Πληρώνουμε τα πολιτικά ψεύδη σε Γερμανία και Ελλάδα

Επί χρόνια, τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Γερμανία, υπήρξε συστηματική αλλοίωση της πραγματικότητας, με στόχο τη μείωση του πολιτικού κόστους. Οι τελευταίες εξελίξεις όμως δείχνουν ότι έρχεται η ώρα της αλήθειας.

Μετά την υπογραφή του 3ου μνημονίου, αλλά και ενόψει περαιτέρω πολιτικών εξελίξεων στη χώρα μας, έχει σημασία να δούμε τα λάθη που έγιναν από τις δύο βασικές πλευρές αυτής της πολύχρονης υπόθεσης, δηλαδή τη Γερμανία και την Ελλάδα.

Στη χώρα που κατέχει σήμερα αδιαμφισβήτητα τον ηγετικό ρόλο στην Ευρώπη και την Ευρωζώνη, ίσως το πιο βασικό λάθος είναι ότι δεν ομολογήθηκε ανοικτά ότι η «ελληνική διάσωση» του 2010 ήταν απαραίτητη.

Αφενός, για να μη χρεοκοπήσουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες που την είχαν δανείσει αλόγιστα, κι αφετέρου, για να μην καταρρεύσει η ίδια η ευρωζώνη από την ανεξέλεγκτη μετάσταση του ελληνικού προβλήματος, που θα επέφερε μια χρεοκοπία της χώρας μας.

Και ότι για τους παραπάνω λόγους, η πρώτη διάσωση του 2010 έγινε με λανθασμένο τρόπο, τις συνέπειες του οποίου πληρώνει σε μεγάλο βαθμό σήμερα όχι μόνο η Ελλάδα αλλά και τα κράτη που υποκατέστησαν πρακτικά τους ιδιώτες δανειστές.

Το αποτέλεσμα είναι ότι σε ορισμένα κράτη της Ευρώπης, μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης θεωρεί ότι πληρώνει τα σπασμένα των «άσωτων» Ελλήνων, ενώ στην πραγματικότητα πληρώνει, κατά κύριο λόγο, τις συνέπειες της απαλλαγής των ιδιωτών επενδυτών που δάνειζαν τη χώρα, από μεγάλο μέρος του κόστους που θα τους δημιουργούσε μια οργανωμένη χρεοκοπία της Ελλάδας το 2010 και όχι σχεδόν δύο χρόνια αργότερα με το περίφημο PSI.

Η «πλάνη» αυτή δημιουργεί τώρα προβλήματα στη λήψη αποφάσεων, καθώς η εξάρτηση των πολιτικών από τις πεποιθήσεις που έχουν πια εδραιωθεί στην κοινή γνώμη μεταθέτει για το μέλλον τις γενναίες αποφάσεις που θα μπορούσαν να λύσουν «καθαρά» το πρόβλημα.

Aλλά και στην Ελλάδα το πολιτικό σύστημα, σχεδόν στο σύνολό του, απέφυγε να εξηγήσει στην κοινή γνώμη το πιο βασικό γεγονός: Ότι η ευμάρεια που δημιουργήθηκε στη 15ετία πριν την έναρξη της κρίσης ήταν πλαστή. Ότι οφείλετο κατά μείζονα λόγο στον ανεξέλεγκτο δανεισμό του κράτους και στην εισροή πολύ σημαντικών κεφαλαίων, μέσω των ευρωπαϊκών προγραμμάτων.

Και ότι εξαιτίας των χειρισμών του εγχώριου πολιτικού συστήματος, το μεγαλύτερο μέρος αυτών των κεφαλαίων διοχετεύθηκε στην εσωτερική κατανάλωση, δημιουργώντας μια οικονομία-φούσκα που τίναξε στον αέρα την ούτως ή άλλως περιορισμένη ανταγωνιστικότητα και δημιούργησε -προσωρινά- ένα επίπεδο ζωής και τιμαρίθμου δυσανάλογο με τις πραγματικές δυνατότητες της χώρας.

Ταυτόχρονα δε επέτρεψε τη μετάθεση πολύ σοβαρών αποφάσεων για το μέλλον της χώρας (όπως π.χ. η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού), καλλιεργώντας την ψευδαίσθηση ότι δεν χρειάζονται δομικές αλλαγές, τόσο στη λειτουργία και την οργάνωση του κράτους, όσο και στη λειτουργία της ιδιωτικής οικονομίας.

