Σε «δώρο» από την Τουρκία ποντάρουν οι ελληνικές κλωστοϋφαντουργίες

Κόντρα στη δυσμενή συγκυρία και τις μεγάλες προκλήσεις, κύκλοι της αγοράς υποστηρίζουν πως η κατάσταση μπορεί και πρέπει «να γυρίσει». Πιθανά οφέλη από το σπάσιμο της «τουρκικής φούσκας».

Σε «δώρο» από την Τουρκία ποντάρουν οι ελληνικές κλωστοϋφαντουργίες

Τη συγκρατημένη αισιοδοξία τους για το μέλλον της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας εκφράζουν παράγοντες της αγοράς, όχι μόνο λόγω των κινήσεων των δικών μας εταιρειών, αλλά και εξαιτίας των αναταράξεων που αναμένονται μέσα στην επόμενη διετία στον μεγαλύτερο διεθνή ανταγωνιστή μας, την Τουρκία.

Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, το Euro2day.gr αναφέρθηκε στις δηλώσεις του γνωστού βιομηχάνου (προέδρου της Επίλεκτος) κ. Ευριπίδη Δοντά για την αναγκαιότητα ανάπτυξης του κλάδου:

«Βασικός στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι έως το έτος 2020 το 20% του ΑΕΠ κάθε χώρας να προέρχεται από τη μεταποίηση, όταν το ποσοστό αυτό στην Ελλάδα κυμαίνεται σήμερα μόλις στο 8%. Δεν είναι τυχαίο πως οι δανειστές και οικονομολόγοι όλων των εθνικοτήτων μάς προτρέπουν να αναπτύξουμε τη βιομηχανία μας. Αν δεν γίνει αυτό, τότε η ελληνική οικονομία δεν έχει μέλλον και αν δεν αναπτύξουμε την κλωστοϋφαντουργία -έναν εξαγωγικό κλάδο, όπου η Ελλάδα είναι ο μόνος Ευρωπαίος παραγωγός της πρώτης ύλης-, τότε ποια άλλη δραστηριότητα θα αναπτύξουμε;» είχε αναρωτηθεί ο κ. Δοντάς.

Ωστόσο, σύμφωνα με παράγοντες του κλάδου, τα πράγματα για την ελληνική κλωστοϋφαντουργία θα μπορούσαν να βοηθηθούν και από τις εξελίξεις που αφορούν στη γείτονα Τουρκία.

Αναφέρεται χαρακτηριστικά πως «ο μεγάλος ανταγωνιστής μας είναι η Τουρκία. Στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας όχι μόνο αυξάνεται ταχέως το εργατικό κόστος, αλλά επιπλέον αναπτύσσεται γρήγορα και η τοπική ζήτηση. Επίσης, οι Ευρωπαίοι πελάτες μας δίνουν έμφαση στην ποιότητα, στην ταχύτητα παράδοσης, αλλά και στην πιστότητα κάθε προμηθευτή, παράγοντες που ευνοούν τους Έλληνες και τους Τούρκους. Η Τουρκία ωστόσο βρίσκεται απέναντι σε μια σειρά προκλήσεων που θα δυσκολευτεί να αντιμετωπίσει στο ορατό μέλλον».

Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, μεταξύ των προβλημάτων που ταλαιπωρούν πλέον τις τουρκικές κλωστοϋφαντουργικές επιχειρήσεις περιλαμβάνονται τα παρακάτω:

Πρώτον, πολλές είναι οι βιομηχανίες που είναι δανεισμένες σε δολάρια. Έτσι, η μεγάλη υποχώρηση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας έναντι του αμερικανικού νομίσματος θα επιφέρει συναλλαγματικές ζημίες και θα υπερακοντίσει τα όποια οφέλη της υποτίμησης του τουρκικού νομίσματος.

Δεύτερον, η ραγδαία ανάπτυξη της τουρκικής κλωστοϋφαντουργίας οδήγησε στη δημιουργία μιας «φούσκας», η οποία σε σημαντικό βαθμό προήλθε μέσα από μια σειρά επιτυχιών της διεθνούς τουρκικής διπλωματίας. Για παράδειγμα, οι τουρκικές εταιρείες αγόραζαν βαμβάκι από τις ΗΠΑ, επιτυγχάνοντας κατά το παρελθόν απίστευτους όρους πιστώσεων.

Επίσης, οι γερμανικές εταιρείες προτιμούσαν σε μεγάλο βαθμό να προμηθεύονται από τους Τούρκους παραγωγούς. Τώρα όλα αυτά μεταβάλλονται, καθώς οι διπλωματικές σχέσεις της Τουρκίας με ΗΠΑ και Ευρώπη έχουν επιδεινωθεί δραστικά. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον, οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαν να δώσουν μεγαλύτερη βαρύτητα στις παραγγελίες τους προς τις ελληνικές εταιρείες.

Και τρίτον, η εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Τουρκία δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο και τον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας. Υπάρχουν εταιρείες οι διοικήσεις των οποίων παύθηκαν επειδή θεωρήθηκαν φίλα προσκείμενες στον Φετουλάχ Γκιουλέν.

Σε κάθε περίπτωση, υποστηρίζεται πως η παραγωγικότητα του κλάδου στην Ελλάδα δεν είναι χαμηλή, ωστόσο επηρεάζεται αρνητικά από το υψηλό ενεργειακό κόστος και από τις συσσωρευμένες ζημίες των τελευταίων δέκα ετών, οι οποίες με τη σειρά τους οδήγησαν σε μεγάλο χρηματοοικονομικό κόστος.

«Είναι βέβαιο πως ο κλάδος στιγματίστηκε αρνητικά από την υπόθεση Λαναρά, ωστόσο πολλές φορές καταγράφεται η μισή αλήθεια. Λέγεται για παράδειγμα πως οι κλωστοϋφαντουργικές εταιρείες προκάλεσαν μεγάλες επισφάλειες στο τραπεζικό σύστημα, ωστόσο ας μας πουν πόσο συμμετέχει ο κλάδος στα 60 δισ. των NPLs των επιχειρηματικών δανείων; Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο κλάδος είναι εξαγωγικός και η ανάπτυξή του θα μπορούσε να δημιουργήσει πολλές νέες θέσεις εργασίας, ενισχύοντας παράλληλα και τον ελληνικό γεωργικό τομέα», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Άλλοι παράγοντες της αγοράς τονίζουν πως η ελληνική παραγωγή έχει μέλλον, στον βαθμό που θα εστιάσει σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και μπορέσει να εκμεταλλευθεί τις νέες επικρατούσες διεθνείς τάσεις.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v