Επιστρέφει η νευρικότητα στα διεθνή χρηματιστήρια

Γιατί οι αγορές υπεραντιδρούν στα αρνητικά νέα. Τι φοβίζει τώρα τους αναλυτές και τους επενδυτές. Τα κομβικά σημεία για την οριστική ομαλοποίηση της κατάστασης. Οι χώρες-φωτιά και το ελληνικό ζήτημα.

Επιστρέφει η νευρικότητα στα διεθνή χρηματιστήρια
Παρά το γεγονός ότι τα εταιρικά κέρδη φαίνεται πως ξεπερνούν τις αρχικές προσδοκίες, η νευρικότητα στις αγορές δείχνει να επανέρχεται, καθώς νέοι πολιτικοοικονομικοί κίνδυνοι έρχονται στο προσκήνιο.

Την ίδια ώρα, παρά τις αρχικές εκτιμήσεις, ίσως τα επιτόκια αναφοράς στις βασικές οικονομίες να παραμείνουν χαμηλότερα των αναμενομένων προκειμένου οι κυβερνήσεις να εξασφαλίσουν ότι η ανάπτυξη και κατ’ επέκταση η απασχόληση θα διατηρηθούν σε ανοδική τροχιά.

Ουσιαστικά, τόσο οι κυβερνήσεις όσο και οι κεντρικές τράπεζες επιθυμούν να αποφύγουν το παράδειγμα της Ιαπωνίας της δεκαετίας του ’90, όταν με τα πρώτα σημάδια της ανάκαμψης έσπευσαν να αυξήσουν τη φορολογία και να ανεβάσουν τα επιτόκια οδηγώντας την οικονομία σε οπισθοδρόμηση, από την οποία η χώρα δεν έχει ξεφύγει μέχρι τις μέρες μας.

Ανεξάρτητα όμως από τις προθέσεις των κυβερνήσεων, το αποτέλεσμα της δημοσιονομικής επέκτασης είναι ότι οι χώρες της ευρωζώνης θα αναγκαστούν να δανειστούν ποσά ύψους 2,2 τρισ. δολαρίων μέσα στο 2010, την ώρα που τα ελλείμματα στις ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα αυξηθούν στο 1,4 τρισ. δολ. το 2010 και στο 1,3 τρισ. δολ. το 2011.

Ταυτόχρονα, μία δεύτερη τάση, αυτή της ασύμμετρης ανάκαμψης από την κρίση για τις μεγαλύτερες οικονομίες, δείχνει να κυριαρχεί κατά την τρέχουσα χρονιά, αφού η οικονομία των ΗΠΑ φαίνεται να ανακάμπτει ταχύτερα απ’ ό,τι της Βρετανίας και της ευρωζώνης, γεγονός που σε βάθος χρόνου είναι πιθανόν να υπαγορεύσει διαφορετικές στρατηγικές εξόδου από την κρίση.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin

Το «όχημα» της ανάκαμψης

Πάντως, η πολιτική των κεντρικών τραπεζών (ενέσεις ρευστότητας, πολύ χαμηλά επιτόκια) και η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική των κυβερνήσεων τροφοδότησαν την ανάκαμψη, ενώ τα χαμηλά επιτόκια και το «ράλι» των αγορών από τις αρχές του Μαρτίου 2009 έχουν επίσης επηρεάσει την πραγματική οικονομία. Για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις ενισχύουν τα αποθέματά τους.

Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο είναι το γεγονός πως οι εταιρείες διατήρησαν τα περιθώρια κέρδους τους μέσω της περικοπής του κόστους, ενώ η ισχυρή ανάπτυξη στην Κίνα και σε άλλες αναδυόμενες χώρες τροφοδοτεί την παγκόσμια οικονομία.

Τα προσωρινά μέτρα οικονομικής στήριξης θα συνεχίζουν να επιδρούν στις ανεπτυγμένες αγορές τους επόμενους μήνες, αλλά από τα τέλη του 2010 η οικονομία θα πρέπει να στηρίζεται στον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων και των καταναλωτών στις ΗΠΑ. Παρ’ όλα αυτά, η καταναλωτική δαπάνη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία των χρηματαγορών, της αγοράς ακινήτων και από την πρόοδο στην αγορά εργασίας.


