Όλοι οι Έλληνες, εντός και εκτός της πατρίδας μας, ελπίζουμε ότι το 2014 θα είναι η αφετηρία για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Για να γίνει όμως αυτό πρέπει να υπάρξει επίγνωση των παραγόντων που δύνανται να τη δημιουργήσουν.
Κατ' αρχάς, είναι απαραίτητος ένας προσδιορισμός της ζημίας που έχει υποστεί η ελληνική οικονομία ώστε να προσδιορίσουμε και τα χαρακτηριστικά της ανάκαμψης που απαιτείται (οικονομικά μεγέθη και χρονικός ορίζοντας) για να επιστρέψει η οικονομία στα μέσα επίπεδα ευημερίας του ανεπτυγμένου κόσμου, τα οποία και άγγιζε βάσει του κατά κεφαλήν ΑΕΠ που παρουσίαζε στην προ κρίσης εποχή του ευρώ.
Οι δραματικές συνέπειες της δημοσιονομικής προσαρμογής
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύει η Eurostat στην ιστοσελίδα της (από την οποία προκύπτουν και οι υπόλοιπες αναφορές σε στατιστικά δεδομένα στο άρθρο, εκτός αν γίνεται κάποια παραπομπή), η ελληνική οικονομία εισήλθε σε καθεστώς ύφεσης το 2008, όταν και ο όγκος του ΑΕΠ σε αποπληθωρισμένες τιμές μειώθηκε κατά 0,2% σε σχέση με το 2007. Το άθροισμα των ετήσιων ποσοστών μείωσης από το 2008 έως και το 2012 είναι 21,7%.
Εάν όμως η αποτίμηση γίνει σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, το 2008 είναι το τελευταίο έτος όπου η οικονομία κατέγραψε μεγέθυνση και για πρακτικούς λόγους χρησιμοποιείται ως έτος σύγκρισης στο παρόν κείμενο. Η σύνθλιψη, λοιπόν, της ελληνικής οικονομίας σε μονάδες αγοραστικής δύναμης έως και το 2013 είναι της τάξης του 19,4% του ΑΕΠ του 2008.
Οι επιπτώσεις της σύνθλιψης αυτής στην αγορά εργασίας είναι πρωτοφανείς, καθώς το τρίτο τρίμηνο του 2013 η ανεργία στους άνδρες ήταν της τάξης του 24% του συνόλου του εργατικού δυναμικού της χώρας και στις γυναίκες αντίστοιχα του 31,5%.
Την ίδια περίοδο, οι μακροχρόνια άνεργοι, δηλαδή εκείνοι που παραμένουν άνεργοι για περισσότερο από έναν χρόνο, ήταν περίπου το 60% του συνόλου των ανέργων. Όσον αφορά τις νεότερες ηλικίες, το σύνολο των ανέργων από 15 έως και 24 ετών ανερχόταν στο 62,8% και από 25 έως και 29 ετών στο 47,2%.
Ένα στατιστικό μέγεθος με ιδιαίτερη σημασία είναι ο Σχηματισμός Ακαθάριστου Πάγιου Κεφαλαίου (δηλαδή οι επενδύσεις σε πάγια) καθώς σχετίζεται άμεσα με την απασχόληση και την απόδοση της εργασίας. Η συνολική μείωση των επενδύσεων σε πάγια από το 2008 έως και το 2013, αποτιμώμενη σε μονάδες αγοραστικής δύναμης, είναι το 53,4% του αντίστοιχου μεγέθους του 2008. Ωστόσο, είναι το μέγεθος των ιδιωτικών επενδύσεων σε πάγια (περίπου τα 3/4 του συνόλου) που είναι ήσσονος σημασίας, καθώς αφενός οι μνημονιακές υποχρεώσεις για δημοσιονομική εξυγίανση και αφετέρου οι επιταγές της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος για τα μέλη της ευρωζώνης δεν αφήνουν περιθώρια μεγέθυνσης των δημοσίων επενδύσεων σε πάγια.
Στα συν της οικονομικής πολιτικής που έχει επιφέρει όλα τα παραπάνω είναι ότι έχει γίνει δραστική μείωση στο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών, το οποίο από 14,5% του ΑΕΠ σε μονάδες αγοραστικής δύναμης που ήταν το 2008 προσδιορίζεται το 2013 στο 2,3% του ΑΕΠ σε ίδια βάση. Επίσης, το Υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε ότι για πρώτη φορά ύστερα από περίπου τέσσερα έτη εφαρμογής των μνημονιακών επιταγών για το 2013 επιτυγχάνεται 603 εκατ. ευρώ πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού σε τροποποιημένη ταμειακή βάση.
