Με μια συνδυασμένη κίνηση, που μπορεί να επιτρέψει την επίτευξη καλύτερων όρων τιμολόγησης, βγαίνει στις αγορές η Ελληνική Δημοκρατία καθώς άνοιξε επιταχυνόμενο βιβλίο προσφορών για την έκδοση 5ετούς ομολόγου και την ίδια στιγμή τρέχει δημόσια προσφορά προς τους κατόχους ομολόγου λήξης 2019.
Συγκεκριμένα, το σχήμα των αναδόχων (BNP Paribas, Bank of America-Merrill Lynch, Citigroup, Deutsche Bank. Goldman Sachs και HSBC) από τη μια θα «τρέξει» accelerated book building για νέους επενδυτές και από την άλλη δημόσια προσφορά στους κατόχους ομολογιών, που λήγουν το 2019.
Όσοι αποδεχθούν την προσφορά θα ανταλλάξουν, πρακτικά, τις ομολογίες λήξης 2019 που κατέχουν με τιμή εξαγοράς στο 102,6% της ονομαστικής αξίας (σ.σ θα πάρουν επίσης τους δεδουλευμένους τόκους) και θα πάρουν ίσης ονομαστικής αξίας τίτλους του νεοεκδιδόμενου 5ετούς ομολόγου. Η ζήτησή τους, δε, θα ικανοποιηθεί, κατά προτεραιότητα.
Η ονομαστική αξία των ομολογιών λήξης 2019 ανέρχεται σε 4,03 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις στελεχών που παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τη διαδικασία θα αποδεχθούν τη δημόσια προσφορά κάτοχοι τίτλοι λήξης 2019, ονομαστικής αξίας τουλάχιστον 2 δισ. ευρώ.
Αν οι παραπάνω πληροφορίες ισχύουν, αναμένεται σημαντική υπερκάλυψη της έκδοσης καθώς οι νέοι επενδυτές θα ζητήσουν πολύ περισσότερες ομολογίες προκειμένου αναλογικά να πάρουν το μέρος που επιδιώκουν.
Άλλωστε, όλος ο σχεδιασμός φαίνεται να επιδιώκει υπερκάλυψη τουλάχιστον τρεις φορές της έκδοσης ώστε να επιτευχθεί ένα ανταγωνιστικό επιτόκιο χαμηλότερο του 4,95%, επίπεδα στα οποία είχε τιμολογηθεί η έκδοση της κυβέρνησης Σαμαρά.
Νωρίτερα, ολοκληρώθηκε η σχετική τηλεδιάσκεψη με τους επενδυτές την οποία διενήργησε η Deutsche Bank και στην οποία ομιλητές ήταν ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος και ο Στέλιος Παπαδόπουλος του ΟΔΔΗΧ.
Αύριο το πρωί η τιμολόγηση
Αύριο το πρωί οι ανάδοχοι της έκδοσης αναμένεται να έχουν ικανοποιητική εικόνα για την πορεία της δημόσιας προσφοράς. Βάσει της διαδικασίας πρώτα θα προκύψει τιμολόγηση της ανταλλαγής και εν συνεχεία θα βγει το εύρος επιτοκίου για το βιβλίο προσφορών.
Ο μικρός χρόνος ( σ.σ μόλις μία ημέρα) που έχει χορηγηθεί για την αποδοχή της δημόσιας προσφοράς κάνει την αγορά να υποθέτει ότι έχει προηγηθεί ικανοποιητική προεργασία από τους αναδόχους και η ανταλλαγή τίτλων είναι περίπου …σεταρισμένη.
Εκτιμάται μάλιστα ότι το κουπόνι της έκδοσης λήξης 2022 θα βγει κοντά στο 4,6%, εφόσον η έκδοση καλυφθεί κατά τα τρία τέταρτα από παλαιό χρήμα και κατά το υπόλοιπο από νέο.
Η αποτίμηση του τίτλου αναμένεται να πραγματοποιηθεί στις 25 Ιουλίου, ενώ η εκκαθάριση αναμένεται την 1η Αυγούστου.
Το νέο ομόλογο λήξης 2022 θα διέπεται από το αγγλικό δίκαιο ενώ έχει κατατεθεί αίτηση ώστε οι ομολογίες να διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο Αθηνών και την ΗΔΑΤ.
Το μέρος του φρέσκου χρήματος που θα εισπράξει το Δημόσιο είναι πιθανόν να χρησιμοποιηθεί για επαναγορά ομολόγων ώστε να πληρείται ο όρος που έχει θέσει το ΔΝΤ περί συγκράτησης του χρέους σε επίπεδα χαμηλότερα των 325 δισ. ευρώ σε απόλυτα νούμερα.
Μαξίμου: Γιατί η Ελλάδα βγαίνει στις αγορές – Πού ποντάρει
Από το γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού εξεδόθη ανακοίνωση με αφορμή την έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, στην οποία αναφέρονται τα εξής:
«Η Ελληνική Δημοκρατία ανακοίνωσε την έκδοση ομολόγου, με μία συναλλαγή με δύο σκέλη, η οποία αποτελείται από:
1. Μία προσφορά ανταλλαγής καθώς και μία προσφορά επαναγοράς έναντι μετρητών που απευθύνεται σε κατόχους των ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου με λήξη το 2019.
2. Μία νέα έκδοση ομολόγου αναφοράς 5ετούς διάρκειας σταθερού επιτοκίου με λήξη το 2022.
Η συναλλαγή αυτή αποτελεί μέρος μιας συνολικής στρατηγικής η οποία αποσκοπεί:
• Στην προληπτική διαχείριση των άμεσων, μελλοντικών, χρηματοδοτικών αναγκών.
• Στην μείωση χρηματοληπτικών αναγκών της Ελλάδας το 2019.
• Στην έκδοση ενός ομολόγου με ικανοποιητική ρευστότητα, που θα αποτελεί σημείο αναφοράς στην καμπύλη αποδόσεων των ελληνικών κρατικών χρεογράφων στο πλαίσιο ανασύστασής της.
Η επιλογή αυτή αποτελεί ένα σημαντικό βήμα της στρατηγικής της Ελλάδας για να ανακτήσει βιώσιμη και σταθερή πρόσβαση στις διεθνείς αγορές.
Η απόφαση να επιχειρηθεί αυτή η συναλλαγή, βασίστηκε σε μια σειρά από θετικές εξελίξεις για την Ελλάδα:
α. Την απόφαση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου.
β. Την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε Caa2, από τον οίκο Moody’s, στις 23 Ιουνίου 2017.
γ. Την έξοδο της χώρας από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, στις 12 Ιουλίου 2017.
δ. Τη συμφωνία για την επί της αρχής συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, στις 20 Ιουλίου 2017.
ε. Την αναβάθμιση της προοπτικής της ελληνικής οικονομίας από την Standard and Poor’s, στις 21 Ιουλίου 2017».