Παζάρι για τη μεγάλη ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης - Αττικής είναι σε εξέλιξη ανάμεσα στον ΑΔΜΗΕ και τη ΡΑΕ κι ενώ ο χρόνος πιέζει ασφυκτικά για την υλοποίηση του έργου.
Μετά τη διαφαινόμενη εμπλοκή, όπως αναφέρουν πηγές, ανάμεσα στον Διαχειριστή και την κοινοπραξία EuroAsia Interconnector για την υλοποίηση του έργου από κοινού, ο ΑΔΜΗΕ προχωρά τη διασύνδεση αυτόνομα.
Υπενθυμίζεται ότι η EuroAsia Interconnector προωθεί το επενδυτικό σχέδιο Ισραήλ-Κύπρου-Κρήτης-Αττικής, έχοντας μάλιστα χαρακτηριστεί από την Ευρ. Επιτροπή ως έργο «κοινού ενδιαφέροντος». Οι σχετικές εντολές που είχαν δοθεί ήταν η διασύνδεση της Κρήτης με την Αττική να αντιμετωπιστούν από τον Διαχειριστή και το σχήμα των εταιριών ως ένα ενιαίο έργου. Εντούτοις, σύμφωνα με πληροφορίες, οι δύο πλευρές δεν τα έχουν βρει στις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία μετόχων.
Έτσι, ο ΑΔΜΗΕ, κατέθεσε προτάσεις για τροποποίηση των όρων που διέπουν τα «Εργα Μείζονος Σημασίας» (Project of Major Interest-PMI), σε συνέχεια του χαρακτηρισμού του μεγάλου έργου διασύνδεσης Κρήτης-Αττικής ως PMI και της έγκρισής του ως τέτοιου από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
Οι προτάσεις του Διαχειριστή -που αποκρυσταλλώθηκαν μετά από πολύμηνες συζητήσεις με τη ΡΑΕ- έχουν τρεις άξονες:
Πρώτον, τη χορήγηση θετικών κινήτρων σε περίπτωση που τα έργα ολοκληρώνονται νωρίτερα από τις προθεσμίες που προβλέπονται στα εκάστοτε χρονοδιαγράμματα, σε αντιστοιχία με πρακτικές που εφαρμόζονται με επιτυχία σε πολλές χώρες της ΕΕ. Οι εκτιμήσεις θέλουν τον ΑΔΜΗΕ να διαπραγματεύεται υψηλότερο ποσοστό απόδοσης.
Μοντέλο ΣΔΙΤ
Δεύτερον, την τροποποίηση του κανόνα για τα έργα PMI που προβλέπει την απόδοση του εσόδου μετά την ηλέκτριση και όχι κατά την κατασκευή, καθώς το υφιστάμενο πλαίσιο οδηγεί σε ανάληψη υψηλότερου χρηματοοικονομικού κόστους για τον Διαχειριστή κατά την υλοποίηση της διασύνδεσης και κατ’ επέκταση σε μεγαλύτερη επιβάρυνση των καταναλωτών (μέσω των Τελών Χρήσης του Συστήματος Μεταφοράς) στη συνέχεια. Αυτό συμβαίνει, όπως εξηγούν παράγοντες, επειδή οι δυνητικοί χρηματοδότες ενός Εργου Μείζονος Σημασίας εξετάζουν κατά κύριο λόγο τις ταμειακές ροές που παράγονται από το έργο για την αποπληρωμή των δανείων τους.
Συνεπώς, η καθυστέρηση στην έναρξη των ταμειακών εισροών του έργου (μετά την ηλέκτριση) είναι αποτρεπτική για την προσέλκυση κεφαλαίων και οδηγεί σε δανεισμό με δυσμενέστερους όρους από ό,τι εάν η ανάκτηση του κόστους γινόταν κατά την υλοποίηση του έργου. Στο πλαίσιο αυτό, ο ΑΔΜΗΕ προτείνει οι επενδύσεις για τα έργα PMI να συνυπολογίζονται στις «επενδύσεις σε εξέλιξη» ή στις «νέες επενδύσεις» και οι κεφαλαιουχικές δαπάνες που συνδέονται με τα εν λόγω έργα να αναγνωρίζονται και να ενσωματώνονται στη Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση κατά την πρόοδο των έργων. Πρόκειται για το μοντέλο που ακολουθείται στα κατασκευαστικά έργα που υλοποιούνται με Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ).
Ρήτρες καθυστέρησης
Τρίτον, την τροποποίηση των διατάξεων όσον αφορά τις ρήτρες για τη μη έγκαιρη ολοκλήρωση του έργου. Και τούτο διότι δεν υπάρχει σαφής διάκριση (και διαφορετική μεταχείριση) μεταξύ των περιπτώσεων για τις οποίες υπάρχει υπαιτιότητα του ΑΔΜΗΕ και αυτών που είναι εκτός της σφαίρας ευθύνης του, π.χ. σε περίπτωση που για την καθυστέρηση υπαίτιος είναι ο ανάδοχος του έργου. Και πολύ περισσότερο εάν κηρυχθεί έκπτωτος και πρέπει να επαναληφθεί ο διαγωνισμός ή καθυστερεί η χορήγηση των απαιτούμενων αδειών.
Συγκεκριμένα, ο ΑΔΜΗΕ εισηγείται να υπάρξει ειδική μνεία στις καθυστερήσεις που οφείλονται στους αναδόχους, όταν εξετάζεται εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την επιβολή ρητρών. Επιπλέον, προτείνει να υπάρχει δυνατότητα να μετακυλίει ο Διαχειριστής τυχόν ρήτρα στον ανάδοχο του έργου, εάν αποδειχθεί ότι αυτός είναι υπεύθυνος για την καθυστέρηση, ή να τεθεί ως ανώτατο όριο για τη ρήτρα το ποσοστό 10%, το οποίο προβλέπει ο νόμος περί Δημοσίων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Υπηρεσιών στις ρήτρες καθυστέρησης για τους αναδόχους των εν λόγω έργων.
Πηγές του Διαχειριστή επισημαίνουν αναφορικά με τη σημασία των τριών προτάσεων πως «τα μέσα που θα προκριθούν από τις αρμόδιες Αρχές για την επιτάχυνση των στρατηγικής σημασίας διασυνδέσεων θα αποδειχθούν πιο αποτελεσματικά και ταυτόχρονα επωφελή για το κοινωνικό σύνολο, εάν έχουν θετικό χαρακτήρα και ενισχύουν τον φορέα υλοποίησης, αντί να τον θέτουν σε μειονεκτική θέση και να τον οδηγούν σε πιο συντηρητικούς σχεδιασμούς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υλοποίηση των έργων».