Την επόμενη φορά η καταστροφή θα είναι μονόδρομος

Oσοι νομίζουν ότι με τη χθεσινή συμφωνία η χώρα απέφυγε την καταστροφή κάνουν μεγάλο λάθος. Μια πίστωση χρόνου πήραμε και τίποτε περισσότερο. Η Ελλάδα αν δεν θέλει να συνθλιβεί πρέπει να αλλάξει. Και η προσπάθεια πρέπει να ξεκινήσει άμεσα.

Την επόμενη φορά η καταστροφή θα είναι μονόδρομος

Η χθεσινή συμφωνία αποτέλεσε τη μόνη λύση για να αποφύγουμε την άμεση καταστροφή. Δεν συνιστά όμως τίποτε περισσότερο από μια παράταση χρόνου με επικίνδυνους όρους, από μια τελευταία ευκαιρία που με βαριά καρδιά αναγκάστηκαν να δώσουν στην Ελλάδα χώρες μέλη της ευρωζώνης, πολλές από τις οποίες αν ήταν στο χέρι τους θα είχαν προτιμήσει την άμεση έξοδό μας.

Η Ελλάδα σήμερα δεν είναι ανταγωνιστική, ούτε επαρκώς παραγωγική. Υποφέρει από χρόνιες παθογένειες, όχι μόνο σε επίπεδο θεσμών και δημόσιας διοίκησης, αλλά και στον ιδιωτικό τομέα, στο μοντέλο με το οποίο κινείται η οικονομία της, αλλά και στη νοοτροπία που έχει αναπτύξει μεγάλο μέρος της κοινωνίας.

Όλα αυτά θα πρέπει να αρχίσουν να αλλάζουν, ει δυνατόν από αύριο κιόλας. Δεν έχει πλέον καμία σημασία αν κάποιος είναι οπαδός του «ευρώ πάση θυσία» ή της επιστροφής στη δραχμή.

Τις τελευταίες ημέρες αποδείχτηκε περίτρανα ότι αν δεν αλλάξουμε την οικονομία και την κοινωνία μας προς το καλύτερο, όχι μόνον θα είμαστε επαίτες μέσα στη ζώνη του ευρώ, αλλά και ανήμποροι να επιστρέψουμε σε ένα εθνικό νόμισμα, ακόμη κι αν το θελήσουμε.

Είτε με ευρώ είτε με δραχμή, μια χώρα η οποία προ πολλού έχει κυριαρχηθεί από την αναξιοκρατία, την ανισότητα, τη διαφθορά, την αντίσταση στην αλλαγή, μια χώρα που ζει με όραμα την επιστροφή σε πλαστούς παραδείσους, χτισμένους με δανεικά και επιδοτήσεις, με «γρηγοράδες» και «αρπαχτές», δεν έχει κανένα μέλλον, μέσα σε ένα παγκοσμιοποιημένο και αδυσώπητα ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Δεν είναι τυχαίο ότι φτάσαμε στο έσχατο σημείο της ταπείνωσης να ζητούν οι ξένοι δανειστές την αποπολιτικοποίηση του δημόσιου μηχανισμού και την υιοθέτηση «εταιρικής διακυβέρνησης» στις δημόσιες επιχειρήσεις ή την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της διαπλοκής και της διαφθοράς.

Είναι δείγμα της κατάπτωσης του ελληνικού κράτους, της πελατειακής μορφής που έλαβε η πολιτική, του ευτελισμού εκ των έσω, που εν τέλει υπέστη το δημοκρατικό πολίτευμα στη χώρα μας, πολύ πριν έρθουν τα τελεσίγραφα του εξωτερικού.

Εμείς έπρεπε πρώτοι να έχουμε κάνει πολλά από εκείνα που οι άλλοι σήμερα απαιτούν να κάνουμε.

Εμείς -μέσω των πολιτικών ηγεσιών μας- έχουμε τη μεγαλύτερη ευθύνη για όλα όσα έχουν συμβεί. Διότι επιτρέψαμε, διά της ψήφου, της ανοχής μας, αλλά και της συνενοχής μας (δεν είναι τυχαίο ότι όσοι πολιτικοί τάχθηκαν υπέρ των μεταρρυθμίσεων «μαυρίστηκαν» από τους ψηφοφόρους) να καταστεί η Ελλάδα, σταδιακά, μέσα στα χρόνια της επίπλαστης ευμάρειας απόλυτα εξαρτημένη από τις διαθέσεις των δανειστών της. Πρώτα των ιδιωτών, που απλώς σταμάτησαν να μας δανείζουν, κι εν συνεχεία των θεσμικών που μέσω ακριβώς της «διάσωσής» μας κατέληξαν να έχουν τον πρώτο λόγο στην άσκηση πολιτικής.

