Τη μεγαλύτερη πολιτική κρίση της τελευταίας διετίας βιώνουν οι αγορές μετοχών και ομολόγων, λόγω της ανησυχίας για αδυναμία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από την υφιστάμενη Βουλή και την επακόλουθη πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.
Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους. Στο δίμηνο Σεπτεμβρίου - Οκτωβρίου ο Γενικός Δείκτης του Χ.Α. υποχώρησε 20%, ενώ οι αποδόσεις των ομολόγων ενισχύθηκαν κατά 220 μονάδες βάσης με τη διαφορά μεταξύ του δεκαετούς ελληνικού και του πορτογαλικού ομολόγου να διαμορφώνεται στις 480 μονάδες βάσης.
Τόσο η ένταση της διόρθωσης, όσο και η διάρκειά της (5 εβδομάδες μέχρι στιγμής) δείχνουν ότι η τρέχουσα κρίση ξεπερνά και αυτή του Ιουνίου του 2013, όταν αποχώρησε από την κυβέρνηση η ΔΗΜΑΡ. Τότε ο Γενικός Δείκτης είχε υποχωρήσει κατά 17%, η απόδοση των ομολόγων εκτινάχθηκε κατά 220 μονάδες βάσης φθάνοντας στο 11,4% και η διαφορά μεταξύ του 10ετούς ελληνικού και του πορτογαλικού ομολόγου έφθασε επίσης στις 480 μονάδες βάσης.
Η κρίση, όμως, που προκάλεσε η αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ από την κυβέρνηση άρχισε να εκτονώνεται μετά από τέσσερις εβδομάδες, αν και απαιτήθηκαν τρεις μήνες για να ανακτηθούν οι απώλειες που είχαν καταγράψει μετοχές και ομόλογα.
Παρά την ανοδική αντίδραση των τελευταίων συνεδριάσεων, χρηματιστές και διαχειριστές δεν είναι καθόλου σίγουροι ότι η περίοδος διόρθωσης που προκάλεσε η αβεβαιότητα τελείωσε και θα ακολουθήσει, όπως και το καλοκαίρι του 2013, ράλι ανακούφισης.
Για να αποφευχθούν πρόωρες εκλογές η κυβερνητική πλειοψηφία καλείται να βρει υποψήφιο που να συγκεντρώσει 180 ψήφους, όταν η επιρροή της στη Βουλή περιορίζεται στους 155 βουλευτές και η αξιωματική αντιπολίτευση έχει απορρίψει κάθε ενδεχόμενο συναινετικής λύσης.
Η προσοχή της αγοράς ως εκ τούτου εστιάζει στην τακτική την οποία θα ακολουθήσει η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να εξασφαλίσει προεδρική πλειοψηφία. Το βασικό χαρτί της ήταν και παραμένει η έξοδος από το μνημόνιο και οι ενδεχόμενες αναβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.
Μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου πρέπει να ολοκληρωθούν θετικά για την Ελλάδα η αξιολόγηση από την τρόικα και οι συζητήσεις με την Ευρώπη και το ΔΝΤ για το νέο πρόγραμμα που θα συνοδεύει τη χορήγηση προληπτικής γραμμής πιστωτικής διευκόλυνσης.
Η νέα συμφωνία θα πρέπει να υπογραφεί το αργότερο ως την 31η Δεκεμβρίου προκειμένου να μην απειληθεί η ομαλή άντληση ρευστότητας των εγχώριων τραπεζών από την ΕΚΤ (στην περίπτωση που στις αρχές Ιανουαρίου δεν υπάρχει πρόγραμμα, οι τράπεζες θα υποχρεωθούν να αντλούν ρευστότητα από τον ELA).
