«Είμαστε οι πληγές που δεν θέλουμε να επουλώσουμε»

Τι λέει ο ποιητής Χάρης Βλαβιανός, αναφερόμενος στο νέο του βιβλίο «Το αίμα νερό».

  • Real.gr
«Είμαστε οι πληγές που δεν θέλουμε να επουλώσουμε»
«Είμαστε οι πληγές που δεν θέλουμε να επουλώσουμε» λέει ο Χάρης Βλαβιανός, για το πρόσφατο αυτοβιογραφικό του βιβλίο, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη με τίτλο«Το αίμα νερό» και είναι ένα ταξίδι στα τραύματα του οικογενειακού παρελθόντος.

Ποιητής, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, εκδότης πρώτα του περιοδικού «Ποίηση» και σήμερα της επιθεώρησης «Ποιητική», ο Χ. Βλαβιανός εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τη σχέση του πεζογραφικού λόγου τον οποίο διάλεξε για το «Αίμα νερό» (ο ίδιος το χαρακτηρίζει «μυθιστόρημα σε πέντε πράξεις») με την ποίησή του, υπογραμμίζοντας τον εξομολογητικό τόνο ο οποίος επικρατεί τόσο στις πεζογραφικές όσο και στις ποιητικές του σελίδες.

Ο ποιητής και πεζογράφος μιλάει ακόμα για τον Φερνάντο Πεσσόα, με αφορμή την επανέκδοση μιας παλαιότερης μετάφρασής του, σημειώνοντας πως ο διάσημος ανά τον κόσμο Πορτογάλος ποιητής μάς δείχνει πόσο δύσκολο είναι σήμερα να διακρίνουμε ανάμεσα σε έννοιες όπως το μοντέρνο και το μεταμοντέρνο.

ΕΡ: Το «Αίμα νερό» κλείνει κάποιους οικογενειακούς λογαριασμούς οι οποίοι μοιάζει να έχουν μείνει ανοιχτοί από την εποχή της παιδικής και της νεανικής ηλικίας. Πώς μεταπλάθεται ένα βιωματικό, καθαρώς αυτοβιογραφικό υλικό σε λογοτεχνία;

ΑΠ: Κατ' αρχάς δεν νομίζω πως οι λογαριασμοί αυτοί κλείνουν ποτέ. Απλώς μαθαίνει κανείς να ζει και να πορεύεται μαζί τους. Όπως γράφω και στο μότο του βιβλίου «είμαστε οι πληγές που δεν θέλουμε να επουλώσουμε».
 
Δεν τίθεται επομένως θέμα συγχώρησης ή λύτρωσης. Ό,τι έπρεπε να γίνει και δεν έγινε, ό,τι έπρεπε να ειπωθεί και δεν ειπώθηκε, θα παραμείνει μέσα σου ως διαρκής εκκρεμότητα.
 
Ο θάνατος των γονιών μου -με απόσταση ενός χρόνου- φαίνεται να έφερε πάλι στην επιφάνεια αυτό το επώδυνο υλικό, το οποίο στη συνέχεια ζητούσε επίμονα να πάρει κάποια μορφή. Να γίνει λέξεις.

Η μεγάλη πρόκληση για μένα ήταν να μεταπλάσω, όπως λέτε, αυτό το υλικό σε λογοτεχνία, χωρίς να χάσει τη βαρύτητά και τη σημασία του, αλλά χωρίς να παραχωρήσει και τη μυθιστορηματική του αυτονομία.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin
ΕΡ: Το βιβλίο χαρακτηρίζεται «μυθιστόρημα σε πέντε πράξεις». Γιατί ο όρος «μυθιστόρημα»;Τι θέλει να υποδείξει; Προς τα πού επιδιώκει να μας κατευθύνει;

ΑΠ: Το βιβλίο έχει θα έλεγα υβριδική μορφή. Είναι «μυθιστόρημα», αφού ένα νήμα, μια «ιστορία»συνδέει όλα τα αποσπάσματά του. Είναι «ποίηση», αφού η γλώσσα που χρησιμοποιώ είναι πυκνή και σε πολλά σημεία αφαιρετική.

