Η διαφορά στον τρόπο λειτουργίας μεταξύ της Booking, μιας εφαρμογής για κρατήσεις ξενοδοχείων, και της Beat (πρώην Taxibeat) που χρησιμοποιείται για να βρει κάποιος ταξί, ήταν αυτή που επέτρεψε στο υπουργείο Υποδομών να παρέμβει, με άγαρμπο τρόπο, στην αγορά, υποστηρίζουν νομικοί κύκλοι που παρακολουθούν την υπόθεση.
Οπως εξηγούν, «δεν είναι η πρώτη φορά που δημιουργείται σύγχυση στη αγορά και στην Πολιτεία, περί του νομικού χαρακτηρισμού μίας υπηρεσίας». Η Beat «βασίστηκε κατά κάποιο τρόπο στο μοντέλο της Booking.com. Λειτουργούσε άριστα ως απλός μεσολαβητής της μίσθωσης ταξί, σαν να «σηκώνεις μέσω κινητού το χέρι και να καλείς ψηφιακά το ταξί». Επίσης, λειτούργησε άριστα και νόμιμα ως διαχειριστής πληρωμών για λογαριασμό τρίτων (των ταξιτζήδων). Εισπράττει το τίμημα για τη μεταφορά βάσει του ταξίμετρου με ηλεκτρονικούς τρόπους πληρωμής και το αποδίδει στους ταξιτζήδες». Δεν λειτουργεί, βέβαια, ούτε ως ηλεκτρονικός κατάλογος, ούτε ως διαφημιστική όπως για παράδειγμα κάνει η Booking.
Οπως λέει ο δικηγόρος Γιώργος Σακελλαριάδης, «η εταιρεία συμβαλλόταν μόνο με επαγγελματίες οδηγούς ταξί, δηλαδή όσους έχουν άδεια από το κράτος, με αντικείμενο την αλλαγή του μέσου της ελεύθερης μίσθωσης (εκτός πιάτσας): αντί να σηκώνεις μέσα στη βροχή ή στο λιοπύρι το χέρι σου και να περιμένεις, πατάς ένα κουμπί σε έξυπνη συσκευή και περιμένεις... ηλεκτρονικά! Άρα ο εκσυγχρονισμός του μέσου πρότασης προς μίσθωση (καταναλωτής -> ταξί) δεν πλήττει τον χαρακτήρα της κύριας σύμβασης, αφού τα μέρη έχουν και την ελευθερία ακύρωσης, άρνησης κ.ο.κ.».
Το ίδιο συμβαίνει (ή πρέπει να συμβαίνει με βάση τη σύμβαση) και στο Booking, που δεν είναι ξενοδόχος, ούτε επιδιώκει να γίνει. Διευκολύνει την κράτηση και αν ζητηθεί και την είσπραξη, έναντι αμοιβής φυσικά, ενώ λειτουργεί και υπηρεσία καταλόγου και διαφήμισης, απολύτως νόμιμα.
Ποιο ήταν το θανάσιμο λάθος της Beat, που επέτρεψε στο υπουργείο Υποδομών να παρέμβει με τη νομοθετική ρύθμιση που θα κατατεθεί σύντομα στη Βουλή; «Οι προσφορές» λέει ο κ. Σακελλαριάδης. «Όταν παύεις να λειτουργείς ως facilitator και εισπράκτορας τρίτου, αλλά κανονίζεις ως ιδιώτης ελεύθερα το κόμιστρο, γίνεσαι πλέον εσύ ο μεταφορέας, ο έχων την οικονομική πολιτική της αξίας της μεταφοράς, άρα δημιουργείς αθέμιτες πρακτικές για τους εκτός Βeat οδηγούς ταξί και το κυριότερο, τροποποιείς αυτό που δεν τροποποιείται: Δεν επιτρέπεται ένας οδηγός ταξί να μας κάνει "έκπτωση" στο ταξίμετρο, αν το λειτουργεί σωστά (βάσει ισχύοντος καθεστώτος, ομολογουμένως διεθνώς)».
Το κόμιστρο των ταξί στην Αθήνα πρέπει να είναι ίδιο, με βάση τον νόμο. Οποιος προσφέρει διαφορετικό τιμολόγιο παρανομεί. Συνεπώς, λένε νομικοί κύκλοι, το υπουργείο Υποδομών έπρεπε να παρέμβει και να επιβάλει πρόστιμο στην beat γιατί μέσω των προσφορών παραβιάζει τον νόμο του ενιαίου κομίστρου. Στο υπουργείο προτίμησαν, βέβαια, τη νομοθετική παρέμβαση που -αν επιβεβαιωθούν όσα έχουν διαρρεύσει για το περιεχόμενό της- θα «καταπέσει με την πρώτη προσφυγή στην Ε.Ε.» όπως εξηγούν οι νομικοί.
Είναι λοιπόν προφανές, ότι «η Βeat παρασύρθηκε από τον ενθουσιασμό της και της επιτυχία της και μπήκε σε χωρικά ύδατα άγνωστα, απρόσεκτα, επιτρέποντας στο υπουργείο να "επέμβει". Ποια είναι η διαφορά με την Βooking; "Τις προσφορές τις ανεβάζουν οι ξενοδόχοι, γιατί απλά δικαιούνται να το κάνουν... Όχι η Βooking! Ούτε στο τέλος του μήνα "καταβάλλει" η booking τη διαφορά από τις προσφορές - εκπτώσεις στους ξενοδόχους».