Ωστόσο, το ίδιο Υπουργείο αναφέρει στην ανακοίνωσή του και ότι το 2013 παρουσιάστηκε έλλειμμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 5,4 δισ. ευρώ, την ίδια στιγμή που η Eurostat προσδιορίζει το χρέος της γενικής κυβέρνησης στο 171,8% του ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές.
Συνεπώς, έστω και αν η κυβέρνηση δείχνει αποφασισμένη να πετύχει τους στόχους των μνημονιακών επιταγών, η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους γίνεται πλέον, εκ των πραγμάτων, αδύνατη εντός των ισχυόντων πλαισίων.
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι η ανάκαμψη που θα οδηγήσει στα επίπεδα του ΑΕΠ του 2008 και πιθανότατα σε παρόμοια επίπεδα ευημερίας απαιτεί μέσο ετήσιο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης της τάξης του 4% σε ορίζοντα δεκαετίας. Επίσης, με έτος αναφοράς το 2008, οι ιδιωτικές επενδύσεις σε πάγια πρέπει να αυξηθούν περί τα 40 δισ. ευρώ.
Τα περιθώρια αισιοδοξίας
Υπάρχουν λοιπόν σημάδια ανάκαμψης που αυτόματα θα σημαίνουν την έξοδο από την κρίση; Αν υπάρχουν, πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρουμε και αν δεν τις πληρούν, πού καταλήγουμε;
Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, πρέπει να παραδεχτούμε ότι ύστερα από ένα μεγάλο διάστημα μαζικών και έντονα αρνητικών προσδοκιών, παρουσιάζονται προθέσεις για επενδυτικές τοποθετήσεις στην πατρίδα μας λόγω των βελτιώσεων που παρουσιάζουν αρκετοί μακροοικονομικοί δείκτες. Βεβαίως, σημαντική συμβολή στη σταδιακή ανάκτηση της εμπιστοσύνης έχει και η αποκατάσταση της πολιτικής σταθερότητας το 2013 και η πορεία των αποκρατικοποιήσεων.
Σαφείς ενδείξεις για τη σταδιακή ανάκτηση της εμπιστοσύνης είναι (μεταξύ άλλων):
• Η συνεχής πτωτική πορεία του περιθωρίου (spread) του δεκαετούς ελληνικού ομολόγου ως προς το αντίστοιχο γερμανικό.
• Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας και των συστημικών τραπεζών από διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
• Η βελτίωση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος (έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ) στις υψηλότερες τιμές των τελευταίων ετών, γεγονός που επιβεβαιώνει και το Doing Business Report 2014 (Παγκόσμια Τράπεζα) που κατατάσσει την Ελλάδα στην 72η θέση από την 89η του προηγούμενου έτους. Βεβαίως, αν και η 72η θέση είναι ένα φτωχό επίτευγμα για μία ανεπτυγμένη χώρα, η προσπάθεια συρρίκνωσης της γραφειοκρατίας που βάλλει την επιχειρηματική πρωτοβουλία αντικατοπτρίζεται στην εκπληκτική άνοδο που καταγράφει η Ελλάδα στον επιμέρους δείκτη Starting Business της εν λόγω έκθεσης, καθώς από την 147η θέση αναρριχήθηκε στην 36η.
• Η ανάδειξη της Ελλάδας στην πρώτη θέση μεταξύ 20 ευρωπαϊκών χωρών (2012 Euro Plus Monitor) για τα επιτεύγματα στη δημοσιονομική προσαρμογή και στις διαρθρωτικές αλλαγές. Αυτό φαίνεται ότι θα έχει διάρκεια, καθώς τα έσοδα για το 2013 διαμορφώνονται στο επίπεδο των στόχων που έχουν τεθεί, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά την τελευταία πενταετία.
