Τα τελευταία οκτώ χρόνια η Ελλάδα κατάφερε να διορθώσει τις ανισορροπίες, σημείωσε ο διοικητής της ΤτΕ μιλώντας στο Ελληνο-ισπανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, με θέμα «Το μέλλον της Ελληνικής Οικονομίας».
Εφαρμόζοντας τολμηρές οικονομικές μεταρρυθμίσεις και το πρόγραμμα προσαρμογής έχει πλήρως εξαλειφθεί το δημοσιονομικό και εξωτερικό έλλειμμα και βελτιώθηκε h ανταγωνιστικότητα. Παράλληλα, έγινε στροφή προς τα διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, με αποτέλεσμα οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών να φτάσουν το 33,1% του ΑΕΠ από 19% το 2009, σημείωσε.
Στο δημοσιονομικό κομμάτι, αφού τόνισε ότι η Ελλάδα θα υπερβεί τον στόχο που έχει τεθεί για το 2017 (1,75% του ΑΕΠ), τόνισε ότι ο στόχος του 3,5% για το 2018 θεωρείται «επιτεύξιμος».
Επανέλαβε ότι καθυστερήσεις ή οπισθοδρομήσεις στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων θα «αδυνατίσουν» το θετικό outlook της οικονομίας και θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην επενδυτική εμπιστοσύνη. Εκτίμησε δε ότι η βασική πρόκληση για το μέλλον είναι το να μπει η οικονομία σε ένα βιώσιμο μονοπάτι ανάπτυξης.
Προκειμένου αυτό να επιτευχθεί, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί το θέμα του χρέους, να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν και να βελτιωθεί η ποιότητα των θεσμών αλλά και να υιοθετηθεί ένα φιλικό προς την ανάπτυξη πακέτο δημοσιονομικής πολιτικής. Θα πρέπει παράλληλα να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ο Γιάννης Στουρνάρας τόνισε τη σημασία του χτισίματος του «μαξιλαριού ρευστότητας» με τις εξόδους στις αγορές και κεφάλαια του ESM καθώς τόνισε ότι αυτό θα είναι «ιδιαίτερα χρήσιμο» στην περίπτωση που η Ελλάδα δεν αξιολογείται σε επενδυτική βαθμίδα κατά την έξοδο του προγράμματος (σήμερα βρίσκεται πέντε σκαλιά χαμηλότερα).
Ωστόσο, σημειώνει, είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσει το περιβάλλον στο οποίο η ελληνική οικονομία θα κινηθεί μετά το τέλος του προγράμματος. Επαναλαμβάνει δε τη θέση ότι μια προληπτική πιστωτική γραμμή θα βοηθούσε την οικονομία, προσφέροντας «εξασφάλιση», ειδικά σε περίπτωση που οι συνθήκες στη διεθνή αγορά χειροτερέψουν, ενώ θα επιτρέψει στη χώρα να διατηρήσει το waiver, διευκολύνοντας τις τράπεζες.
Παράδειγμα το Ισραήλ σε θέματα τεχνολογίας και καινοτομίας
Ο διοικητής της ΤτΕ σε άλλη ομιλία του στο Ελληνοϊσραηλινό Επιμελητήριο Εμπορίου και Τεχνολογίας τόνισε πως τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει προχωρήσει σε μία στρατηγική διεύρυνσης της συνεργασίας με το Ισραήλ. Ο ενεργειακός τομέας, και συγκεκριμένα τα σχέδια εξαγωγής των αναπτυσσόμενων αποθεμάτων αερίου της Κύπρου και του Ισραήλ μέσω της Ελλάδας στην ΕΕ, αποτέλεσε το κίνητρο και τον πυλώνα αυτής της συνεργασίας. Η προώθηση των ενεργειακών διασυνδέσεων προσφέρει πολλαπλά γεωπολιτικά οφέλη και μπορεί να δώσει σημαντική ώθηση στον ενεργειακό τομέα καθώς και σε άλλους τομείς της ελληνικής οικονομίας. Η θέση της Ελλάδας αναβαθμίζεται τόσο σε περιφερειακό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Το πλαίσιο δυνατότητας συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ δεν περιορίζεται όμως μόνο σε αυτά τα ζητήματα. Ξεκινώντας από πεδία πολιτικής όπως η άμυνα και η ενεργειακή εκμετάλλευση, υπογράφηκαν διμερείς συμφωνίες συνεργασίας για μια σειρά άλλων θεμάτων, όπως ο τουρισμός, η προστασία του περιβάλλοντος, η έρευνα και η τεχνολογία.
Το Ισραήλ και η Ελλάδα πράγματι έχουν ομοιότητες. Η γεωγραφική εγγύτητα των δύο χωρών, καθώς και οι πολιτιστικές και ιστορικές ομοιότητες, αποτελούν επίσης ένα θετικό στοιχείο.
