Στην ανάγκη να κλείσει γρήγορα, μέχρι τα τέλη της χρονιάς, η τρίτη αξιολόγηση, προκειμένου να επανεκκινήσει η συζήτηση για το χρέος και να υπάρξουν σύντομα αποφάσεις επί του θέματος, συμφώνησαν Κριστίν Λαγκάρντ και Ευκλείδης Τσακαλώτος, στη συνάντηση που είχαν στην Ουάσιγκτον.
Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες που μεταδίδουν ανταποκριτές από τις ΗΠΑ, το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά ότι η Ελλάδα μπορεί να επιστρέψει στις αγορές ακόμα και αν εντέλει το Ταμείο δεν συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα.
Παρά το γεγονός ότι ευρωπαϊκές πηγές κάνουν λόγο για διευθέτηση του χρέους τον Ιούνιο, πηγές από το υπ. Οικονομικών σημείωναν πως η πρώτη αξιολόγηση του Ταμείου (τον ερχόμενο Φεβρουάριο) καθιστά «εφικτό το σενάριο να υπάρξει συμφωνία για το χρέος τότε». Όπως άλλωστε είπαν, «θα υπάρχει έτσι ικανό χρονικό περιθώριο, ώστε να διευκολύνει την έξοδό μας στις αγορές».
Οπως μεταδίδει το real.gr, σύμφωνα με πηγές του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών, ο αναπληρωτής υπουργός Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων των ΗΠΑ Ντέιβιντ Μάλπας είπε στον κ. Τσακαλώτο πως το ΔΝΤ «καλά κάνει και πιέζει για το χρέος». Παράλληλα υποσχέθηκε πως η Ουάσιγκτον θα συνεχίσει να πιέζει και αυτή από την πλευρά της τη Γερμανία για το εν λόγω ζήτημα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ακολουθούν τη γραμμή της κυβέρνησης Ομπάμα.
Η συνάντηση έγινε δύο 24ωρα πριν το ραντεβού της Κριστίν Λαγκάρντ με τον Αλέξη Τσίπρα, που έχει κλειστεί για λίγο μετά τα μεσάνυχτα (ώρα Ελλάδας) της Δευτέρας.
Η ελληνική πλευρά είχε ως στόχο να εξασφαλίσει ότι το ΔΝΤ δεν θα βάλει τρικλοποδιές στην πορεία της αξιολόγησης αλλά και να πιέσει το Ταμείο να ξεκαθαρίσει τη θέση του. «Μπορούμε να εργαστούμε με το ΔΝΤ μέσα ή έξω από το πρόγραμμα. Είναι δύσκολο να εργαστούμε με το ΔΝΤ να έχει το ένα πόδι μέσα και το άλλο έξω», είχε πει χαρακτηριστικά ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Εγινε στη σκιά των υποστηρικτικών δηλώσεων που προηγήθηκαν, τόσο από την Κρ. Λαγκάρντ, όσο και από τον Πολ Τόμσεν, που ξεκαθάρισαν ότι η πλευρά του ΔΝΤ διαμηνύει ότι δεν επιθυμεί άλλα δημοσιονομικά μέτρα, εκτιμώντας ότι ο στόχος που το ίδιο έχει θέσει για πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ είναι επιτεύξιμος (και μπορεί να υπάρξει υπέρβαση) και δια αυτής της θέσης «πετά το μπαλάκι» στην Ευρώπη, για να αναπροσαρμόσει τους στόχους και να προχωρήσει στη συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Βέβαια, επ’ αυτού ερώτημα είναι η στάση που θα κρατήσει η Ευρώπη, δεδομένου ότι στις Βρυξέλλες σε όλους τους τόνους διαμηνύουν ότι εκτιμούν πως με το υφιστάμενο πλέγμα ψηφισμένων μέτρων η επίτευξη του 3,5% είναι εφικτή.