Αυτή η σταδιακή αντιστροφή του κλίματος προς το παρόν μετουσιώνεται σε προσδοκίες και προθέσεις οι οποίες προβάλλονται ως σημεία αναφοράς εξόδου από την κρίση. Συγκεκριμένα:
• Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των συστημικών τραπεζών από διεθνείς οίκους αξιολόγησης θα μειώσει το κόστος δανειακών κεφαλαίων και η ολοκλήρωση της διαδικασίας της ανακεφαλαιοποίησής τους ενδέχεται να τονώσει την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά. Επίσης, οι προσδοκίες για την τόνωση της τελευταίας σχετίζονται και με την αύξηση-επιστροφή των καταθέσεων εντός των συνόρων, η οποία θα επέλθει με την ανάσχεση του κλίματος αβεβαιότητας για τη βιωσιμότητα του χρέους (π.χ. φόβοι για κούρεμα των καταθέσεων).
• Οι προσδοκίες ότι τα μεγέθη του τουρισμού, ο οποίος αποτελεί περίπου το 1/5 του ΑΕΠ, θα είναι ανοδικά και το 2014 και θα παραμείνουν στα υψηλά επίπεδα του 2013-2014 για τα επόμενα πέντε - δέκα έτη.
• Η αύξηση του ποσοστού απορρόφησης των κονδυλίων του ΕΣΠΑ.
• Η επιστροφή του 70% του πρωτογενούς πλεονάσματος.
• Η μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των οργανισμών του δημοσίου προς ιδιώτες.
• Το θετικό ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης (προσλήψεις μείον απολύσεις) για το 2013 (σύμφωνα με τις καταγραφές του «Εργάνη»).
• Η πρόθεση της κυβέρνησης για την έναρξη των έργων στις εθνικές οδούς.
• Η συνολική κεφαλαιοποίηση της χρηματιστηριακής αγοράς ακολουθεί ανοδική πορεία και η προσδοκία ότι η πλειονότητα των εισηγμένων θα επιστρέψει στην κερδοφορία.
• Η σταθερά ανοδική πορεία των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (π.χ. 3,7% το 2013 και 4,2% το 2012), η οποία σε μονάδες αγοραστικής δύναμης αγγίζει το μέγεθος των εξαγωγών του 2008, υποδηλώνει τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
• Το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον που μεταφράζεται σε σημαντική άνοδο των εισροών άμεσων επενδύσεων εξωτερικού, καθώς υπάρχουν εκτιμήσεις ότι το 2013 οι εισροές θα ξεπεράσουν τις αντίστοιχες του 2004 (1,7 δισ. ευρώ) και ότι το 2014 θα κινηθούν στα επίπεδα του 2008 (3,1 δισ. ευρώ) και του 2006 (4,3 δισ. ευρώ).
Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι τα παραπάνω είναι ρεαλιστικές ενδείξεις ότι η σύνθλιψη μπορεί το 2014 να αποτελεί παρελθόν. Ωστόσο, συνυπολογίζοντας αφενός τον αριθμό των απολύσεων που θα προκύψει στον δημόσιο τομέα μέσα από τις μνημονιακές επιταγές και αφετέρου τις επιπτώσεις της δημοσιονομικής παγίδας (αύξηση φόρων - μειώσεις δημοσίων δαπανών) στα επίπεδα ρευστότητας και στο μέγεθος της εγχώριας ζήτησης για αγαθά και υπηρεσίες, η έξοδος από τη σύνθλιψη μπορεί να είναι απλώς ένα επίπεδο μακροοικονομικής ισορροπίας με αναιμική μεγέθυνση, όπως συμβαίνει και σε άλλα μέλη της ευρωζώνης.
Το επιχείρημα αυτό ενισχύεται και από την εισροή άμεσων επενδύσεων εξωτερικού (τουλάχιστον σε πρώτη φάση) που αναμένεται να δώσουν ώθηση στις επενδύσεις σε πάγια. Αν και το απόθεμα των εισροών άμεσων επενδύσεων εξωτερικού αναμένεται μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του 2012 που ήταν 34,1 δισ. ευρώ (λόγω και των ιδιωτικοποιήσεων), ουσιαστικές ως προς την πολυαναμενόμενη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι μόνο εκείνες που θα καταγράφονται ως επενδύσεις σε πάγια. Δηλαδή οι επενδύσεις τύπου Greenfield (όπως αναφέρεται στην αγγλική) και οι εξαγορές (αλλά και οι συμμετοχές σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου) που δύναται να οδηγήσουν σε επενδύσεις σε πάγια.
