Οι κοινωνίες του 21ου πρώτου αιώνα πρέπει να προχωρήσουν σε μια ριζική αναθεώρηση των δομών που καθορίζουν την εκπαίδευση, την εργασία, τον ελεύθερο χρόνο και τη συνταξιοδότηση, εκτιμά ο Κ. Ντερβίς.Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες κοινωνίες είναι αντιμέτωπες με σημαντικές προκλήσεις που απορρέουν από την παγκοσμιοποίηση και τη γήρανση του πληθυσμού και έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην απασχόληση και στη δημοσιονομική πολιτική.
Η μεγαλύτερη πρόκληση προέρχεται από την ταχύτητα με την οποία η παγκοσμιοποίηση δημιουργεί νέες ανάγκες για δεξιότητες. Οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται απαιτούν διαφορετικές ικανότητες, και αυτό σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι που χάνουν τη δουλειά τους σε τομείς που εξαφανίζονται έχουν λίγες πιθανότητες να επανενταχτούν στην αγορά εργασίας.
Επιπρόσθετα, η τεχνολογική πρόοδος περιορίζει συνεχώς τη ζήτηση για εργατικά χέρια, με τους υπολογιστές και τα ρομπότ να αντικαθιστούν την ανθρώπινη εργασία σε ένα μεγάλο φάσμα επιχειρήσεων, από τα σούπερ μάρκετ μέχρι τις αυτοκινητοβιομηχανίες. Εξαιτίας της αβεβαιότητας γύρω από τις προοπτικές της οικονομίας, πολλές εταιρείες διστάζουν να προσλάβουν νέους υπαλλήλους, οδηγώντας την ανεργία των νέων στα ύψη.
Την ίδια ώρα, η γήρανση του πληθυσμού και το κόστος της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για τους ηλικιωμένους αποτελεί τη βασική δημοσιονομική πρόκληση για τις ανεπτυγμένες κοινωνίες. Ως το τέλος του 21ου αιώνα, το προσδόκιμο ζωής μετά τα 60 θα έχει ανέβει κατά δέκα χρόνια σε σχέση με τη μεταπολεμική περίοδο κατά την οποία διαμορφώθηκαν τα σημερινά συνταξιοδοτικά όρια.
Tα τρία κλειδιά για την υπέρβαση των προκλήσεων
Ο Κ. Ντερβίς υποστηρίζει ότι για να μειωθούν οι κοινωνικές εντάσεις και τα δημοσιονομικά βάρη είναι αναγκαία μια ριζική αναθεώρηση της εργασίας, του ελεύθερου χρόνου, του συνταξιοδοτικού πλαισίου και των πρακτικών για την απόκτηση δεξιοτήτων.
Πρώτον, η καλλιέργεια νέων δεξιοτήτων πρέπει να μετεξελιχθεί σε μακροχρόνια διαδικασία, η οποία θα ξεκινά από τα σχολικά χρόνια, αλλά θα συνεχίζεται με εκπαίδευση πάνω στο αντικείμενο εργασίας και θα διακόπτεται κατά διαστήματα για την απόκτηση νέων ακαδημαϊκών και πρακτικών γνώσεων.
Τα προγράμματα επιδότησης των προσλήψεων νέων εργαζομένων πρέπει να καθιερωθούν στις πολιτικές για τη στήριξη της απασχόλησης.
Δεύτερον, η συνταξιοδότηση πρέπει να αλλάξει μορφή και να πραγματοποιείται σταδιακά. Οι εργαζόμενοι μπορούν να απασχολούνται 1.800 με 2.000 ώρες μέχρι να φτάσουν τα 50, να υποχωρούν στις 1.300 με 1.500 ώρες όταν φτάνουν τα 60 και να περιορίζονται στις 500 με 1.000 ώρες καθώς πλησιάζουν τα 70. Μια νοσοκόμα ή ένας καθηγητής δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για παράδειγμα, μπορεί να εργάζεται πέντε ημέρες την εβδομάδα μέχρι τα πενήντα, τέσσερις μέρες την εβδομάδα μέχρι να κλείσει τα 62, τρεις ημέρες μέχρι τα 65 και δύο μέρες μέχρι τα 70.
Oι εργαζόμενοι και οι εργοδότες πρέπει να διαπραγματευτούν αυτήν την ευελιξία, αλλά πρέπει να το κάνουν με κίνητρα και οικονομική στήριξη από την κυβέρνηση, όπως για παράδειγμα την καθιέρωση διαφορετικών συντελεστών για τους φόρους εισοδήματος και κοινωνικής ασφάλισης.
Οι διακοπές μπορεί να είναι 3 - 4 εβδομάδες για όσους είναι κάτω από τα 45 και να αυξάνονται σταδιακά στις 7 - 8 εβδομάδες για όσους έχουν περάσει τα 60.
Τρίτον, πρέπει να εφαρμοστούν πολιτικές που θα ενισχύουν την ελευθερία των πολιτών να διαμορφώνουν τον εργασιακό τους βίο. Παραδείγματος χάριν, κάθε δέκα χρόνια ένας εργαζόμενος θα μπορούσε να αφιερώσει μια ολόκληρη χρονιά για εκπαίδευση, με ένα τρίτο του κόστους να καλύπτεται από τον εργοδότη, ένα τρίτο από δημόσια κεφάλαια και ένα τρίτο από προσωπικές αποταμιεύσεις.
Ο βασικός στόχος, αναφέρει ο Κ. Ντερβίς, είναι να δημιουργηθεί μια κοινωνία στην οποία οι πολίτες θα εργάζονται και θα πληρώνουν φόρους ως τα 70, αλλά με λιγότερη ένταση καθώς θα πλησιάζουν την ηλικία αυτή και με τρόπο ευέλικτο, που θα εκφράζει τις προσωπικές τους επιλογές.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η σταδιακή και ευέλικτη συνταξιοδότηση δεν θα είναι προς όφελος μόνο των εργοδοτών και των κυβερνήσεων, αλλά και των ίδιων των εργαζομένων, γιατί η απασχόληση αποτελεί μια πηγή προσωπικής ικανοποίηση και πολύτιμης κοινωνικής συναναστροφής.
Ως αντάλλαγμα για την επιμήκυνση του εργασιακού τους βίου οι πολίτες θα έχουν περισσότερο ελεύθερο χρόνο και ευκαιρίες για την εξέλιξη των διεξοτήτων τους.
*O Kεμάλ Ντερβίς έχει διατελέσει υπουργός Οικονομικών της Τουρκίας και επικεφαλής του προγράμματος του ΟΗΕ για την ανάπτυξη. Είναι αντιπρόεδρος στο ινστιτούτο Brookings.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.