Το Ιράν μπορεί να γίνει μια μεγάλη αγορά για την Ελλάδα, υπογράμμισε η Άννα Διαμαντοπούλου κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης «Ελλάδα-Ιράν: Οικονομικές προοπτικές και προκλήσεις» που διοργάνωσε το «ΔΙΚΤΥΟ» για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, με αφορμή και την άρση των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στο Ιράν, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη Ιανουαρίου.
Η πρόεδρος του «ΔΙΚΤΥΟΥ» σημείωσε πως «η χώρα μας, με τη μεγάλη οικονομική κρίση, έχει ανάγκη εξαγωγών για να αντιμετωπίσει τα ζητήματά της. Το Ιράν είναι ένας παίκτης με νέο ρόλο σε όλη την ευρύτερη περιοχή. Είναι μια χώρα με τεράστια ενεργειακά αποθέματα, η οποία μπορεί να γίνει μια μεγάλη αγορά για την Ελλάδα».
Βέβαια, όπως ανέφερε η ίδια, «για να γίνουν όλα αυτά πρέπει η στρατηγική και τα βήματά μας να είναι σωστά, προγραμματισμένα και να έχουν στόχο, χωρίς να εμπλέκονται ιδεοληψίες και δόγματα».
Με τον κ. Ανδρέα Ανδριανόπουλο, διευθυντή του Ινστιτούτου Διπλωματίας και Διεθνών Εξελίξεων του Αμερικανικού Κολλεγίου της Ελλάδας, να αναφέρει χαρακτηριστικά: «Θα έπρεπε έγκαιρα η χώρα να είχε σκεφτεί και να έχει προχωρήσει σε στενότερες σχέσεις. Βέβαια η πρόβλεψη δεν είναι ίδιον της ελληνικής πολιτικής νοημοσύνης».
«Το Ιράν μπορεί να αποδειχθεί ένα νέο Ελ Ντοράντο, όμως όλα τα ταξίδια προϋποθέτουν την αυτογνωσία μας. Θα πρέπει να ξέρουμε από πού ερχόμαστε, για να καταλάβουμε πού μπορούμε να πάμε. Οι επιχειρηματίες που θέλουν και μπορούν να πάνε στο Ιράν, πρέπει να βρουν τους διαύλους επικοινωνίας. Δεν είναι λογικό να προσπαθούμε να φτιάξουμε τα διόδια πριν τον δρόμο», είπε στην παρέμβασή του ο Έλληνας πρέσβης στο Ιράν κ. Γιώργος Αϊφαντής.
«Η Ελλάδα πήρε μια συνειδητή απόφαση να μηδενίσει τις εμπορικές συναλλαγές της με το Ιράν», είπε ο ίδιος και συμπλήρωσε: «Η Ελλάδα μείωσε τις εμπορικές σχέσεις στα 20 εκατ. δολάρια, όταν η Ιταλία και η Γερμανία τις έχουν αυξήσει. Η χώρα σταμάτησε να αγοράζει πετρέλαιο το οποίο πλήρωνε 6 μήνες μετά, ενώ τα ΕΛΠΕ δεν έχουν καταβάλει 750 εκατ. δολάρια που οφείλουν».
Χρέος το οποίο, σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντίνο Φίλη, Δρ. Διευθυντή Ερευνητικών Προγραμμάτων του Ι.ΔΙ.Σ. είναι λογικότερο να καλυφθεί όχι με την επιστροφή μετρητών αλλά να αξιοποιηθεί το ενδιαφέρον που έχουν δείξει οι Ιρανοί εδώ και 1,5 χρόνο για εμπλοκή τους σε διυλιστήρια. «Είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος», όπως είπε ο ίδιος, «να ξεχρεώσουμε αυτό το μεγάλο ποσό που δημιουργήσαμε». Και συμπλήρωσε: «Εν μέσω κρίσης, από το 2010 και μετά, το Ιράν για τους δικούς του λόγους ήταν η μοναδική χώρα που μας παρείχε πετρέλαιο σε λογικές τιμές και χωρίς να απαιτεί τα χρήματα μπροστά. Άλλες χώρες υποχρέωσαν τη ΔΕΠΑ να πάρει και δάνειο επειδή δεν έδιναν πίστωση». Ο ίδιος τόνισε πως η χώρα μας έχει κάνει με καθυστέρηση προσεγγίσεις με το Ιράν.
Σημειώνεται ότι στελέχη των ΕΛΠΕ τόνιζαν τις προηγούμενες μέρες σε σχέση με την οφειλή ότι η εταιρία βρίσκεται σε διαπραγμάτευση με το Ιράν, η οποία εξελίσσεται σε διάφορα επίπεδα.
Από την πλευρά του, ο κ. Πάτροκλος Κουδούνης, οικονομολόγος-πολιτικός επιστήμων, πρόεδρος της Αστικής Μη Κερδοσκοπικής Εταιρείας «Επιχειρηματική Πρωτοβουλία για το Ελληνοϊρανικό Επιμελητήριο», ανέφερε ότι με την άρση του εμπάργκο θα ξεπαγώσουν ιρανικά κεφάλαια ύψους 100-110 δισ. δολαρίων που έχουν μπλοκαριστεί στην Ευρώπη, ενώ σύμφωνα με το ΔΝΤ αναμένεται το 2016 ανάπτυξη της ιρανικής οικονομίας στα επίπεδα του 4%.
Εξέλιξη η οποία, κατά τον ίδιο, μεταφράζεται σε αύξηση της ζήτησης σε διάφορους τομείς όπως σε φάρμακα (αντικαρκινικά, αντιγριπικά εμβόλια, αντιβιοτικά, δερμοκαλλυντικά), ιατρικά εξαρτήματα, συσκευασία τροφίμων, αγροτικό εξοπλισμό, (θερμοκήπια, λιπάσματα, ζωοτροφές, κ.λπ.), χημικά, δομικά υλικά κ.α.
Επίσης μεγάλες ευκαιρίες για τις ελληνικές επιχειρήσεις υπάρχουν, σύμφωνα με τον κ. Κουδούνη, για λογισμικό, τηλεπικοινωνίες, κατασκευαστικές αλλά και για την κινητή τηλεφωνία. Όπως είπε ο κ. Κουδούνης σήμερα το 56% του ιρανικού πληθυσμού είναι κάτω των 26 ετών με υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα, ενώ η διείσδυση στην κινητή τηλεφωνία φθάνει στο 120%.
Σημείωσε δε με έμφαση πως «η ιρανική αγορά είναι μια ευκαιρία για την Ελλάδα και μια διέξοδος μέσω εξαγωγών και ιδιωτικών επενδύσεων, την οποία δεν πρέπει να την αφήσουμε». Βέβαια, όπως ανέφερε ο ίδιος, ως χώρα πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες μέσω επαφών, επισκέψεων και διοργάνωση συζητήσεων, ενώ ανέφερε πως ελληνική κυβερνητική αποστολή πήγε στο Ιράν στα τέλη Νοεμβρίου, όταν από τις 15 Ιουλίου, οπότε και υπεγράφη η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, υπήρξαν 12 επίσημες επισκέψεις από κράτη-μέλη της ΕΕ.
Στις ευκαιρίες που δημιουργούνται για την Ελλάδα αναφέρθηκε και η κα Κωνσταντίνα Κολιού, Π.Υ.Α., Β' Γενική Διευθύντρια Οικονομικών Σχέσεων του υπουργείου Εξωτερικών, η οποία σημείωσε πως «το Ιράν είναι μια χώρα που μπορούμε να αναζητήσουμε επενδύσεις σε μια επόμενη φάση».