Παρά τη διόρθωση από τις 840 μονάδες στα επίπεδα των 815 μονάδων, το Χρηματιστήριο της Αθήνας παραμένει η ευρωπαϊκή αγορά με τα υψηλότερα κέρδη από τις αρχές του χρόνου, με βασική διαφορά την πορεία στις τραπεζικές μετοχές. Με την αγορά να ξεκινά από τόσο χαμηλά το 2019, η προσέγγιση κάποιων ξένων επενδυτών έναντι των ελληνικών περιουσιακών στοιχείων άλλαξε προς το θετικότερο, αφού οι τραπεζικές μετοχές προεξόφλησαν αρκετά δυσμενή σενάρια στα χαμηλά του Νοεμβρίου.
Το αποτέλεσμα των εκλογών, όμως, ενίσχυσε τον αριθμό των ξένων επενδυτών που ξανάνοιξαν τα μόνιτορ για Ελλάδα και αναμένεται αυτός ο αριθμός να αυξηθεί αν το εκλογικό αποτέλεσμα είναι ξεκάθαρο. Ωστόσο οι μετεκλογικές κινήσεις και τα «πονταρίσματα» έχουν μεγαλύτερη σημασία.
Ενώ τρέχουν παράλληλα και μια σειρά από άλλα γεγονότα και η αγορά έχει ξεκολλήσει… θεαματικά από τα χαμηλά του περασμένου φθινοπώρου, έχει διαμορφωθεί μια νέα εικόνα, με τις ευκαιρίες και τις παγίδες της.
Παρά το θετικό βηματισμό, τα πρώτα σημάδια από το ΑΕΠ δεν είναι ευνοϊκά ενώ και η τρίτη αξιολόγηση της Κομισιόν «ανοίγει» αρκετά θέματα αναφορικά με τα δημοσιονομικά μεγέθη της περιόδου 2019-2020.
Συνεπώς, η χρονιά κρύβει ακόμα αρκετά δύσκολα σημεία, όπως εξ ορισμού συμβαίνει σε κάθε εκλογικό έτος. Οι παράγοντες που θα καθορίσουν τις επιδόσεις φέτος από εδώ και στο εξής θα είναι οι ακόλουθοι: η οικονομική ανάκαμψη με μεγαλύτερους ρυθμούς από το ανεμικό πρώτο τρίμηνο, η πολιτική σταθερότητα μετά από τις εκλογές, η μόνιμη και ανεμπόδιστη επαφή της χώρας με τις διεθνείς αγορές ομολόγων και, τέλος, οι εξελίξεις σε θεσμικό επίπεδο στη μάχη των τραπεζών κατά των κόκκινων δανείων.
Το μετεκλογικό stock picking
Το στοίχημα για το δεύτερο εξάμηνο παραμένει στον θετικό πόλο, αν το εκλογικό αποτέλεσμα δεν κρύβει εκπλήξεις για τους επενδυτές. Με την ολοκλήρωση και του α΄ τριμήνου φέτος, οι επενδυτές και οι αναλυτές αρχίζουν να αποκτούν μια πιο καθαρή εικόνα για το τι να περιμένουν φέτος από τις εισηγμένες. Η γενική εικόνα δείχνει ότι η φετινή χρονικά μπορεί να αποδειχθεί ακόμα καλύτερη από το 2018, με ακόμα μεγαλύτερες αποδόσεις για τους μετόχους.
Αν και η εστίαση των επενδυτών θα παραμείνει σε εταιρείες με δυνατά χαρακτηριστικά όπως ταμειακές ροές, χαμηλό δανεισμό σε σχέση με τα λειτουργικά κέρδη και πιο ελκυστικούς δείκτες EV/EBITDA σε σχέση με τις αντίστοιχες εταιρείες στο εξωτερικό, υπάρχουν εισηγμένες που η αγορά θα μπορούσε να ποντάρει.
Η πρώτη κατηγορία αφορά εταιρείες όπως η Lamda Development, η ΔΕΗ, η ΕΥΔΑΠ, ο ΟΛΠ, ο ΟΛΘ, η ΕΥΑΘ, ο ΑΔΜΗΕ και μερικές ακόμα λόγω της άμεσης ή έμμεσης συσχέτισης τους με τις κυβερνητικές αλλαγές και αποφάσεις.
Η δεύτερη κατηγορία είναι οι τραπεζικές μετοχές. Αν και τα υψηλά ρίσκα εξακολουθούν να τις χαρακτηρίζουν και η πορεία τους, η πορεία τους θα είναι βασικός καταλύτης και για την υπόλοιπη αγορά. Από την άλλη ωστόσο, η χαμηλή αποτίμηση των Alpha Bank, ΕΤΕ και Τράπεζα Πειραιώς σε όρους P/BV ή της Eurobank σε όρους P/E είναι δύο στοιχεία προς διερεύνηση.