Οι διμερείς εμπορικές σχέσεις Ελλάδας-Ισραήλ διαχρονικά υπολείπονται των πραγματικών δυνατοτήτων συνεργασίας των δύο χωρών.
Η πορεία των εξαγωγών ελληνικών προϊόντων με προορισμό το Ισραήλ παρουσίασε υποχώρηση την περίοδο 2012 - 2014, και με αύξηση το 2015. Για το ενδεκάμηνο του 2017 οι ενδείξεις είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικές για τις εξαγωγές. Παρόλ’ αυτά, το ποσοστό των εξαγωγών αγαθών προς το Ισραήλ παραμένει μικρό ως προς το σύνολο των ελληνικών εξαγωγών αγαθών (1,7% για το α’ εξάμηνο του 2017). Οι κύριες ελληνικές εξαγωγές προς το Ισραήλ αφορούν τα καύσιμα και τα λοιπά προϊόντα μεταποίησης, ενώ οι κύριες εισαγωγές σχετίζονται με τα καύσιμα και τις πρώτες ύλες εκτός καυσίμων, σημείωσε ο κ, Στουρνάρας.
Ο τομέας τροφίμων και ποτών στην Ελλάδα έχει μεγαλύτερη συμβολή στον τομέα της μεταποίησης σε σύγκριση με το μέσο όρο της ΕΕ-28. Η βελτίωση των διμερών σχέσεων, η γεωγραφική εγγύτητα, που συνεπάγεται μικρότερο μεταφορικό κόστος, καθώς και η δυνατότητα ανοίγματος σε τρίτες αγορές, μέσω των εμπορικών συμφωνιών που έχει υπογράψει η ΕΕ με το Ισραήλ, προσφέρουν τη δυνατότητα στην Ελλάδα να προσανατολίσει τις εξαγωγές της στον τομέα αυτό. Η Ελλάδα αποτελεί ιδανική γέφυρα στις αναδυόμενες αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και υπάρχουν ευκαιρίες δημιουργίας προστιθέμενης αξίας σε πολλές κατηγορίες προϊόντων, ειδικά καθώς το παγκόσμιο ενδιαφέρον για ποιοτικά τρόφιμα συνεχίζει να αυξάνεται. Παράλληλα, το περαιτέρω άνοιγμα προς τις αγορές του εξωτερικού, η συμμετοχή σε παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής και η αύξηση των εμπορικών δεσμών με χώρες και επιχειρήσεις που βρίσκονται στην αιχμή της τεχνολογίας σε παγκόσμια κλίμακα, όπως είναι το Ισραήλ, θα έχει ως συνέπεια την απορρόφηση νέων τεχνολογιών από τις εξαγωγικές επιχειρήσεις και τη διάχυσή τους στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας, ενισχύοντας τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές της προοπτικές, υπογράμμισε ο κ. Στουρνάρας.
Οι ξένες άμεσες επενδύσεις μεταξύ των δύο χωρών κινούνται σε χαμηλά επίπεδα. Η διευρυνόμενη συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών όμως έχει ως αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια να έχουν ανακοινωθεί κάποιες σημαντικές επενδύσεις από το Ισραήλ προς την Ελλάδα. Για την περίοδο 2012-2016 οι ξένες άμεσες επενδύσεις αφορούν τον κλάδο των λοιπών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και τις αγοραπωλησίες ακινήτων, ενώ το 2017 παρατηρείται αυξημένο ενδιαφέρον και στον κλάδο της μεταποίησης.
Η Ελλάδα και το Ισραήλ επέλεξαν να συνεργαστούν, επίσης, σε θέματα επιστήμης και τεχνολογίας, αναγνωρίζοντας ότι μία τέτοια συνεργασία μπορεί να οδηγήσει σε τεχνολογικές και ερευνητικές συνέργειες, υποστηρίζοντας την πορεία προς μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο της Δράσης «Διμερής και Πολυμερής Συνεργασία Ελλάδος-Ισραήλ σε Έρευνα και Τεχνολογία» επιχορηγούνται δαπάνες ερευνητικών έργων και καινοτομίας στους τομείς: αγροδιατροφή, βιοεπιστήμες, φάρμακα, ενέργεια και περιβάλλον. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2013-2015 υλοποιήθηκαν 31 κοινά έργα.
