Να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες καταγγελίες και υποψίες για παραβιάσεις του τηλεπικοινωνιακού απορρήτου επιχειρεί η κυβέρνηση, μέσω της αρμόδιας Γενικής Γραμματείας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΓΓΤΤ). Πρόκειται για θέμα που επανέρχεται συνεχώς στη δημόσια συζήτηση από την εποχή του Κ. Καραμανλή (με τη γνωστή υπόθεση των υποκλοπών) και φτάνει μέχρι τις πρόσφατες καταγγελίες του ΚΚΕ και τις φήμες για τα «βαλιτσάκια» που διαθέτουν και χρησιμοποιούν επιχειρηματίες και ξένες μυστικές υπηρεσίες. Ο Γενικός Γραμματέας Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων Βασίλης Μαγκλάρας (φωτό) έχει αναφερθεί πολλές φορές στο θέμα τους τελευταίους μήνες.
Οσοι ασχολούνται με την υπόθεση υποστηρίζουν πως «κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα έχει αντιμετωπίσει σοβαρά το πρόβλημα των παράνομων παρακολουθήσεων και τις απώλειας κρίσιμων πληροφοριών μέσω των τηλεπικοινωνιακών δικτύων. Μέχρι σήμερα, μάλιστα, δεν έχει υπάρξει κάποια συντονισμένη προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο πλήθος από «βαλιτσάκια», όπως έχουν παραδεχθεί δημοσίως και πρόσωπα που ασχολούνται με τη διασφάλιση του απορρήτου των τηλεπικοινωνιών.
Κατά παράδοξο τρόπο, μάλιστα, το 2012 είχε καταργηθεί με το νόμο 4070/2012 η ούτως ή άλλως ανεπαρκής νομοθεσία για την απαγόρευση της εισαγωγής και διάθεσης των συσκευών που είναι σε όλους γνωστές ως «βαλιτσάκια παρακολούθησης», με αποτέλεσμα έως σήμερα να επιτρέπεται η αγορά και εισαγωγή αυτών των συσκευών. Όπως ακούγεται, τέτοιες συσκευές διαθέτουν πληθώρα επιχειρηματιών και ξένες μυστικές υπηρεσίες που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα.
Σε διάταξη νόμου που έχει εισαχθεί στο νομοσχέδιο για την καθολική τηλεοπτική κάλυψη λευκών περιοχών και αναμένεται να ψηφιστεί στο δεύτερο θερινό τμήμα της Βουλής προβλέπεται, μεταξύ άλλων, πως απαγορεύεται «α) η χρήση εξοπλισμού για τη λήψη, αποκωδικοποίηση ή αποκρυπτογράφηση περιεχομένου που δεν αφορά τον κάτοχο του εξοπλισμού, β) η χωρίς άδεια ή έγκριση διάθεση, κατοχή και χρήση εξοπλισμού που προορίζεται για την παρακολούθηση και επεξεργασία περιεχομένου και δεδομένων τρίτων, η οποία πραγματοποιείται επί νόμιμης υπηρεσίας ραδιοεπικοινωνιών μέσω παράνομης σύνδεσης (επισύνδεσης), ή/και αποκωδικοποίησης, ή/και αποκρυπτογράφησης απορρήτων ή κρυπτογραφημένων μηνυμάτων, γ) η χωρίς άδεια ή έγκριση εκπομπή, λήψη εκπομπών, καθώς και πρόκληση παρεμβολών στο φάσμα ραδιοσυχνοτήτων, με σκοπό την παρακώλυση της λειτουργίας υπηρεσιών που σχετίζονται με τη δημόσια τάξη, την ασφάλεια και την άμυνα».
Τα θεσμικά μέτρα είναι μόνο το ένα μέτωπο στο οποίο κινείται η ΓΓΤΤ και ο κ. Μαγκλάρας. Με την πρόσφατη ανανέωση της σύμβασης της τροχιακής θέσης της Ελλάδας με τον Hellas Sat, το Υπουργείο εξασφάλισε τρεις επίγειους σταθμούς δορυφορικής επικοινωνίας και 200 τερματικά, ώστε να δημιουργηθεί ένα παράλληλο σύστημα δορυφορικής επικοινωνίας κρίσιμων θεσμών και πολιτικών προσώπων του ελληνικού δημοσίου, που θα παρακάμπτει τα επίγεια δίκτυα και θα προσδίδει ασφάλεια στις επικοινωνίες αυτών των προσώπων. Η ανάπτυξη του εν λόγω δικτύου έχει ήδη ξεκινήσει.
Στελέχη των Υπηρεσιών Ασφαλείας προσθέτουν πως η ΓΓΤΤ οργάνωσε τη διάθεση κονδυλίων του υπουργείου Ψηφιακής Πολιτικής προς την ΕΥΠ, την Ελληνική Αστυνομία και την ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Τηλεπικοινωνιών) προκειμένου να αγοραστούν μηχανήματα ανίχνευσης και αποτροπής παρανόμως παρακολουθούντων με «βαλιτσάκια». Η Γενική Γραμματεία Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων σχεδιάζει, τέλος, και την ανάπτυξη ενός νέου, κλειστού, δημόσιου δικτύου τηλεπικοινωνιών με οπτική ίνα στην Αθήνα και την επίδειξη νέων τεχνικών προς τους ενδιαφερόμενους, αποτροπής της παρακολούθησης των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων μέσω των δικτύων κινητής τηλεφωνίας. Η μελέτη για την ανάπτυξη του συγκεκριμένου δικτύου έχει ήδη ξεκινήσει.
Οι γνωρίζοντες θεωρούν πως το πρόβλημα με το τηλεπικοινωνιακό απόρρητο παραμένει πολύ μεγάλο, με την Ελλάδα να βρίσκεται πολύ χαμηλά όσον αφορά την ασφάλεια των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και την απώλεια κρίσιμων πληροφοριών. Το συμμάζεμα αυτής της κατάστασης δεν είναι απλή υπόθεση ενώ οι «ωφελούμενοι» από το εν λόγω χάος είναι σίγουρα ξένες μυστικές υπηρεσίες και εγχώριοι μεγάλοι επιχειρηματίες «που μπορούν να έχουν προνομιακή πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες που σίγουρα θέτουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου», όπως είχε δηλώσει προ ημερών και ο κ. Μαγκλάρας.