Τι αλλάζει στα ασφαλιστικά συμβόλαια υγείας

Τι σημαίνει για τα τιμολόγια του κλάδου ο αναμενόμενος δείκτης του ΙΟΒΕ. Μόλις το 10% της ιδιωτικής δαπάνης υγείας περνά μέσα από τα ασφαλιστικά συμβόλαια. Μεγάλη μείωση του κόστους θα μπορούσε να προέλθει μέσω ΣΔΙΤ.

Τι αλλάζει στα ασφαλιστικά συμβόλαια υγείας

Μέσα στο προσεχές καλοκαίρι αναμένεται να ολοκληρωθεί και δημοσιοποιηθεί ο δείκτης κόστους υγείας του ΙΟΒΕ, δηλαδή αυτός που θα μετρά από έτος σε έτος τον «πληθωρισμό» στον χώρο της υγείας και με τη σειρά του θα επηρεάζει τις τιμές των προσφερόμενων ασφαλιστικών συμβολαίων.

Η κίνηση αυτή από ορισμένους θεωρείται ως ένα «παράθυρο» των ασφαλιστικών εταιρειών, προκειμένου να συνεχίσουν να αυξάνουν από έτος σε έτος τις τιμές στα συμβόλαιά τους, προβάλλοντας μια καλή δικαιολογία (οι εταιρείες επίσης στρέφονται ολοένα και περισσότερο στα ετησίως ανανεούμενα προγράμματα, προκειμένου να μειώσουν τον κίνδυνό τους και τις αυξημένες κεφαλαιακές απαιτήσεις που τους επιβάλλει το Solvency II).

Παράγοντες όμως του κλάδου απορρίπτουν κατηγορηματικά ένα τέτοιο ενδεχόμενο, σημειώνοντας:

«Οι ασφαλιστικές εταιρείες ζήτησαν τη δημιουργία του συγκεκριμένου δείκτη από τον ΙΟΒΕ, γιατί απλά ο αντίστοιχος της ΕΛΣΤΑΤ δεν τις καλύπτει για μια σειρά από λόγους, όπως π.χ. γιατί συμπεριλαμβάνει σειρά προϊόντων που δεν αφορούν τις ασφαλιστικές καλύψεις των συμβολαίων υγείας. Θέλουμε έναν πραγματικό δείκτη και για τον λόγο αυτό ο ΙΟΒΕ θα δημοσιοποιήσει το προσεχές καλοκαίρι και τη μεθοδολογία, οπότε είμαστε ανοιχτοί στο να υιοθετήσουμε πιθανές προτάσεις βελτίωσης, απ’ όπου και αν προέλθουν. Επιπλέον, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν έχουν συμφέρον να ανεβάζουν τα τιμολόγιά τους -ιδίως σε περιόδους οικονομικής κρίσης-, γιατί απλά με τον τρόπο αυτό δεν μπορούν να προσελκύουν πελάτες που βλέπουν τα εισοδήματά τους να μειώνονται. Αντίθετα, οι εταιρείες θέλουν να ξέρουν το κόστος που συνεπάγεται γι' αυτές κάθε πρόγραμμα και για τον λόγο αυτό επιμένουν στη χρησιμότητα του δείκτη του ΙΟΒΕ.

Μάλιστα, ο νέος δείκτης θα αποτελέσει πιθανό εμπόδιο στις όποιες ασφαλιστικές εταιρείες θελήσουν να ανεβάσουν αναιτιολόγητα τα τιμολόγιά τους και σε περίπτωση που ο δείκτης ακολουθήσει μελλοντικά πτωτική πορεία, θα τις πιέζει για μειώσεις τιμολογίων».

Στο ερώτημα τώρα για το κατά πόσο μπορούμε να δούμε μελλοντικά στην Ελλάδα πολύ φτηνότερα συμβόλαια υγείας, ώστε το σύνολο των πολιτών να μπορεί να απολαύσει ικανοποιητικές υπηρεσίες, παράγοντες του ασφαλιστικού κλάδου υποστηρίζουν πως αυτό είναι μεν εφικτό, αλλά απαιτεί μια σειρά κινήσεων από την Πολιτεία.