Το Ισραήλ διαθέτει ένα καλά αναπτυγμένο εθνικό σύστημα καινοτομίας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Καινοτομίας, κατατάσσεται στην 17η θέση για 2017, ενώ, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum για το 2017-2018, κατατάσσεται στην 3η θέση. Οι δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη (Ε&Α) στο Ισραήλ ως ποσοστό του ΑΕΠ υπερβαίνουν οποιαδήποτε άλλη χώρα του ΟΟΣΑ. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2015 ξεπέρασε τη Νότια Κορέα, ηγέτη στον τομέα της Ε&Α, δαπανώντας το 4,25% του ΑΕΠ έναντι 4,23% αντίστοιχα. Ο αριθμός των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας («πατέντες») ανά κάτοικο είναι ο υψηλότερος στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της ισραηλινής οικονομίας διαδραμάτισε και συνεχίζει να διαδραματίζει το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Δεδομένης της έλλειψης φυσικών πόρων, το Ισραήλ αποτελεί οικονομία παραγωγής και εξαγωγής γνώσης και επιστημόνων/τεχνολόγων με ισχυρό διεθνή προσανατολισμό. Για το 2015, το 10% των εγχώριων δημοσιεύσεων συμπεριλαμβανόταν στο 10% των δημοσιεύσεων με τις περισσότερες ετεροαναφορές παγκοσμίως. Το Ισραήλ διαθέτει υψηλής ποιότητας εκπαιδευτικό σύστημα και συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο μορφωμένες κοινωνίες στον κόσμο. Περίπου ο μισός πληθυσμός ηλικίας 25-64 είναι απόφοιτος της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ποσοστό πολύ υψηλότερο από το μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ (35%) και το τρίτο υψηλότερο σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες του ΟΟΣΑ.
Όπως και οι Ισραηλινοί, οι Έλληνες πιστεύουν ιδιαίτερα στη σημασία της εκπαίδευσης, τόνισε ο κ. Στουρνάρας. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Δείκτη Ανταγωνιστικότητας του World Economic Forum για το 2017-2018, και οι δύο χώρες βρίσκονται υψηλά στην κατάταξη, ως προς τη διαθεσιμότητα επιστημόνων και μηχανικών (6η θέση για το Ισραήλ και 10η θέση για την Ελλάδα). Πράγματι, το ελληνικό σύστημα Έρευνας, Τεχνολογίας και Ανάπτυξης της Καινοτομίας (ΕΤΑΚ) διαθέτει υψηλής ποιότητας έμψυχο δυναμικό και νησίδες αριστείας, τόσο στους δημόσιους ερευνητικούς φορείς όσο και στον ιδιωτικό τομέα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι, με βάση τα δεδομένα που προκύπτουν, αναφορικά με τις επιστημονικές δημοσιεύσεις των Ελλήνων ερευνητών, το εγχώριο ανθρώπινο δυναμικό σημειώνει ενθαρρυντικές επιδόσεις, τόσο ως προς τον αριθμό των δημοσιεύσεων (αν και παρατηρείται επιβράδυνση του ρυθμού ανόδου από το 2009 και πτώση από το 2013) όσο και ως προς τον αντίκτυπο που έχουν διά των ετεροαναφορών τους, συγκριτικά με άλλα κράτη της ΕΕ αλλά και τις χώρες του ΟΟΣΑ. Παράλληλα, η Ελλάδα διαθέτει μεγάλο αριθμό εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού υψηλών προσόντων (7,3 διδάκτορες ανά 1000 άτομα οικονομικά ενεργού πληθυσμού).
Η Ελλάδα, όμως, αργεί να μετασχηματιστεί σε «οικονομία της γνώσης», τονίζει ο κ. Στουρνάρας. Το βασικό πρόβλημα εντοπίζεται στη χαμηλή αποτελεσματικότητα του συστήματος καινοτομίας, καθώς οι ερευνητικές εκροές δεν μετατρέπονται σε αναπτυξιακό αποτέλεσμα. Υπάρχει, δηλαδή, το παράδοξο της μη «εμπορικής αξιοποίησης» της γνώσης και του υψηλού επιπέδου ερευνητικών αποτελεσμάτων. Τα δημόσια ερευνητικά ιδρύματα και τα πανεπιστήμια δεν εμπορευματοποιούν τα ερευνητικά τους αποτελέσματα, όπως προκύπτει από τον εξαιρετικά χαμηλό αριθμό των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας και την υποτονική συμμετοχή των ελληνικών επιχειρήσεων στην Έρευνα και Ανάπτυξη.
Αντίθετα, τα ισραηλινά πανεπιστήμια έχουν πολλές επιτυχημένες περιπτώσεις εφαρμοσμένης έρευνας και σύνδεσης αυτής με την αγορά. Τα ισραηλινά πανεπιστήμια έχουν ιδρύσει εταιρίες μεταφοράς τεχνολογίας, τα οποία επιτρέπουν την εμπορευματοποίηση του ερευνητικού προϊόντος. Είναι μέρος της αποστολής του πανεπιστημίου, υπογράμμισε ο Γ. Στουρνάρας.