Προφανώς, για να αλλάξει αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει η πραγματικότητα που κυριαρχεί επί δεκαετίες στην ελληνική πολιτική σκηνή. Πρόσωπα που συμβολίζουν το παρελθόν ή κάηκαν από τη συγκυρία πρέπει επιτέλους να αποχωρήσουν εντελώς από το προσκήνιο. Οι πελατειακές δομές πρέπει σταδιακά να εξαρθρωθούν. 

Πρέπει επιτέλους να εδραιωθεί κλίμα εθνικής συναίνεσης σε δομικές μεταρρυθμίσεις, να υπάρξει επιτέλους εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση, με ένα όραμα που θα βρει απήχηση και σε εκείνους που έχουν πληγεί πιο πολύ από αυτήν.

Ένα σχέδιο κι ένα όραμα που θα βρει έδαφος και στις πιο αδύναμες εισοδηματικές τάξεις, προσφέροντας λιγότερη ανισότητα, περισσότερη ισονομία, αλλά και ελπίδα για καλύτερο μέλλον.

Την έλλειψη αυτών των στοιχείων άλλωστε κατέδειξε και το αποτέλεσμα του πρόσφατου δημοψηφίσματος, από το οποίο όπως έχει ήδη παρουσιαστεί εκτενώς προκύπτει ότι το «όχι» είχε πολύ έντονο εισοδηματικό κριτήριο.

Αυτό το «όχι» δεν ήταν μια άρνηση στο ευρώ, ή μια άρνηση στη συγκεκριμένη συμφωνία που έθετε το ερώτημα. Ήταν μια άρνηση στη λιτότητα χωρίς ελπίδα και ταυτόχρονα μια δήλωση ότι μεγάλο μέρος της κοινωνίας αισθάνεται απελπισία, οργή, απέναντι σε όλα όσα έχουν ήδη συμβεί. Κι αυτό μπορεί να αλλάξει μόνο μέσα από ένα εθνικό όραμα και σχέδιο, το οποίο θα υπηρετήσουν οι βασικές πολιτικές δυνάμεις.

Ιδού λοιπόν η πραγματική Ρόδος, ιδού και το πήδημα τόσο για τον πρωθυπουργό, όσο και για την «ευρωπαϊκή» αντιπολίτευση.

Οι αλλαγές δεν πρόκειται να γίνουν εύκολα. Η πλήρης υλοποίησή τους θα πάρει χρόνια, ενώ η αλλαγή νοοτροπίας θα απαιτήσει ακόμα μεγαλύτερο διάστημα. Τα φαινόμενα που περιγράφηκαν παραπάνω είναι βαθιά ριζωμένα, κι όχι μόνο στο πολιτικό σύστημα. Γι' αυτό και χρειάζεται μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο, σαν αυτό που εξακολουθεί να διαθέτει ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά και υποστήριξη από ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις.

Τα επόμενα τρία χρόνια, όπως και να έχει, θα είναι δύσκολα, πολύ δύσκολα. Η επιτυχία του τρίτου προγράμματος, που είναι έντονα υφεσιακό, δεν είναι καθόλου δεδομένη. Το αντίθετο. Θα χρειαστεί υπερπροσπάθεια, επενδυτική ενίσχυση από το εξωτερικό, στήριξη από την Ευρώπη, ακόμη και τύχη για να μη βρεθούμε σε αδιέξοδο.

Αυτό μας πρόσφεραν και άλλη λύση δεν υπήρχε.

Αν όμως δεν πιάσουν ρίζες οι αλλαγές που προαναφέραμε, το πρόγραμμα αποκλείεται να πετύχει. Η χώρα θα βρεθεί σε χειρότερη θέση κι από αυτήν που βρέθηκε πριν από δύο ημέρες. Και τότε η χρεοκοπία και η έξοδος από το ευρώ, με τρόπο καταστροφικό, θα είναι πια μονόδρομος...

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v