Μια στο καρφί και μια στο πέταλο κινήθηκε για την Ελλάδα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε ένα μόλις 24ωρο. Χθες «έκλεισε το μάτι» στην Αθήνα ανατρέποντας προηγούμενες εκτιμήσεις, καθώς προέβλεψε ανάκαμψη από φέτος και ανάπτυξη 2,8% του ΑΕΠ το 2017, πάνω από τις εκτιμήσεις ακόμα και της ίδιας της κυβέρνησης.
Σήμερα «χτυπά» (κυρίως) προς Βρυξέλλες, αποδομώντας ουσιαστικά το σύνολο του προγράμματος που συμφωνήθηκε με τον ESM. Και αυτό γιατί στην έκθεση Fiscal Monitor, όχι μόνο δεν βλέπει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ, που καλείται να πετύχει η Αθήνα από το 2018 και για αρκετά χρόνια μετά, αλλά προβλέπει ότι σε καμία χρονιά έως το 2021 το πρωτογενές πλεόνασμα (σ.σ. αφαιρούνται οι δαπάνες για το χρέος) δεν θα περάσει το 1,6% του ΑΕΠ!
Πρόκειται για εξέλιξη που στέλνει σαφές μήνυμα προς την Ευρώπη, ενόψει των αποφάσεων που θα πρέπει να ληφθούν για το ελληνικό χρέος και τη συμμετοχή του Ταμείου στο πρόγραμμα. Ταυτόχρονα θα μπορούσε να ενισχύσει τα επιχειρήματα της Αθήνας για την ανάγκη να μειωθούν οι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον μετά το 2018.
Οι προβλέψεις αυτές ουσιαστικά μεταθέτουν την πορεία αποκλιμάκωσης του χρέους για μετά το 2019. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, φέτος το δημόσιο χρέος θα διαμορφωθεί σε 183,4% του ΑΕΠ και θα διατηρηθεί στο 184,7% τόσο το 2017, όσο και το 2018. Θα υποχωρήσει στο 178,5% το 2019 και θα μειωθεί στο 169,2% το 2021.
«Επιβεβαιώνει» το 2015 αλλά…
Κατά το ΔΝΤ, ο στόχος που έχει τεθεί από το πρόγραμμα (0,5% του ΑΕΠ, με την κυβέρνηση να εκτιμά ότι θα κλείσει τη χρονιά με πρωτογενές πλεόνασμα 0,63%) δεν θα πιαστεί φέτος (πιστεύει ότι θα κλείσει στο 0,1% του ΑΕΠ), ούτε το 2017 (παρά την ισχυρή ανάπτυξη), καθώς θα «κολλήσει» στο 0,7% του ΑΕΠ (στόχος 1,75%). Από εκεί και πέρα, ούτε λόγος για 3,5%: προβλέπει 1,6% για κάθε χρονιά της τριετίας 2018-2020 και 1,5% για το 2021.
Ένα στοιχείο άξιο λόγου είναι ότι το Ταμείο στην έκθεσή του «αποδέχεται» ότι η Ελλάδα κατάφερε το 2015 να κλείσει τη χρονιά με πρωτογενές πλεόνασμα 0,7% του ΑΕΠ, όπως πιστοποίησε η Eurostat. Το γεγονός είχε ευθέως αμφισβητήσει η Κριστίν Λαγκάρντ σε δηλώσεις πριν από Eurogroup την Ανοιξη αλλά και το ίδιο το Ταμείο, το οποίο στην αντίστοιχη έκθεση του Απριλίου μιλούσε για πρωτογενές έλλειμμα 0,6% του ΑΕΠ το 2015. Οσον αφορά τη φετινή χρονιά τώρα υποστηρίζει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα περιοριστεί σε μόλις 0,1%.
Και αν το πρωτογενές πλεόνασμα, όπως υπολογίζεται στο πρόγραμμα, περιλαμβάνει κάποιες «διαφοροποιήσεις» (σ.σ. για παράδειγμα εξαιρούνται δαπάνες για το προσφυγικό), οι αποκλίσεις που καταγράφονται είναι «χαώδεις».
Τα παραπάνω μεταφράζονται:
* Σε έλλειμμα που θα διαμορφωθεί σε 3,4% του ΑΕΠ το 2016, 2,7% του ΑΕΠ το 2017, 1,7% το 2018-19, 2% το 2020 και 2,6% το 2021.
* Σε ό,τι αφορά στο κυκλικά προσαρμοσμένο ισοζύγιο (σ.σ. λαμβάνει υπόψη την ανάπτυξη/ύφεση της οικονομίας), εκτιμάται ότι φέτος θα κινηθεί στο -0,2%, το 2017 στο -0,7% και εν συνεχεία θα κλιμακωθεί ως το -2,6% το 2021.
* Τα έσοδα του προϋπολογισμού ως ποσοστό του ΑΕΠ θα βαίνουν σύμφωνα με το ΔΝΤ μειούμενα καθώς από 47,2% το 2016 θα περιοριστούν στο 46,2% την επόμενη χρονιά και εν συνεχεία: 45,1 το 2018, 44,2% το 2019, 43,5% το 2020, 43,2% το 2021.
* Πτωτικά θα κινηθούν και οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ: 50,5% το 2016, 48,9% το 2017, 46,8% το 2018, 46% το 2019, 45,5% το 2020, 45,8% του ΑΕΠ το 2021.
Όπως και στη χθεσινή έκθεση, το Ταμείο τονίζει ότι οι προβλέψεις του γίνονται υπό την προϋπόθεση ότι η χώρα θα τηρήσει κατά γράμμα τη συμφωνία που υπέγραψε με τον ESM.
Η έκθεση, που έχει τίτλο «Χρέος: χρησιμοποιήστε το σοφά», αναφέρεται στη σύνδεση κρατικού και ιδιωτικού χρέους σημειώνοντας ότι ο δεσμός των δύο γίνεται μέσω του τραπεζικού συστήματος. Μια αντιληπτή απώλεια της φερεγγυότητας του κράτους θα οδηγήσει σε κεφαλαιακές απώλειες τις τράπεζες, αντανακλώντας τη μείωση της αξίας των κυβερνητικών εγγυήσεων και της αξίας των ομολόγων που διακρατούνται. Αυτό, αναφέρει, έγινε στην περίπτωση της Ελλάδας στις αρχές της χρηματοπιστωτικής κρίσης, όταν το τραπεζικό σύστημα της χώρας είχε μεγάλη έκθεση στο ελληνικό κρατικό χρέος.