Και τέλος τα αποσπάσματα, τα θραύσματα, τα στιγμιότυπα αυτού του οικογενειακού λευκώματος στα οποία στέκομαι, θυμίζουν θεατρικές «πράξεις» - μικρά και σύντομα ταχυδράματα, στα οποία πρωταγωνιστούν οι γονείς μου κυρίως, κι εγώ.

ΕΡ: Υπάρχει κάποια σχέση με την παράδοση του εξομολογητικού μυθιστορήματος, που ανεξάρτητα από τις όποιες ιδέες ή πεποιθήσεις του αυτοβιογραφούμενου για τον κόσμο αποτελεί πρωτίστως μιαν αποκάλυψη εαυτού;

ΑΠ: Νομίζω πως το βιβλίο αυτό έχει άμεση σχέση με κάποια ποιήματα που είχα γράψει στο παρελθόν, τα οποία ήταν όντως εξομολογητικά και πολύ προσωπικά.
 
Αν έπρεπε να ανιχνεύσω εκλεκτικές συγγένειες ανάμεσα στο «Αίμα νερό» και το έργο άλλων συγγραφέων, θα έλεγα πως με έχει επηρεάσει σε κάποιο βαθμό η ποίηση των confessional poets - Λόουελ, Μπέρρυμαν, Πλαθ, Σέξτον, Σβαρτς - κυρίως αυτή του Μπέρρυμαν (ο οποίος είχε και μια πολύ τραυματική σχέση με τη μητέρα του).

Και ναι, θεωρώ πως όντως μέσα σ' ένα τέτοιο έργο συντελείται μια αποκάλυψη του εαυτού - η οποία ωστόσο έχει να κάνει όχι με το τι ομολογεί ο συγγραφέας, αλλά με τον τρόπο που σκηνοθετεί τον εαυτό του.

ΕΡ: Τι ακριβώς, όμως, διασώζει από την ποίηση ένα τέτοιο μυθιστόρημα;

ΑΠ: Η θραυσματική μορφή του βιβλίου προέκυψε, πιστεύω, επειδή γράφτηκε από ποιητή - το βασικό μέλημα ήταν το κείμενο να διασώσει την εμπειρία μέσω μιας γλώσσας που δεν «αφηγείται» απλώς μια ιστορία, αλλά τη νοηματοδοτεί με τον τρόπο που μόνο η ποίηση ξέρει και μπορεί.

ΕΡ: Το «Αίμα νερό», πέρα από την προσωπική και την οικογενειακή εμπειρία που αποτυπώνει, είναι και μια περιήγηση στο κοινωνικό κλίμα της δεκαετίας του 1960, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, όπου και ένα μεγάλο μέρος, αν και σε διαφορετικούς τόπους, των παιδικών και των νεανικών χρόνων. Το προσωπικό ανοίγει εδώ έναν δρόμο για να καταλάβουμε (ή μάλλον να συναισθανθούμε) και μιαν ολόκληρη εποχή;

ΑΠ: Έχετε δίκιο. Δεν επέλεξα ωστόσο εγώ τη δεκαετία αυτή. Απλώς έτυχε να γεννηθώ τότε και να τη ζήσω με τον τρόπο που προσπαθώ να την περιγράψω στο βιβλίο.

Φαντάζει βέβαια με την απόσταση του χρόνου κάπως ονειρική -ειδικά τα παιδικά χρόνια στη Ρώμη, τα χρόνια της dolce vita- που για μένα βέβαια μόνο dolce δεν ήταν.

Όμως αν κάποιος έγραφε σε πενήντα χρόνια από τώρα ένα βιβλίο για τη σημερινή εποχή, πάλι την ίδια εντύπωση θα έδινε στους αναγνώστες. Το παρελθόν, ως γνωστόν, πάντα δημιουργεί μια νοσταλγία γι' αυτό που έχει χαθεί.