Κλειδί τα επιτόκια

Οι κεντρικές τράπεζες και οι αγορές, πάντως, φαίνεται να έχουν διαφορετική αίσθηση των πραγμάτων αναφορικά με το μέλλον των επιτοκίων, παράμετρος η οποία αναμένεται να καθορίσει τις εξελίξεις.

Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης προεξοφλούν άνοδο 80 έως 100 μονάδων βάσης των επιτοκίων στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως, δεδομένου του μεγάλου μεγέθους της πλεονάζουσας δυναμικότητας, ίσως να απέχουμε ακόμη αρκετά από οποιαδήποτε μεταβολή των βασικών επιτοκίων, ενώ και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού τα επιτόκια ενδεχομένως να μην καταγράψουν την άνοδο που προεξοφλούν σήμερα οι αγορές.

Τα οικονομικά δεδομένα, εξάλλου, συνολικά συνθέτουν μικτή εικόνα, ενώ σε μία ήδη νευρική αγορά οι επενδυτές αντιμετωπίζουν με καχυποψία τα όποια αρνητικά νέα. Άλλωστε, τα οικονομικά στοιχεία δείχνουν ότι ο οικονομικός κύκλος έχει κορυφωθεί ή βρίσκεται κοντά στην κορύφωσή του.

Η παγκόσμια οικονομία εξακολουθεί να σημειώνει αξιόλογη ανάπτυξη, όμως ο ρυθμός της έχει κατά κάποιον τρόπο επιβραδυνθεί. Ωστόσο, όσο δεν εμφανίζονται σημάδια σημαντικής υποχώρησης των ιδιωτικών δαπανών, οι αναλυτές δεν ανησυχούν γι’ αυτήν την επιβράδυνση, θεωρώντας πως τα προσωρινά μέτρα στήριξης της οικονομίας εξακολουθούν να δρουν υποστηρικτικά όχι μόνο για την παγκόσμια οικονομία αλλά και για τα εταιρικά κέρδη, αν και η μεταβλητότητα στις κεφαλαιαγορές αναμένεται πως θα παραμείνει υψηλή.


Γιατί ελκύουν οι μετοχές

Για μία ομάδα αναλυτών, οι μετοχές εμφανίζουν πιο ελκυστική προοπτική από τις αξίες σταθερού εισοδήματος (fixed income), ενώ παρουσιάζονται πιο φθηνές σε σχέση με τον μακροχρόνιο μέσο όρο του δείκτη τιμή/κέρδη (P/E) προσαρμοσμένο ως προς τον οικονομικό κύκλο.

Έτσι, προβλέπουν πως παγκοσμίως οι μετοχές θα είναι διαπραγματεύσιμες κατά 15% περίπου υψηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα στο τέλος του 2010, αν και αργότερα εντός του 2010 η έμφαση στο πώς τα κρατικά ελλείμματα θα μειωθούν ενδέχεται να προκαλέσει αυξημένες διακυμάνσεις στις τιμές, ενώ η επίδραση των πακέτων στήριξης στις ανεπτυγμένες οικονομίες θα αρχίσει σταδιακά να φθίνει.

Οι μερισματικές αποδόσεις ενδέχεται να καταλάβουν ένα μεγαλύτερο κομμάτι της συνολικής απόδοσης των μετοχών, αφού τα αυξημένα εταιρικά αποτελέσματα θα ενισχύσουν τα μερίσματα. Οι μερισματικές αποδόσεις σε ορισμένους κλάδους, εξάλλου, στην τρέχουσα περίοδο είναι υψηλότερες από το επιτόκιο που οι εταιρείες πληρώνουν στους κατόχους των ομολογιών τους.

