Μεγάλο προβληματισμό και συζήτηση ανάμεσα στους αρμόδιους φορείς προκαλεί το ζήτημα του κόστους των δικτύων, τα οποία θα πλαισιώσουν τα έργα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Δεν χωρά αμφιβολία πως η ενεργειακή μετάβαση απαιτεί την επέκταση των δικτύων, όμως το κόστος είναι μεγάλο. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι καταναλωτές έχουν δει, τα τελευταία χρόνια, αρκετές αυξήσεις των τελών χρήσης δικτύου, που φτάνουν μέσω των λογαριασμών ενέργειας.
Στο πλαίσιο αυτό, αντιδράσεις προκαλεί τις τελευταίες ημέρες το ζήτημα της «κοινωνικοποίησης» του κόστους των δικτύων. Με βάση το νόμο 4951/2022, προβλέπεται πως για τα έργα του Δικτύου Διανομής και Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας, το 50% του κόστους εντάσσεται στη ρυθμιζόμενη περιουσιακή βάση του ΔΕΔΔΗΕ και του ΑΔΜΗΕ και ανακτάται πλήρως μέσω των Χρεώσεων Χρήσης Συστήματος. Το υπόλοιπο 50% προβλέπει την επιβάρυνση των παραγωγών που εκμεταλλεύονται τα συγκεκριμένα έργα.
Ωστόσο, η Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων Ενέργειας και Υδάτων πρότεινε τα συγκεκριμένα έργα να μην αποζημιώνονται με βάση το Μεσοσταθμικό Κόστος Κεφαλαίου (WACC), αλλά με βάση το κόστος δανεισμού, προκαλώντας την αντίδραση του Ανεξάρτητου Διαχειριστή μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (ΑΔΜΗΕ). Ο διαχειριστής με ανακοίνωσή του, πριν λίγες ημέρες, προειδοποιούσε για σημαντική επιβάρυνση.
Η συζήτηση αυτή προκάλεσε την αντίδραση και των ενεργοβόρων βιομηχανιών, που έκαναν λόγο για νέα επιβάρυνση από μελλοντικές αυξήσεις των τελών χρήσης δικτύου.
Πώς απαντά η ΕΒΙΚΕΝ
Τη διαφωνία τους με την κοινωνικοποίηση του κόστους διασύνδεσης αυτών των έργων σε όλους τους καταναλωτές μέσω των χρεώσεων δικτύου επισημαίνουν πηγές της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ).
Εκτιμούν, δε, πως έχει υποτιμηθεί η επίπτωση που έχει αυτό το κόστος σε βάθος χρόνου στον απλό καταναλωτή. Οι ίδιες πηγές, αναφερόμενες στην ανάπτυξη των ΑΠΕ, επισημαίνουν ότι επειδή τα εν λόγω έργα είναι ιδιωτικά, απαιτείται να υπάρχει απόλυτη διαφάνεια και σεβασμός στους κανόνες που διέπουν κάθε επιδότηση που δίδεται σε αυτά.
«Στηρίζουμε προφανώς την ανάπτυξη των ΑΠΕ, όχι επειδή θα μειώσουν το τελικό κόστος ενέργειας, κάτι που μένει να αποδειχθεί, αλλά επειδή έτσι μειώνεται σίγουρα το ανθρακικό αποτύπωμα στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας, γεγονός που αποτελεί εθνικό στόχο και υποχρέωση της χώρας μας», υπογραμμίζουν.
Πάντως, ο ΑΔΜΗΕ την περασμένη Παρασκευή σε ανακοίνωσή του διευκρίνιζε πως «οι καταναλωτές υψηλής τάσης με ετήσια κατανάλωση μεγαλύτερη από 13 GWh είναι εκείνοι που έχουν ωφεληθεί από τη μεταβολή της μεθοδολογίας, βάσει της οποίας επιμερίζονται οι Χρεώσεις Χρήσης Συστήματος.
Ειδικότερα, οι μεγάλοι καταναλωτές λαμβάνουν ήδη εκπτώσεις από 33% έως και 54% επί των ΧΧΣ. Αυτό σημαίνει ότι επιβαρύνονται με ένα πολύ μικρό μέρος από την αύξηση των χρεώσεων αυτών». Παράλληλα, σε ό,τι αφορά την κοινωνικοποίηση του κόστους σύνδεσης των εν λόγω έργων ΑΠΕ, ο διαχειριστής ανέφερε πως «ακόμη και εάν δεν γινόταν άμεσα μέσω των προβλέψεων του άρθρου 98 του ν. 4951/2022, θα γινόταν εμμέσως με μετακύλιση του κόστους αυτού στις προσφορές των μονάδων αυτών για τη συμμετοχή τους στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας ή στις προσφορές κατά τη συμμετοχή τους στους σχετικούς διαγωνισμούς».
Η απάντηση του ΥΠΕΝ
Πάνω σε αυτή τη βάση δεν αποκλείεται μέσα στις επόμενες ημέρες να τοποθετηθεί και το υπουργείο Ενέργειας, εφόσον ακούσει και τις δύο πλευρές, δηλαδή τον ΑΔΜΗΕ και τη ΡΑΑΕΥ.