Η Ελλάδα κέρδισε σημαντική περαιτέρω ελάφρυνση χρέους από τους πιστωτές, ένα πιστωτικά θετικό γεγονός, τονίζει η Moody’s σε ανάλυσή της. Το Eurogroup, σημειώνει, προσέφερε στη χώρα σημαντική περαιτέρω ελάφρυνση χρέους, που εξασφαλίζει ότι η χώρα έχει πολύ μέτριες ανάγκες αναχρηματοδότησης τα επόμενα δέκα χρόνια.
Ο οίκος περιμένει η συμφωνία να ανοίξει τον δρόμο, ώστε να επιστρέψει η χώρα στις αγορές και να χρηματοδοτείται με διατηρήσιμο τρόπο από τις αγορές. «Θεωρούμε το πακέτο σημαντικό ορόσημο στη συνεχιζόμενη ανάκαμψη από τη βαθιά κρίση κυβερνητικού χρέους, οικονομίας και τραπεζών.
Η χώρα θα υπόκειται σε πολύ πιο στενή επιτήρηση από τις άλλες χώρες της ευρωζώνης που βγήκαν από πρόγραμμα, και αυτό προσφέρει περισσότερη εξασφάλιση ότι οι αρχές θα συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις και τη δημοσιονομική πειθαρχία. Την ίδια στιγμή, οι πιστωτές επιβεβαίωσαν τη δέσμευση να στηρίξουν την Ελλάδα, με τη μορφή επιπρόσθετου reprofiling μετά το 2032, αν αυτό απαιτηθεί. Θυμίζει ότι το βασικό μέρος της συμφωνίας στο Eurogroup αφορά τη 10ετή επέκταση των ωριμάνσεων των δανείων του β’ προγράμματος, δηλαδή τα δάνεια του EFSF, που συνολικά ανέρχονται σε 130,9 δισ. ευρώ.
Η πρώτη ωρίμανση μεταφέρθηκε για τον Φεβρουάριο του 2033. Οι πληρωμές τόκων επίσης μετατέθηκαν κατά 10 χρόνια, δίνοντας στην κυβέρνηση μια μακρά περίοδο πολύ μέτριων χρηματοδοτικών αναγκών, όπως φαίνεται και στο γράφημα, και αυτό, σημειώνει, είναι ένα πολύ σημαντικό στοιχείο για να εξασφαλιστεί η πρόσβαση στις αγορές τα επόμενα χρόνια.
Το δεύτερο στοιχείο αφορά τη δημιουργία σημαντικού μαξιλαριού ρευστότητας, που εξασφαλίζει ότι η χώρα δεν χρειάζεται να βγαίνει στις αγορές όταν υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις. Θα είναι μεγαλύτερο απ’ όσο αναμενόταν, 24,1 δισ. ευρώ (10% του προβλεπόμενου για το 2018 ΑΕΠ), καλύπτοντας τις ανάγκες για σχεδόν δύο χρόνια μετά τη λήξη του προγράμματος.
Η Moody’s πιστεύει ότι η ενισχυμένη εποπτεία εξασφαλίζει πως οι μελλοντικές κυβερνήσεις δεν θα αναστρέψουν προηγούμενες μεταρρυθμίσεις. Οι αξιολογήσεις θα είναι τριμηνιαίες αντί εξαμηνιαίες, όπως στις άλλες χώρες που βγήκαν από το πρόγραμμα. Παράλληλα, υπάρχουν δύο ακόμα μικρότερες ρυθμίσεις στο χρέος: η επιστροφή των κερδών που είχαν οι κεντρικές τράπεζες από τα ελληνικά ομόλογα και η ακύρωση της αύξησης επιτοκίων σε μία από τις σειρές ομολόγων του EFSF. Σχετίζονται με όρους και εξαρτώνται από την ολοκλήρωση σειράς μεταρρυθμίσεων τα επόμενα χρόνια, με τους οποίους οι πιστωτές πιστεύουν ότι θα προσφερθεί περαιτέρω κίνητρο στην Ελλάδα να παραμείνει εντός τροχιάς.
Το ΔΝΤ, συνεχίζει η έκθεση, δεν θα μετέχει στο πρόγραμμα, αλλά θα μείνει τεχνικός σύμβουλος, κάτι που θα καθησυχάσει τις πιστώτριες χώρες. Περιμένουμε, γράφει η Moody’s, από το ΔΝΤ να αντανακλαστεί η νέα ελάφρυνση χρέους και τη σημαντικά καλύτερη της αναμενόμενης δημοσιονομική απόδοση στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους που θα κάνει τις επόμενες εβδομάδες.
Αν και η πρόταση να συνδεθεί το χρέος με την ανάπτυξη δεν είναι στη συμφωνία, οι πιστωτές ξεκάθαρα δεσμεύτηκαν να εξετάσουν περαιτέρω reprofilling, αν χρειάζεται, μετά το 2032.
Όλα αυτά τα στοιχεία μαζί με το υφιστάμενο πακέτο πρέπει να εξασφαλίζουν ότι το χρέος της Ελλάδας είναι σε βιώσιμο μονοπάτι.
Βέβαια, συνεχίζει ο οίκος, οι προκλήσεις παραμένουν σημαντικές για τη χώρα. Η συμφωνία απαιτεί μια συνεχιζόμενη δέσμευση για συνετή δημοσιονομική πολιτική και μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για πολλά χρόνια (3,5% ως το 2022 και 2,2% στη συνέχεια). Και, παρότι η οικονομική ανάπτυξη επέστρεψε και πιθανότατα θα επιταχύνει περαιτέρω φέτος, η μακροπρόθεσμη εικόνα είναι μάλλον μέτρια, με 2-2,5% κάθε χρονιά, στην καλύτερη περίπτωση, εκτός και αν υπάρξει μεγάλη τόνωση στις επενδύσεις. Ο τραπεζικός τομέας χρειάζεται ακόμα διατηρήσιμη βελτίωση στην ποιότητα ενεργητικού και η ενίσχυση των θεσμών πρέπει να συνεχιστεί.