Πάντως, από την ανοδική πορεία των οικονομιών το τελευταίο διάστημα οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι αυτές που ωφελούνται περισσότερο, καθώς έχουν εύκολη πρόσβαση στις κεφαλαιαγορές για άντληση κεφαλαίων, ενώ οι επενδυτές σπεύδουν να αποκτήσουν τις μετοχές και τα ομόλογα που εκδίδονται από εταιρείες που αναδιαρθρώνουν το χρέος τους.

Οι μεσαίου και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις είναι περισσότερο εξαρτημένες από τον τραπεζικό δανεισμό για τις κεφαλαιακές τους ανάγκες. Όμως, οι τράπεζες παραμένουν φειδωλές στην παροχή πιστώσεων. Αυτή είναι και μία από τις αιτίες για τις οποίες ο κλάδος των υπηρεσιών (όπου δραστηριοποιούνται πολλές μικρές εταιρείες) ανακάμπτει με χαμηλότερους ρυθμούς.


Τρεις χώρες-φωτιά

Την ίδια ώρα, οι εξελίξεις σε τρεις χώρες δείχνουν να επηρεάζουν καταλυτικά τις αγορές βραχυπρόθεσμα, συντείνοντας στη νευρικότητα των επενδυτών, καθώς σύμφωνα και με την ΙΝG οι τελευταίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με νέους πολιτικοοικονομικούς κινδύνους:

1. Οι αγορές φοβούνται, λ.χ., ότι οι Αρχές στην Κίνα θα χρειαστεί να λάβουν ακραία μέτρα τα προσεχή τρίμηνα για να καταπολεμήσουν πιθανή υπερθέρμανση της οικονομίας, ενώ πολλά θα κριθούν και από τη χρονική στιγμή κατά την οποία θα αποφασίσουν να αυξήσουν τα επιτόκια.

Μια ομάδα αναλυτών προβλέπει πως κάτι τέτοιο θα εφαρμοστεί σταδιακά, όπως δείχνει και η παράδοση που ακολουθεί η χώρα τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ άλλοι αναμένουν κινήσεις τους επόμενους τρεις - έξι μήνες, οι οποίες θα μπορούσαν να αυξήσουν τη μεταβλητότητα -ιδιαίτερα στις αναδυόμενες αγορές και στα εμπορεύματα-, επηρεάζοντας και τη διάθεση για ανάληψη επενδυτικού κινδύνου.

2. Οι πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ συνέβαλαν στο να αυξηθεί η αβεβαιότητα. Η απώλεια μιας έδρας των δημοκρατικών στη Γερουσία φαίνεται ότι οδηγεί τον κ. Μπαράκ Ομπάμα σε περισσότερο «λαϊκή» γραμμή.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος μάλλον επιθυμεί να περιορίσει τόσο την εμβέλεια όσο και το μέγεθος των τραπεζών, σχέδια τα οποία προς το παρόν θεωρούνται ασαφή από τις αγορές. Τέτοια μέτρα όμως δεν ευνοούν τον χρηματοπιστωτικό τομέα, αφού η διαθεσιμότητα των πιστώσεων πρόκειται μάλλον να πληγεί, με επιπτώσεις και στην ανάπτυξη.

Παράλληλα, καθώς η πιστωτική κρίση αποκάλυψε τους κινδύνους που διατρέχει η σταθερότητα του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος, η επικείμενη κάποια στιγμή μεταρρύθμισή του με αδιευκρίνιστο ακόμη το εύρος των κρατικών παρεμβάσεων θα οδηγήσει σε παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας.

3. Όσον αφορά στο «ελληνικό πρόβλημα», πήρε διεθνείς διαστάσεις, αφού οι αγορές φοβούνται πιθανό ντόμινο αν τελικά δεν τα καταφέρουμε, ενώ οι επικριτές του ευρώ εμμένουν πλέον στην άποψή τους πως «νομισματική ένωση δεν μπορεί να υφίσταται χωρίς πολιτική ένωση».