Πολλές φορές, όμως, δημιουργεί και αποστροφή ή, όπως στη δική μου περίπτωση, ένα αίσθημα ματαίωσης. Επομένως για να μπορεί το προσωπικό να φωτίσει μια εποχή πρέπει ο συγγραφέας όχι μόνο να την έχει κατανοήσει, να την έχει νιώσει πιο σωστά, σε βάθος, αλλά και να βρει τον κατάλληλο τρόπο να τη ζωντανέψει πάνω στο χαρτί. Γιατί πολλές φορές το μόνο που κατορθώνει είναι να δώσει μια μελό, κι άρα ανούσια και αδιάφορη, εκδοχή του.

ΕΡ: Πολύ πρόσφατα κυκλοφόρησε ξανά, από τις εκδόσεις Gutenberg, η μετάφρασή σας του«Ηρόστρατου» του Φερνάντο Πεσσόα, ενός ιδιότυπου δοκιμίου για την αθανασία της τέχνης. Πώς θα τοποθετούσατε τον Πεσσόα στον 21ο αιώνα;

ΑΠ: Είναι ένας μεταμοντέρνος συγγραφέας που χρησιμοποιεί ωστόσο τα εργαλεία ενός μοντερνιστή. Όπως εξάλλου και ο Πάουντ των «Κάντος» ή ο Τζόυς του «Φίννεγκαν».

Που σημαίνει πως ο μοντερνισμός και το μεταμοντέρνο δεν χωρίζονται από κάποιο «σιδηρούν παραπέτασμα». Τον θεωρώ πάντως έναν «αναγκαίο» συγγραφέα που δεν μπορεί, και δεν θα έπρεπε, να προσπεράσει κανείς εύκολα.

ΕΡ: Ποια είναι τα αμέσως επόμενα συγγραφικά σχέδια;

ΑΠ: Δουλεύω ένα μεγάλο συνθετικό ποίημα που έχει ως θέμα τον «Γάμο των Αρνολφίνι» (αναφέρομαι στον γνωστό πίνακα του Βαν Άικ), καθώς κι ένα βιβλίο (πάλι υβριδικό) που έχει τίτλο (προς το παρόν): «Σελίδες από το κρυφό ημερολόγιο του Αδόλφου Χίτλερ» - το ημερολόγιο που υποτίθεται πως κρατούσε την εποχή του εγκλεισμού του στις φυλακές του Μονάχου, το 1923, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα.

Εκεί μελέτησε ως γνωστόν γερμανούς φιλοσόφους (από τον Καντ και τον Χέγκελ ώς τον Σοπενχάουερ και τον Νίτσε) και έγραψε το «Mein Kampf». Με απασχολεί κυρίως το γεγονός πως στη βάση αυτών των διαβασμάτων του (αποσπασματικών, βεβαίως, και υστερόβουλων) συγκρότησε τις ιδέες του για το γερμανικό έθνος και τον ιστορικό του προορισμό - βασική πτυχή του οποίου ήταν, φυσικά, και η εξόντωση των Εβραίων.

Υπάρχει και μια ολοκληρωμένη συλλογή, που τιτλοφορείται «Σχεδόν διάσημος», αλλά θα την κρατήσω για αρκετό χρόνο στο συρτάρι, μέχρι να προχωρήσω τα άλλα δύο βιβλία.

Εξάλλου σε λίγες εβδομάδες θα κυκλοφορήσει μια συλλογή με πενήντα «Ερωτικά ποιήματα» του Κάμμινγκς, τα οποία έχω μεταφράσει από κοινού με τον ποιητή Γιάννη Δούκα. Η φετινή χρονιά υπήρξε επομένως πολύ παραγωγική. Επιβάλλεται άρα λίγη σιωπή.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v