Αυτή η συχνή πρακτική της Beat, κατά τη γνώμη του κ. Σακελλαριάδη, «ήταν ένα τεράστιο αυτογκόλ σε νομικό επίπεδο, αφού τελικά κατέβαλε εκείνη το κόμιστρο στον κάθε οδηγό ταξί (τη διαφορά ανάμεσα στην έκπτωση και το νομικά καθορισμένο τιμολόγιο), με αποτέλεσμα να καθίσταται de facto μεταπωλητής υπηρεσίας μεταφοράς, άρα και επιχείρηση παροχής μεταφορικού έργου». Έτσι προσέφερε και νομικό οπλοστάσιο στους εχθρούς της υπηρεσίας, η οποία εξυπηρετεί σήμερα χιλιάδες Αθηναίους.
Τη δική του ερμηνεία δίνει και ο δικηγόρος Βασίλης Σωτηρόπουλος σε σχετικό άρθρο που δημοσιεύθηκε χθες.
Ο ιδρυτής και επικεφαλής της Beat Νίκος Δρανδράκης υπεραμύνεται της λειτουργίας της υπηρεσίας και τις τελευταίες ημέρες έχει ξεκινήσει και διαδικτυακή καμπάνια για την ανατροπή του σχεδίου νόμου. Το τελευταίο περιέχει διατάξεις που στην ουσία καταργούν τη δυνατότητα των χρηστών της εφαρμογής να επιλέξουν το ταξί που θα καλέσουν! Στο υπουργείο Υποδομών απάντησαν χθες πως οι νόμιμες ηλεκτρονικές υπηρεσίες και εφαρμογές δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα. Μένει, βέβαια, να δούμε και επισήμως το περιεχόμενο του σχεδίου νόμου.
Η «είσπραξη έναντι τρίτων»
Ενα δεύτερο ζήτημα που θίγουν κάποιοι από τους νομικούς που παρακολουθούν τη συζήτηση των τελευταίων ημερών συνδέεται με το γεγονός πως η Beat «εισπράττει έναντι τρίτων», κάτι το οποίο μπορεί να κάνει «μόνο ένα Ιδρυμα Πληρωμών ή Ηλεκτρονικού Χρήματος ή Πιστώσεων».
Οπως εξηγούν, την «είσπραξη έναντι τρίτων την απαγορεύει ο νόμος 3862/2010, που είναι προσαρμογή της πρώτης κοινοτικής οδηγίας για τις πληρωμές (PSD 1)». Αντίστοιχη πρόβλεψη, επισημαίνουν, υπάρχει και με τον ελληνικό νόμο περί ηλεκτρονικών πληρωμών 4446/2016, σύμφωνα με τον οποίο κανένας δεν μπορεί να εισπράττει έναντι τρίτων πλην των αδειοδοτημένων ιδρυμάτων/φορέων.
Ο λόγος είναι απλός: Αφού η πιστωτική κάρτα του καταναλωτή χρεώνεται π.χ. όταν χρησιμοποιεί την υπηρεσία Beat μέσω Paypal, τότε πρέπει η Beat να παράσχει και την απόδειξη είσπραξης. Σήμερα, η τελευταία εισπράττει το ποσό, αλλά την απόδειξη είσπραξης την εκδίδει (σπανίως όπως γνωρίζουν οι τακτικοί πελάτες των ταξί...) ο οδηγός ταξί.
Γιατί πρέπει να δώσει απόδειξη η Beat; Μα για να δικαιολογήσει το έσοδο στο τέλος του χρόνου, αν γίνει διασταύρωση στοιχείων από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ). Μέχρι σήμερα, με βάση και την υπουργική απόφαση 1033/2013, δεδομένα συναλλαγών στην ΑΑΔΕ δίνουν μόνο τα ελληνικά ιδρύματα (τράπεζες κ.λπ.), οπότε δεν υπάρχει διασταύρωση στοιχείων με Paypal κ.λπ.
Παρά το γεγονός πως η σύγκριση με το Booking δεν είναι η καλύτερη, γιατί το τελευταίο λειτουργεί σε μια αγορά όπου οι τιμές διαμορφώνονται ελεύθερα, οι νομικοί επισημαίνουν τα εξής: Το Booking δεν χρεώνει ποτέ την κάρτα του πελάτη, δηλαδή δεν εισπράττει έναντι τρίτων, ούτε μεταπωλεί κάποια υπηρεσία για να είναι αναγκασμένο να εκδώσει απόδειξη.
Οι ίδιοι προσθέτουν πως το πρόβλημα για εταιρείες όπως η Beat θα γίνει ακόμα μεγαλύτερο με την εφαρμογή της νέας κοινοτικής οδηγίας για τις πληρωμές (PSD 2), η οποία προβλέπει καθολική απαγόρευση των εισπράξεων έναντι τρίτων (με την εξαίρεση των ιδρυμάτων πληρωμών, των ιδρυμάτων ηλεκτρονικού χρήματος και των πιστωτικών ιδρυμάτων).
Τα πράγματα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο με τη νέα οδηγία για το ξέπλυμα χρήματος, η οποία απαιτεί ταυτοποίηση όσων εμπλέκονται σε μια συναλλαγή από το πρώτο ευρώ! Τα κράτη-μέλη και η Κομισιόν έχουν σαφή κατεύθυνση για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και γι' αυτό θέλουν ολοένα και περισσότερες συναλλαγές να πραγματοποιούνται ηλεκτρονικά, να γνωρίζουν ποιος πληρώνει και ποιος πληρώνεται, με ό,τι μπορεί αυτό να σημαίνει για τους πολίτες και εταιρείες όπως η Beat.