Θετικό είναι επίσης ότι το ταμπλό έχει πριμοδοτήσει μετοχές με θετικές εξελίξεις στα θεμελιώδη τους και στις κινήσεις τους και αντίθετα έχει τιμωρήσει, σε άλλες περιπτώσεις σε μικρότερο και σε άλλες μεγαλύτερο βαθμό, εταιρείες με αρνητικά cashflow, υψηλό δανεισμό και mismanagement. Παράλληλα, επιχειρήσεις που βελτιώνουν τις επιδόσεις τους ή ενδέχεται να δουν μετοχικές αλλαγές, επίσης έχουν κινηθεί στο πάνω εύρος των αποδόσεων, όπως είναι ευνόητο.
Στις εκλογικές χρονιές, οι θετικοί πρωταγωνιστές από τις αρχές του έτους, είθισται να αποτελούν και να παραμένουν τα φαβορί και για τη συνέχεια. Οι τίτλοι των Τράπεζα Πειραιώς, Εθνική Τράπεζα, ΔΕΗ, Eurobank, ΟΛΠ, Alpha Bank ΕΛΛΑΚΤΩΡ, Μυτιληναίος, Lamda Development, Viohalco, ΟΤΕ και Τέρνα Ενεργειακή σημειώνουν κέρδη άνω του 30%. Ο τραπεζικός κλάδος έχει ευνοηθεί τα μέγιστα από την επιστροφή της χώρας στις αγορές των ομολόγων, την πτώση των αποδόσεων και το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Στις μικρότερες κεφαλαιοποιήσεις, οι υπεραποδόσεις είναι επίσης υψηλές και, μάλιστα, ο δείκτης της μεσαίας κεφαλαιοποίησης κινείται υψηλότερα από τις αρχές του έτους από την υψηλή κεφαλαιοποίηση. Τράπεζα Αττικής, Κλουκίνας – Λάππας, Κέκροπας, Άνεμος και MIG κινούνται με +50% από τις αρχές του έτους.
Οι αποτιμήσεις
Οι ελληνικές μετοχές αθροιστικά, όπως απεικονίζονται στην αποτίμηση του Γενικού Δείκτη, εξακολουθούν να εμφανίζουν premium σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές. Στον αντίποδα, εν συγκρίσει με τις ευρωπαϊκές αγορές, η εικόνα είναι ελαφρώς καλύτερη, με την εγχώρια αγορά να εμφανίζει discount σε όρους λογιστικής αξίας (P/BV) και αξίας επιχείρησης προς λειτουργικά κέρδη (EV/EBITDA).
Πιο συγκεκριμένα, για τους τελευταίους 12 μήνες, ο Γενικός Δείκτης διαπραγματεύεται με 15,5 φορές τα κέρδη του έναντι 14,3 φορές για τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Από την άλλη, όμως, ο δείκτης EV/EBITDA είναι στις 6,3 φορές έναντι 9,5 φορών για τον δείκτη Euro Stoxx. Παράλληλα, ο εγχώριος δείκτης, βάσει των προβλέψεων που συλλέγει στη βάση δεδομένων της η FactSet, θα εμφανίσει αρκετά υψηλότερους ρυθμούς αύξησης των κερδών ανά μετοχή (EPS) σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους για το 2019. Ο ευρωπαϊκός μέσος όρος αύξησης των κερδών ανά μετοχή για το 2019 κυμαίνεται στο 9%, ενώ για τον ελληνικό δείκτη το αντίστοιχο ποσοστό είναι της τάξεως του 29%.
Η εγχώρια αγορά εξακολουθεί να εμφανίζει σημαντικά discount σε όρους εσωτερικής αξίας. Σε επίπεδο συνολικής αγοράς, το discount στους δείκτες τιμή προς λογιστική αξία (P/BV) σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς δείκτες, είναι άνω του 50%.
Τέλος, συνδυάζοντας όλες τις τελευταίες τιμές-στόχους των αναλυτών που παρακολουθούν τις εγχώριες αξίες η βάση δεδομένων της Factset, προκύπτει μια τιμή-στόχος για τον Γενικό Δείκτη στις 905 μονάδες, 20 μονάδες υψηλότερα από τις 885 μονάδες που προέκυπταν τον Μάιο. Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 68% των συστάσεων είναι θετικές και το 24% ουδέτερες και μόλις το 6% είναι αρνητικές. Το περιθώριο ανόδου που προκύπτει ξεπερνά το 10%.