Οι χρηματοοικονομικές επιδόσεις των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών έχουν επιδείξει τεράστια μεταβλητότητα τα τελευταία χρόνια, μετά την έκρηξη της ελληνικής κρίσης. Η ανακοίνωση των οικονομικών αποτελεσμάτων των τεσσάρων μεγάλων τραπεζών για το πρώτο εξάμηνο του έτους δείχνει ότι η αστάθεια μπορεί να μειωθεί κάπως στα επόμενα τρίμηνα, ωστόσο η τάση ανάκαμψης θα παραμείνει πρόκληση και σε ορισμένες περιπτώσεις θα είναι δύσκολη, εκτιμά η ομάδα ανάλυσης της VRS.
Μολονότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν αντιμετωπίσει με επιτυχία τις δύο μεγάλες εκδοχές της κρίσης, των ετών 2012 και 2015, δεν είναι ακόμη σε θέση να δημιουργήσουν συμπαγή κέρδη λόγω αρνητικής ή μηδενικής αύξησης των δανείων και λόγω των συνεχών ζημιών απομείωσης των υφιστάμενων δανείων. Οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό μέχρι στιγμής από τον απρόβλεπτο συνδυασμό μακροοικονομικών και πολιτικών εξελίξεων στη χώρα.
Αυτό διατηρεί το υψηλό προφίλ κινδύνου των ελληνικών τραπεζικών μετοχών, σε μια περίοδο κατά την οποία οι δείκτες αποτίμησής τους (σύμφωνα με την τελική κερδοφορία των τραπεζών, εάν υπάρχουν) φαίνεται να είναι ακριβοί σε σύγκριση με τα μέσα της αγοράς.
Πιο συγκεκριμένα: α) Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρουσιάζει μια αργή μείωση αλλά εξακολουθεί να είναι ασταθής.
β) Τα καθαρά δάνεια συνεχίζουν να επιβραδύνουν την ανάπτυξη, γεγονός που αποτελεί ένδειξη των αμυντικών στρατηγικών.
γ) Ο δείκτης CET-1 για όλες τις τράπεζες είναι ισχυρός, ωστόσο αυτή η δύναμη δεν είναι εκμεταλλεύσιμη και λειτουργεί κυρίως ως αμυντικός μηχανισμός.
δ) Στο μέτωπο της περικοπής των λειτουργικών δαπανών και στην εφαρμογή σχεδίων αναδιάρθρωσης (όπως η πώληση μη βασικών επιχειρηματικών συμφερόντων), σημειώνεται αξιοσημείωτη πρόοδος. Ωστόσο, αυτή η πρόοδος χρησιμοποιείται κυρίως για τη σταθεροποίηση των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών και δεν μεταφράζεται σε καλύτερες επιδόσεις, λόγω των προβλέψεων για ζημίες από δάνεια και άλλων έκτακτων παραγόντων.
ε) Ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις είναι υψηλός για τον τομέα, με την αξιοσημείωτη εξαίρεση της Εθνικής Τράπεζας.
στ) Η χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Ιούλιο του 2015, από τα 120 δισ. ευρώ σε λιγότερο από 60 δισ. ευρώ, γεγονός που δείχνει χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης από τις τράπεζες.
Τι βρίσκεται μπροστά
Οι ελληνικές τράπεζες αναμένεται να παρουσιάσουν αργή βελτίωση στα θεμελιώδη μεγέθη τους, με κάποια αστάθεια όμως στα επόμενα τρίμηνα. Από την άλλη πλευρά, θα χρειαστούν περαιτέρω κεφάλαια για να αναπτύξουν τα χαρτοφυλάκια δανείων τους και να επιτύχουν ισχυρότερη απόδοση.
Ειδικότερα, θα χρειαστεί να προχωρήσουν σε ενέργειες ποικίλων μορφών ενίσχυσης όπως εκδόσεις ομολόγων, νέες πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων κ.λπ., προκειμένου να επιτευχθεί υψηλότερη από την αναμενόμενη απόδοση.
Σημειώνεται ότι ήδη τα τελευταία 4-5 χρόνια, οι τέσσερις ελληνικές τράπεζες ολοκλήρωσαν με επιτυχία τρεις μεγάλες φάσεις ανακεφαλαιοποίησης και άλλες συναφείς δράσεις.