Οι προϋποθέσεις για την πραγματική ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας
Συνεπώς, η συζήτηση για τα σημάδια της ουσιαστικής ανάκαμψης πρέπει να επικεντρωθεί στους παράγοντες που θα απομακρύνουν τη δημοσιονομική παγίδα και θα καταστήσουν το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Συγκεκριμένα, είναι απαραίτητο να συμβούν σύντομα (και όχι απαραίτητα με αυτήν την σειρά):
• Η επιστροφή του 70% του πρωτογενούς πλεονάσματος.
• Η μείωση των φορολογικών συντελεστών, το ύψος των οποίων αφενός ευνοεί τη θέση των ανταγωνιστών στην προσέλκυση άμεσων επενδύσεων εξωτερικού και αφετέρου συντηρεί το μέγεθος της σκιώδους οικονομίας. Ωστόσο, η μείωση των φορολογικών συντελεστών δεν είναι απαραίτητο να οδηγήσει στα επίπεδα των γειτόνων μας, αλλά να ζυμωθεί με άλλα εξίσου σημαντικά στοιχεία βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας (π.χ. συρρίκνωση της γραφειοκρατίας και επένδυση στην τεχνοδομή) ώστε να συντελέσει στη δημιουργία ενός ελκυστικού μίγματος.
• Η μεταφορά μέρους της σκιώδους οικονομίας στην αντίστοιχη επίσημη. Για το συγκεκριμένο είναι απαραίτητα πέρα από τη μείωση της φορολογίας και άλλα μέτρα (όπως η εντατικοποίηση των ελέγχων κ.λπ.), τα οποία αναφέρονται σε σχετικές μελέτες.
• Η πρωτοβουλία της κυβέρνησης για προσέλκυση και υλοποίηση μεγάλης έκτασης άμεσων επενδύσεων εξωτερικού τύπου Greenfield.
• Η έκδοση ευρωομολόγου για τη χρηματοδότηση όλων των εταίρων που τηρούν τις επιταγές της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, ώστε να παύσει η εμπλοκή της τρόικας.
• Η μείωση του μεγέθους του ελληνικού χρέους, η οποία στην παρούσα φάση ενδέχεται να πραγματοποιηθεί μόνο με τη μορφή ενός έμμεσου κουρέματος. Δηλαδή επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής και πτώσης του επιτοκίου που θα μειώσουν την παρούσα αξία του, αλλά και μέσω της μεταφοράς στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας του ποσού με το οποίο το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ανακεφαλαιοποίησε τις συστημικές τράπεζες.
Οι τελευταίες δύο προϋποθέσεις καταδεικνύουν ότι η έξοδος από την κρίση δεν περνάει μόνο από τα χέρια μας. Επίσης, ο δρόμος προς την πραγματική ανάκαμψη που διασφαλίζει η πραγματοποίηση όλων των παραπάνω είναι ο ενδεδειγμένος μόνο για την περίπτωση όπου όλοι οι ενδογενείς παράγοντες (π.χ. διατήρηση πολιτικής σταθερότητας) αλλά και οι εξωγενείς (π.χ. ελλείψει νέας χρηματοπιστωτικής κρίσης ή και διαπληκτισμών με γειτονικά κράτη) παραμείνουν σταθεροί.
Πρέπει λοιπόν όλοι οι Έλληνες, εντός και εκτός συνόρων (ιδιαίτερα δε οι νεότεροι που αναγκάζονται να μετοικήσουν στην αλλοδαπή), να επιστήσουμε την προσοχή μας σε όλα τα παραπάνω και να διεκδικήσουμε την πραγματοποίησή τους, ώστε να γίνει η Ελλάδα η επόμενη ταχύτατα αναδυόμενη οικονομία παγκοσμίως. Ακόμη και τότε όμως, πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι καρποί της ανάκαμψης θα γίνουν αισθητοί ως βελτίωση της οικονομικής μας ευμάρειας σε περίπου 12 με 18 μήνες.
* Ο Αριστείδης Μπιτζένης (φωτ. πάνω) είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και συντονιστής της ερευνητικής ομάδας για τη Σκιώδη Οικονομία στην Ελλάδα. Ο Βασίλειος Βλάχος (φωτ. κάτω) είναι υποψήφιος διδάκτωρ και μέλος της εν λόγω ερευνητικής ομάδας. Οι απόψεις τους παρουσιάζονται στο τελευταίο συγγραφικό τους έργο Reflections on the Greek Sovereign Debt Crisis.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.