Καταλύτης ανοδικής αντίδρασης η συμφωνία για νέο πρόγραμμα
Η δήλωση Χαρδούβελη ότι θα υπάρξει μεταβατική περίοδος μέχρι την καθαρή έξοδο της χώρας από το μνημόνιο καθησύχασε εν μέρει τις αγορές, καθώς είναι άλλο ένα μήνυμα από την κυβέρνηση ότι σχεδιάζεται πρόγραμμα με ασφαλιστικές δικλίδες εποπτείας, που θα βρίσκονται σε ισχύ για τουλάχιστον 6 μήνες από την έναρξη εφαρμογής του. Θα περιλαμβάνει δηλαδή και την επίμαχη περίοδο Μαρτίου - Απριλίου, όταν ενδέχεται να διενεργηθούν πρόωρες εκλογές.
«Το λογικό σενάριο είναι η αγορά να προεξοφλήσει την υπογραφή του νέου προγράμματος και τις ενδεχόμενες αναβαθμίσεις από ξένους οίκους. Η ένταση και η διάρκεια όμως μιας τέτοιας κίνησης θα κριθούν από το αν ενισχύονται οι προϋποθέσεις για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας» σημειώνει επικεφαλής τμήματος ανάλυσης μεγάλης χρηματιστηριακής.
Τα δύο σενάρια για το πώς θα παιχθεί το χαρτί της συμφωνίας
Σύμφωνα με διευθύνοντα σύμβουλο χρηματιστηριακής, δύο είναι τα πιθανά σενάρια: Είτε η κυβέρνηση να ποντάρει στην αλλαγή σελίδας για τη χώρα, προβάλλοντας επικοινωνιακά τις θετικές επιδράσεις σε οικονομία, τράπεζες και κοινωνία, είτε με το χαρτί της συμφωνίας στο χέρι να θέσει το δίλημμα της επόμενης ημέρας.
Το πρώτο σενάριο προϋποθέτει ότι το momentum των οικονομικών εξελίξεων θα μετατραπεί και σε πολιτική δυναμική που θα αναστρέψει το κλίμα για την κυβέρνηση στην κοινωνία και στη Βουλή.
Κρίσιμο σημείο είναι οι αναβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας στις οποίες ποντάρει η κυβέρνηση ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες ομαλού δανεισμού του Δημοσίου από τις αγορές και άντλησης ρευστότητας ή και κεφαλαίων από τις τράπεζες.
Με βάση πληροφορίες, υπάρχουν στα σκαριά επιχειρηματικές συμφωνίες με ισχυρή εμβέλεια για τις εξελίξεις στην οικονομία και στην πολιτική που μπορούν να λειτουργήσουν υποστηρικτικά στους κυβερνητικούς ισχυρισμούς για την αλλαγή σελίδας.
Το ερώτημα είναι αν η πολιτική φρασεολογία της αντιπολίτευσης και οι υπερβολικές προσδοκίες που καλλιέργησε το προηγούμενο διάστημα η κυβέρνηση θα οδηγήσουν σε αναστροφή κλίματος στη Βουλή και στην κοινωνία. Προς το παρόν, οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο φαντάζουν μικρές.
Αντίθετα, η τακτική του διλήμματος για την επόμενη ημέρα δείχνει περισσότερο πρόσφορη πολιτικά.
Σε αυτήν την περίπτωση οι θετικές οικονομικές εξελίξεις θα μπουν στο περιθώριο και η κυβέρνηση θα ποντάρει περισσότερο στην αβεβαιότητα η οποία θα αναδεικνύει το δίλημμα: συνετή έξοδος από το μνημόνιο με διαφύλαξη των κεκτημένων ή σκίζουμε τα μνημόνια θέτοντας σε αμφισβήτηση όσα πετύχαμε.
Προς το παρόν, η κυβερνητική τακτική δείχνει ότι προκρίνεται η τακτική του διλήμματος και η προσπάθεια δημιουργίας ενός αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, το οποίο θα μεταφρασθεί και σε κοινοβουλευτική πλειοψηφία για εκλογή νέου Προέδρου από την υφιστάμενη Βουλή.