
Η συνεργασία μεταξύ των ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων κρατών που απαρτίζουν την ομάδα G-20 είναι καταλυτικής σημασίας για τη σταθεροποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, καθώς τυχόν αυτόνομες προσπάθειες άρσης νομισματικών ανισοτήτων εκ μέρους των θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ένα νέο κύμα προστατευτισμού, εκτιμά ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τα κράτη μέλη της ομάδας G-20 πρέπει να αναλάβουν κεντρικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση, ιδίως υπό το φως της σταδιακής αποκλιμάκωσης των έκτακτων μέτρων που έλαβε σειρά κρατών για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας πιστωτικής και χρηματοοικονομικής κρίσης.
Σε έκθεσή του υπό τον τίτλο «Οικονομικές Προοπτικές» (Economic Outlook), που εκδίδει ανά διετία, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι τα 33 πλούσια, βιομηχανικά κράτη που τον απαρτίζουν πρέπει να αρχίσουν να «σφίγγουν» τη δημοσιονομική τους πολιτική στη διάρκεια του επομένου έτους, εκτός και εάν οι εθνικές τους οικονομίες εμφανίσουν αιφνίδια επιδείνωση.
«Τα μέτρα λιτότητας δεν συνιστούν πολιτική αυτοκτονία, ιδιαίτερα εάν έχει γίνει κατανοητή (στο ευρύ κοινό) η αναγκαιότητά τους», επισημαίνει ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΟΟΣΑ Πιέρ Κάρλο Πάντοαν, σε συνέντευξή του προς το πρακτορείο Ρόιτερ.
Σύμφωνα με τον ίδιο, εάν οι στόχοι της δημοσιονομικής προσαρμογής είναι ξεκάθαροι προς όλους και εάν συνοδεύονται από συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, βοηθούν στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης εκ μέρους της επιχειρηματικής κοινότητας. Αντίστοιχα, εφόσον το βάρος των δημοσιονομικών μέτρων κατανέμεται ισομερώς, τούτα γίνονται αποδεκτά και από τους εκλογείς.
«Οι κυβερνήσεις έχουν εξαντλήσει τα βραχυπρόθεσμα μέτρα τους και άρα χρειάζεται να προσκομίσουν ένα αξιόπιστο μακροπρόθεσμο πλαίσιο πολιτικής», είπε ο Πάντοαν.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που διατυπώνει ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του, η παγκόσμια ανάπτυξη δεν θα είναι τόσο ταχεία το επόμενο έτος (σ.σ. έναντι του τρέχοντος), καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακάμπτουν με βραδύτερο ρυθμό και η ανάπτυξη των αναδυομένων οικονομιών εμφανίζεται μέτρια.
Όπως επισημαίνει ο κ. Πάντοαν, δεδομένου του φορτίου που ήδη επωμίζονται οι εθνικοί προϋπολογισμοί, το μόνον βραχυπρόθεσμο μέτρο που ακόμη απομένει στη διάθεσή τους είναι η ποσοτική χαλάρωση, ήτοι η περαιτέρω ενίσχυση της ρευστότητας, εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών. «Η ποσοτική χαλάρωση μπορεί ακόμη να φέρει αποτελέσματα, αν και αυτά θα έχουν φθίνουσα πορεία εξελικτικά», είπε.
Δεδομένης της απουσίας πληθωριστικών πιέσεων, ο κ. Πάντοαν περιέγραψε ως αρμόζον το πρόγραμμα ύψους 600 δισ. δολ., για την εξαγορά κρατικών ομολόγων, που ανακοίνωσε η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών ενώ πρότεινε την υιοθέτηση αντίστοιχου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και εκ μέρους της Ιαπωνίας.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ δεν θα έπρεπε να αυξήσει τα επιτόκια από τα παρόντα επίπεδά τους, τουλάχιστον έως ότου η αναπτυξιακή διαδικασία εδραιωθεί, περί τα μέσα του 2012, ήτοι αργότερα από ότι εκτιμούν άλλοι αναλυτές.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.gr
FOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin
Η Ιαπωνία θα έπρεπε να περιμένει έως ότου ο πληθωρισμός είναι σαφώς σε θετικό έδαφος προτού εξετάσει το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων, κάτι που κατά πάσα βεβαιότητα θα συμβεί μετά το 2012.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν θα έπρεπε να αυξήσει τα παρόντα επίπεδα επιτοκίων της πριν το 2012 και η τράπεζα της Αγγλίας πρέπει να διατηρήσει την τρέχουσα πολιτική της έως το μέσον του 2011.
Με τις ανεπτυγμένες οικονομίες να εμφανίζουν υψηλά επίπεδα ρευστότητας, χάρις στα χαμηλά επίπεδα των επιτοκίων, οι κεφαλαιακές ροές εμφανίζονται να κατευθύνονται ταχύτερα προς τις αναπτυσσόμενες οικονομίες όπου υπάρχουν υψηλότερες αποδόσεις κεφαλαίου, με αποτέλεσμα την ανατίμηση των νομισμάτων των κρατών αυτών.
Σε άρθρο του στην έκθεση του ΟΟΣΑ, ο Πάντοαν υποστηρίζει ότι μονομερής δράση για την άμβλυνση των επιπτώσεων αυτής της συναλλαγματικής ανατίμησης θα ήταν αναποτελεσματική καθώς θα μπορούσε να οδηγήσει σε «κινήσεις προστατευτικού χαρακτήρα».
Πρόσθεσε ωστόσο, ότι αυτές οι μονομερείς κινήσεις σημειώνονται και ως αποτέλεσμα της απουσίας συντονισμένης δράσης σε διεθνές επίπεδο για την αντιμετώπιση του ζητήματος.