει αλλαγές στις εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ, με σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη και των δύο πλευρών.
Η απλοποίηση διαδικασιών, η κατάργηση ή μείωση διαφόρων εμποδίων και δασμών, η εναρμόνιση προτύπων αλλά και η προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων θα συνδράμουν καταλυτικά στην αύξηση των εμπορικών συναλλαγών ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και φυσικά στη μείωση της ανεργίας. Αναμένουμε ότι η χώρα μας θα ωφεληθεί και από τον αυξημένο όγκο μεταφορών που θα προκύψει από την εφαρμογή της Συμφωνίας.
Σίγουρα τα οικονομικά και εμπορικά οφέλη που θα προκύψουν είναι τεράστια, αφού εκτιμάται ότι αυτή η Συμφωνία θα αλλάξει τους κανόνες του παιχνιδιού για το παγκόσμιο Εμπόριο και θα φέρει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ στη θέση του οδηγού για την παγκόσμια ανάπτυξη.
Οι τελευταίες εκτιμήσεις δείχνουν ότι μια συνολική και φιλόδοξη συμφωνία μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ θα μπορούσε να αυξήσει το ακαθάριστο ευρωπαϊκό προϊόν κατά 100 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, με τη μείωση της γραφειοκρατίας και τη μείωση των τιμών καταναλωτή, μια μελλοντική εμπορική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες θα επέφερε ένα πρόσθετο ποσό ύψους σχεδόν 545 ευρώ ετησίως κατά μέσο όρο στο πορτοφόλι μιας ευρωπαϊκής οικογένειας.
Πέραν της οικονομικής σημασίας και της αναπτυξιακής προοπτικής που θα φέρει η Συμφωνία, υπάρχει ακόμη μια σημαντική παράμετρος για την επίτευξή της που αφορά στη στρατηγική ανάγκη για την TTIP. Με την επίτευξη της Συμφωνίας και τη δημιουργία μιας μεγάλης ενιαίας αγοράς είναι βέβαιο ότι, σε βάθος χρόνου, θα καταφέρουμε και την καθιέρωση κοινών πολιτικών θεσμών και τη μεγάλης στρατηγικής σημασίας ενότητα κατά μήκος του Ατλαντικού.
Η σημασία της Συμφωνίας και τα προσδοκώμενα οφέλη είναι τέτοια που αναγκάζουν τις δύο πλευρές να εμπλακούν σε μια χρονοβόρα διαπραγματευτική διαδικασία, που αποδεικνύεται ότι είναι και μια πολύ σοβαρή άσκηση, καθόσον δεν αφορά μόνο απελευθέρωση του εμπορίου και κατάργηση των δασμών, αλλά και πρόσβαση σε υπηρεσίες, πνευματικά δικαιώματα, προδιαγραφές -και όλα αυτά με απαίτηση για δίκαιο και διαφανή χειρισμό.
Η διαπραγμάτευση ξεπερνά την κοινή λογική μιας απλής Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου και απαιτεί βαθύτερη ολοκλήρωση, που θα σημάνει και πιο δραστήρια κίνηση των επενδυτικών κεφαλαίων της Αμερικής προς όφελος της Ευρώπης. Παράλληλα η Συμφωνία θα αλλάξει τους παγκόσμιους κανόνες και θα οδηγήσει σε σύγκλιση και των υπόλοιπων οικονομιών στους νέους κανόνες και κανονισμούς.
Η Συμφωνία είναι μάλλον περισσότερο απαραίτητη για την Ευρώπη, που εμφανίζει σήμερα περιορισμένη ανάπτυξη και επιβάλλεται να βελτιώσει την ανταγωνιστική της θέση, αν θέλει να παραμείνει σημαντική διεθνής οικονομική δύναμη. Η TTIP θα επιτρέψει στην ΕΕ να επιτύχει βαθύτερη ολοκλήρωση και μεγαλύτερη ανάπτυξη και θα αυξήσει το γεωπολιτικό βάρος και την ισχύ των κρατών της. Βεβαίως πολλαπλά οφέλη αποκομίζουν και οι ΗΠΑ, που αποβλέπουν σε επιτάχυνση της οικονομίας τους από την αύξηση των εξαγωγών και της εμπορικής δραστηριότητας.
Σημαντικά θα είναι τα οφέλη και για την Ελλάδα, αφού ο αναμενόμενος αυξημένος όγκος των διατλαντικών μεταφορών θα ωφελήσει ιδιαίτερα την ελληνική ναυτιλία ενώ αναμένεται και αύξηση των εξαγωγών τροφίμων και αγροτικών προϊόντων μας προς τις ΗΠΑ. Υπάρχει επίσης η εκτίμηση ότι η Συμφωνία αυτή θα δώσει τη δυνατότητα σε μικρότερες ευρωπαϊκές οικονομίες να προσελκύσουν μεγάλες επενδύσεις, κάτι που ασφαλώς συμπίπτει και με τις δικές μας επιδιώξεις.
Η κατανόηση της οικονομικής αλλά και γεωπολιτικής σημασίας της Συμφωνίας είναι σημαντική, ώστε να αποτραπεί η κακοπροαίρετη κριτική και οι όποιες αντιρρήσεις (και αντιδράσεις) να αντιμετωπίζονται με διαφάνεια και ειλικρίνεια στο πλαίσιο της διαπραγματευτικής διαδικασίας, επιδεικνύοντας την απαραίτητη πολιτική βούληση.
* Ο Σίμος Αναστασόπουλος είναι πρόεδρος στο Ελληνοαμερικανικό επιμελητήριο.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.