Ο αείμνηστος Πίτερ Ντράκερ (1909-2005), ο μεγαλύτερος φιλόσοφος της διοίκησης των επιχειρήσεων του 20ού αιώνα, το είχε επισημάνει από τις αρχές της δεκαετίας του 1980:
«Για την οικονομία και τις επιχειρήσεις αρχίζει μια νέα εποχή. Η πολυτιμότερη πρώτη ύλη τους δεν θα είναι πλέον το κεφάλαιο και η εργασία, αλλά η φαιά ουσία των ανθρώπων τους. Οι μεγάλοι επιχειρηματίες του αύριο θα είναι αυτοί που μπορούν να αξιοποιούν καλύτερα και ταχύτερα γνώσεις, πληροφορίες, διαδικασίες και δικτυώσεις...», έγραφε στο περιοδικό Foreign Affairs.
Είκοσι χρόνια αργότερα και λίγο πριν αφήσει τα εγκόσμια σε ηλικία 95 ετών, ο διάσημος γκουρού ήταν πανευτυχής που οι προβλέψεις και οι διαπιστώσεις του επαληθεύονταν μέχρι κεραίας. Εξάλλου, αυτός ήταν που μετά από ομιλία του Τζον Μέιναρντ Κέινς το 1946, είχε πει: «Ο λαμπρός αυτός οικονομολόγος ασχολείται με τα εμπορεύματα κατά κύριο λόγο, εμένα όμως με ενδιαφέρει να ασχολούμαι με τους ανθρώπους, τα προσόντα τους και τις συμπεριφορές τους».
Ο Πίτερ Ντράκερ έδινε μεγάλο βάρος στο επιχειρείν και στον ρόλο της δημιουργικής αντίληψης. Αν λοιπόν δώσουμε και εμείς το απαραίτητο βάρος στον άνθρωπο και στην ευφυΐα του ως κινητήρια δύναμη της οικονομίας, τότε για την Ελλάδα υπάρχουν και καλά νέα. Συνιστούν δε μία αδρή πραγματικότητα, που έχουμε την αίσθηση ότι κάποιοι σκοπίμως εξοβελίζουν από την πραγματικότητά μας. Υπάρχει στην Ελλάδα μια πολύτιμη πρώτη ύλη, η φαιά ουσία της, η οποία εμποδίζεται από τη γραφειοκρατία και την έλλειψη επιχειρηματικής κουλτούρας να μεγαλουργήσει και να βγάλει την χώρα από τη μιζέρια.
Σήμερα, λοιπόν, αυτή η φαιά ουσία δραστηριοποιείται σε νεοπαγείς επιχειρήσεις (start ups), οι οποίες, όπως ομολογούν οι ειδικοί της Κοιλάδας του Πυριτίου (Silicon Valey), έχουν σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα γιατί στη χώρα μας δεν υπάρχουν ισχυροί ανταγωνιστές.
«Στην Ελλάδα υπάρχει πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό, που είναι πολύ σημαντικότερο για τη χώρα από τον τουρισμό και τις όποιες ενεργειακές της πηγές. Πρόκειται για την ελληνική ευφυΐα και δημιουργικότητα, η οποία πάει χαμένη. Ωστόσο, το δυναμικό αυτό μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για μια νέα απογείωση της χώρας σας στον δύσκολο και πολύ ανταγωνιστικό 21ο αιώνα...». Αυτά μας είπε γνωστός διεθνής χρηματοδότης νεοπαγών επιχειρήσεων που επιθυμεί την ανωνυμία.
Την επιβεβαίωση αυτών των παρατηρήσεων είχαμε προσφάτως σε μία ενδιαφέρουσα εκδήλωση του Τομέα Εταιρικών Υποθέσεων της Ελληνικής Εταιρείας Διοικήσεως Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ), όπου αυτά τα οποία ειπώθηκαν αποδεικνύουν περίτρανα ότι υπάρχουν δύο Ελλάδες: αυτή του πλέον σκοταδιστικού χθες και η άλλη, ενός πρωτοποριακού και εφευρετικού αύριο.
Ακούγοντας τον κ. Δημήτρη Τσίγκο, τον νεαρό πρόεδρο της Ένωσης Νεοφυών Επιχειρήσεων, να τονίζει ότι «στην Ελλάδα λεφτά υπάρχουν για όποιον σοβαρό νέο θέλει να επιχειρήσει σε τομείς που ξεφεύγουν από τα σουβλατζίδικα και τα κομμωτήρια», λίγο έλειψε ο υπογράφων να πάθει σοκ.
Διότι ο ομιλητής προσέθεσε: «Μια καλή επιχείρηση στη χώρα μας βρίσκει χρηματοδότηση. Οι διεθνείς αγορές διαθέτουν άφθονα κεφάλαια για νεοφυείς εταιρείες, αρκεί οι τελευταίες να ανταποκρίνονται σε στοιχειώδεις αρχές καινοτομίας, ομαδικού πνεύματος, ορέξεως για ανάληψη κινδύνων και σοβαρότητος. Το πρόβλημα στη χώρα μας δεν είναι η έλλειψη επιχειρηματικής κουλτούρας. Πολλοί διστάζουν να επιχειρήσουν γιατί φοβούνται την αποτυχία, η οποία όμως έχει πολλές θετικές πτυχές. Μας μαθαίνει τι πρέπει να κάνουμε και τι όχι. Από την άλλη, το γραφειοκρατικό περιβάλλον είναι αυτό που αποθαρρύνει χιλιάδες νέους να δοκιμάσουν την τύχη τους στο επιχειρείν. Στον Σύνδεσμό μας επικρατεί εμπιστοσύνη και αισιοδοξία. Δεν μας ενδιαφέρουν οι ελεημοσύνες με τη μορφή επιδοτήσεων. Θέλουμε επενδύσεις που να αποδίδουν. Φιλοδοξούμε να ιδρύσουμε επιχειρήσεις που να κάνουν πρωταθλητισμό».