Οι λόγοι για την επικράτηση της «πλάνης» τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό ήταν πολιτικοί. Στο εξωτερικό, ήταν πολύ πιο εύκολο πολιτικά να πλασαριστεί η ελληνική διάσωση ως μια υπόθεση για την οποία ευθύνονταν οι «άσωτοι» Έλληνες, παρά να δικαιολογηθεί μια νέα διάσωση των τραπεζών, μετά τη χρεοκοπία που υπέστη ο διεθνής τραπεζικός τομέας το 2007-2008, αλλά και να «ομολογηθεί» ότι πρόκειται και για συνέπεια του λανθασμένου τρόπου με τον οποίο οικοδομήθηκε η Ευρωζώνη.

Στο εσωτερικό, κανένα από τα μεγάλα κόμματα δεν θέλησε να παραδεχτεί τα ολέθρια λάθη και τις παραλήψεις που οδήγησαν στη σφοδρότητα της κρίσης του 2010, διότι θα έπρεπε να αναιρέσουν το ίδιο τους το αμαρτωλό παρελθόν, να στραφούν εναντίον των δικών τους κομματικών μηχανισμών και να αποστρατεύσουν τις ηγετικές τους φυσιογνωμίες, προχωρώντας πρακτικά σε... αυτοδιάλυση.

Εν τούτοις, το πεπρωμένο φυγείν αδύνατο. Η πραγματικότητα μπορεί να αλλοιωθεί επικοινωνιακά, δεν μπορεί όμως να αλλάξει.

Τούτη την περίοδο η γερμανική κοινή γνώμη αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι κάποιο μέρος από τα δανεικά στην Ελλάδα δεν θα πληρωθεί ποτέ, ενώ δεν αποκλείεται στο προσεχές μέλλον να αντιληφθεί ότι το μέρος αυτό θα είναι σημαντικό και θα αφορά ενδεχομένως και την «ονομαστική αξία» των δανεικών.

Είναι δε βέβαιο ότι στην πορεία θα εξηγηθεί πολιτικά και η αλήθεια, προκειμένου να γίνουν αποδεκτές αυτές οι μειώσεις. Αυτή την ώρα προσπαθούν να το αναβάλουν, όσο αυτό είναι δυνατό, τόσο ο κ. Σόιμπλε όσο και η κα Μέρκελ, αλλά ο χρόνος τελειώνει.

Ομοίως στην Ελλάδα, φαίνεται ότι σταδιακά μεν, αργά αλλά σταθερά δε, αρχίζει να γίνεται πεποίθηση σε ένα μέρος του πολιτικού συστήματος ότι η χώρα δεν έχει άλλη λύση από το να καταπολεμήσει τις βαθύτερες αιτίες που την οδήγησαν στην κρίση, και να αλλάξει.

Η διαδικασία αυτή διευκολύνεται από το γεγονός ότι οι παλαιοί πρωταγωνιστές σταδιακά εξοστρακίζονται από την ίδια την κοινωνία, ενώ τα κάποτε κυρίαρχα κόμματα υφίστανται ούτως ή άλλως βαρύτατες απώλειες, που ειδικά στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ ελάχιστα απέχουν από τη διάλυση.

Η ψήφιση του μνημονίου από τα 2/3 της Βουλής σηματοδοτεί τον αναπόδραστο χαρακτήρα των εξελίξεων και την αποδοχή τους από το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής πολιτικής σκηνής.

Κι αυτό δημιουργεί την πιο αναγκαία συνθήκη για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων (κι όχι απλά των περικοπών) που χρειάζεται η χώρα. Δεν είναι όμως και «ικανή» συνθήκη.

Ο κίνδυνος της εφαρμογής παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα και δεν θα αντιμετωπιστεί παρά μόνον εάν εκπονηθεί και επικρατήσει ένα εθνικό σχέδιο για την έξοδο από την κρίση, το οποίο θα «περάσει» στην κοινωνία και θα εφαρμοστεί από πρόσωπα με όραμα και ικανότητες, έστω κι αν δεν έχουν την -έως πρότινος απαραίτητη- κομματική ταυτότητα.

Σε οποιαδήποτε διαφορετική περίπτωση, είναι βέβαιο ότι η κρίση θα παραταθεί οδηγώντας σταδιακά τη χώρα σε πραγματική καταστροφή, πιθανότατα εκτός του ευρώ.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v