«Στην Ελλάδα σήμερα, έχουμε ένα στρεβλό σύστημα δημόσιας υγείας που προσφέρει χαμηλού επιπέδου υπηρεσίες και παράλληλα κοστίζει πολύ στα δημόσια οικονομικά. Και από την άλλη πλευρά, έχουμε ένα σύστημα ιδιωτικής υγείας, που σε μεγάλο βαθμό συγκεντρώνεται στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας και το οποίο κινδυνεύει να συγκεντρωθεί σε μόλις δύο-τρεις επιχειρηματικούς Ομίλους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Πώς θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί η κατάσταση; Ένα πρώτο βήμα θα ήταν η δημιουργία των ιατρικών πρωτοκόλλων και ένα δεύτερο, η βελτίωση της λειτουργίας των κρατικών νοσοκομείων, όπου χρειάζονται λιγότερες μονάδες, οι οποίες όμως θα λειτουργούν πλήρως, με σωστές αναλογίες γιατρών και νοσοκόμων. Και φυσικά χρειάζεται ένα μοντέλο σύμπραξης του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ), έτσι ώστε να ελαφρυνθούν οι δημόσιες δαπάνες και παράλληλα το ευρύ κοινό να απολαμβάνει ικανοποιητικού επιπέδου υπηρεσίες υγείας μέσα από φτηνότερα ασφαλιστικά συμβόλαια. Τα περιθώρια ανάπτυξης του ασφαλιστικού κλάδου είναι τεράστια, καθώς σήμερα το 35% των συνολικών δαπανών υγείας το καλύπτουν οι ίδιοι οι πολίτες από την τσέπη τους. Μιλάμε για ένα ποσό της τάξεως των 5,2 δισ. ευρώ, όταν μέσα από ασφαλιστικά συμβόλαια πληρώνεται μόλις 0,5 δισ. ευρώ (βλέπε στοιχεία παρατιθέμενων πινάκων).

Το καλό είναι πως η Πολιτεία έχει καταλάβει την αναγκαιότητα των παραπάνω, αλλά το ζητούμενο είναι το πόσο γρήγορα και πόσο αποφασιστικά θα προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Για την τρέχουσα κατάσταση στον χώρο της υγείας και για την ανάγκη αντιμετώπισης των προβλημάτων αναφέρθηκε πρόσφατα σε εκδήλωση της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης ο αναπληρωτής γενικός διευθυντής πωλήσεων και marketing της Interamerican κ. Μάρκος Φραγκόπουλος, καλώντας την Πολιτεία να υιοθετήσει τις διεθνείς άριστες πρακτικές και να τονίσει πως η ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να συμβάλει καθοριστικά στην πρόληψη, χρηματοδότηση, ενίσχυση της ποιότητας και πρόσβασης στην υγεία.

Μεταξύ άλλων, ο κ. Φραγκόπουλος επεσήμανε:

• Η συνολική δαπάνη της υγείας ανέρχεται στην Ελλάδα στο 8,3% ενός χαμηλού ΑΕΠ, όταν στον ΟΟΣΑ το ποσοστό αυτό ανέρχεται κατά μέσο όρο στο 9%.

Το 36% των δαπανών της υγείας καταβάλλεται από τις τσέπες των Ελλήνων (out of pocket), όταν το αντίστοιχο ποσοστό στις αναπτυγμένες χώρες κυμαίνεται γύρω στο 6% με 8%. Ειδικότερα, από τα 14,7 δισ. ευρώ της συνολικής δαπάνης, τα 4,5 δισ. χρηματοδοτούνται από φόρους, τα 4,3 δισ. από εισφορές, τα 5,2 δισ. απευθείας από τους πολίτες και μόλις το 0,5 δισ. από τα ασφαλιστικά συμβόλαια.

• Η Ελλάδα κατατάσσεται στη δεύτερη θέση σε ό,τι αφορά τη μείωση των δαπανών υγείας κατά τα τελευταία χρόνια.

Το σύστημα υγείας στη χώρα μας κατατάσσεται στην τρίτη θέση από το τέλος μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Σύμφωνα με τον κ. Φραγκόπουλο, υπάρχουν τρία μοντέλα διεθνώς, με αυτό που ταιριάζει περισσότερο στην Ελλάδα να είναι αυτό των συμπληρωματικών συστημάτων.




ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v