Και πράγματι υπάρχουν start up εταιρείες στην Ελλάδα που κάνουν πρωταθλητισμό χωρίς φανφάρες και μακρυά από διαπλοκές και λοιπές πελατειακές σχέσεις. Η εταιρεία Γαία, για παράδειγμα, με επικεφαλής της τον κ. Άρη Κεφαλογιάννη, πραγματοποιεί περί τα 14 εκατ. ευρώ κύκλο εργασιών κατά 90% στο εξωτερικό και διαθέτει στην αγορά ελληνικό λάδι και ελιές ως είδη διατροφής πολυτελείας.
«Χάρη στην ποιότητα και τις καλά μελετημένες συσκευασίες μας, που αφεαυτές αποτελούν καινοτομία, τα προϊόντα της ελληνικής γης πωλούνται με υψηλή προστιθέμενη αξία, παράλληλα δε αποτελούν και σήμα κατατεθέν υγιεινής διατροφής», τονίζει ο κ. Κεφαλογιάννης. Για να προσθέσει ότι στο σύγχρονο επιχειρείν κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τον ρόλο και τη σημασία του οράματος, καθώς και της κοινωνικής αποστολής της επιχείρησης.
Υψηλές προστιθέμενες αξίες φιλοδοξεί να πετύχει επίσης και η εταιρεία Stella Mare, δημιούργημα ενός ευφυούς αγρότη, του κ. Γ. Τερζάκη, ο οποίος έστησε με χίλια βάσανα στην Ελλάδα μία πρωτοποριακή μονάδα φιλετοποιήσεως γαύρου και σαρδέλας, και εμπορίας νωπών αλιευμάτων. Με τη στήριξη της Τράπεζας Πειραιώς, του ελληνικού επενδυτικού ομίλου Libra και του κ. Δημήτρη Γουλανδρή, η πρωτότυπη ελληνική εταιρεία φιλοδοξεί να καταστήσει τα φιλέτα γαύρου και σαρδέλας ισοδύναμα των γιαπωνέζικων σούσι.
Κατά τον κ. Τζίμμυ Αθανασόπουλο, μέντορα της εταιρείας και πρόεδρο του Ελληνικού Βραβείου Επιχειρηματικότητος, η Stella Mare αγοράζει την πρώτη ύλη 3 ευρώ το κιλό και την πωλεί επεξεργασμένη περί τα 41 ευρώ –προβάλλοντας ταυτόχρονα και τη θρεπτική αξία της ελληνικής ή μεσογειακής διατροφής.
Από την πλευρά τους, δύο ταλαντούχοι Έλληνες, οι κ. Γιάννης Μπρούστας και Λεωνίδας Γαρύφαλλος, δημιούργησαν την εταιρεία RABT, η οποία δραστηριοποιείται στην υψηλή τεχνολογία και επιτρέπει στους πελάτες της να επιλέγουν και να βλέπουν τα τηλεοπτικά προγράμματα που θέλουν χωρίς απώλεια χρόνου για αναζητήσεις. Με έδρα τη Νέα Υόρκη, η εταιρεία ευελπιστεί ότι σύντομα θα αποτελεί «ιστορία επιτυχίας» (success story) στον χώρο όπου δραστηριοποιείται.
Χώρος που είναι αυτός των ηλεκτρονικών εφαρμογών και στον οποίον έχουν ήδη επενδυθεί περί τα 40 εκατ. ευρώ από ελληνικές start ups διαφόρων κλάδων. Όσο για τη χρηματοδότηση αυτών των επιχειρήσεων, οι κ. Λουκάς Πηλίτσης και Γιώργος Τζιραλής, εκπρόσωποι επενδυτικών ταμείων (μεταξύ των οποίων και αυτό της Τράπεζας Πειραιώς) που αναζητούν ευκαιρίες, υποστηρίζουν ότι κεφάλαια υπάρχουν και είναι πρόθυμα να επενδυθούν όταν πρόκειται για σοβαρές ιδέες οι οποίες αναζητούν εφαρμογή.
«Τα επενδυτικά ταμεία δεν επιδιώκουν να χορηγήσουν δάνεια, αλλά θέλουν να συμμετέχουν σε επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, στο πλευρό νέων επιχειρηματιών που δεν φοβούνται την αποτυχία και διέπονται από ορθολογικό πνεύμα ομαδικότητος και από πάθος για επιτυχία. Η Ελλάδα, με το ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει, μπορεί να γίνει περιφερειακό κέντρο Έρευνας και Αναπτύξεως με διεθνή αίγλη», λέει ο κ. Λουκάς Πηλίτσης.
Και το ερώτημά μας είναι: πόσοι από τους πολιτικούς καταλαβαίνουν τη γλώσσα αυτή; Και, πέρα από τους πολιτικούς, πόσοι είναι οι νέοι που σκέπτονται με αυτόν τον τρόπο και επιθυμούν να βάλουν στην άκρη το «όραμα» να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι;
*Ο κ. Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος είναι δημοσιογράφος, επίτιμος Πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και Πρόεδρος του European Business Review (EBR). Μπορείτε να διαβάζετε τα άρθρα του στο www.europeanbusiness.gr και στο εβδομαδιαίο newsletter "EBR Confidential".
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.