Τα δεδομένα λοιπόν δείχνουν ότι τα δρώμενα στις τρεις αυτές χώρες θα συνεχίσουν να επηρεάζουν το διεθνές επενδυτικό τοπίο, ενώ, παρά την έγκριση του ελληνικού Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΠΣΑ) από τις Βρυξέλλες, η αβεβαιότητα όσον αφορά στις εγχώριες οικονομικές εξελίξεις θα εξακολουθήσει να καθορίζει την πορεία των ελληνικών ομολόγων και μετοχών.


Το ελληνικό ζήτημα

Κατά τις αγορές, πάντως, καθώς το ελληνικό ΠΣΑ υποστηρίζει προσαρμογή κατά μέσο όρο 50 - 50 μεταξύ δαπανών και εσόδων, απαιτείται βαθύτερη προσαρμογή όσον αφορά στις δαπάνες, η οποία θα μειώσει τις πιέσεις στο κόστος δανεισμού.

Σύμφωνα με ορισμένους οικονομολόγους, όμως, η διεύρυνση της φορολογικής βάσης θα έχει καλύτερο αποτέλεσμα. Αυτοί που γνωρίζουν την εσωτερική λειτουργία της ελληνικής οικονομίας εξηγούν ότι επί χρόνια η παραοικονομία (η μεγαλύτερη μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ) εξαπλώνεται με ταχύ ρυθμό. Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής είναι μεγάλο μέρος επαγγελματιών (κυρίως αυτοαπασχολουμένων) να μη συνεισφέρει στα φορολογικά έσοδα με βάση το «πραγματικό» του εισόδημα.

Οι συγκεκριμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν πως με τον περιορισμό της οικονομικής αυτής δραστηριότητας το οικονομικό επιτελείο όχι μόνο θα καταφέρει να επιτύχει την τόσο απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή αλλά επίσης δεν θα διαταράξει και την κοινωνική συνοχή και θα ελαχιστοποιήσει την επίπτωση στην ανάπτυξη.

Μια άλλη ομάδα οικονομολόγων, όμως, με δεδομένη τη διάρθρωση των πρωτογενών δαπανών (πάνω από το 80% αποτελούν αμοιβές υπαλλήλων, συντάξεις και επιδότηση του ασφαλιστικού συστήματος), υποστηρίζει ότι μεγαλύτερος έλεγχος των κρατικών δαπανών, ώστε να πάψει το δημόσιο χρήμα να απορροφάται από τη «μαύρη τρύπα» του αναξιόπιστου κρατικού μηχανισμού, είναι κάτι παραπάνω από αναγκαίος.

Κοινός τόπος, εξάλλου, είναι η διαπίστωση ότι η χώρα δεν εκμεταλλεύτηκε τα καλά χρόνια της ισχυρής ανάπτυξης για να περιορίσει τα ελλείμματα, αφού κατανάλωνε περισσότερα από όσα παρήγε. Για ορισμένους αναλυτές, τελικά, η βοήθεια από τους εταίρους μας δεν μπορεί να αποκλειστεί, αν και η Ελλάδα θα πρέπει πρώτα να βοηθήσει τον εαυτό της, λαμβάνοντας αυστηρά μέτρα για τη μείωση των ελλειμμάτων.

Κι ενώ υπάρχουν ακόμη και σενάρια που δεν αποκλείουν πως η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει τη δική της περίπτωση «Lehman Βrothers», αν η ελληνική οικονομία καταρρεύσει, δεδομένου ότι αναμένεται ντόμινο αρνητικών εξελίξεων, ή αντίστροφα ότι τα ελλείμματα είναι τεχνηέντως υπερβολικά σήμερα και θα ξεφουσκώσουν εύκολα, το σίγουρο είναι πως οι λεπτές ισορροπίες στα εγχώρια οικονομικά και επενδυτικά δρώμενα θα έχουν μάλλον συνέχεια.

* Αναλυτικοί πίνακες με το δημόσιο χρέος, τα ΑΕΠ, την παραοικονομία, τα Ρ/Ε των αγορών και τις αποδόσεις των τραπεζικών μετοχών ανά χώρα δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".

** Αναδημοσίευση από το 620ο φύλλο της εβδομαδιαίας εφημερίδας ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, 5 - 9 Φεβρουαρίου 2010.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v