Εντονότατες αντιδράσεις εκφράζονται από παράγοντες της αγοράς απέναντι σε ενδεχόμενο κούρεμα των καταθέσεων ακόμη και για ποσά μεγαλύτερα των 100.000 ευρώ, ενώ παράλληλα δεν λείπουν και οι κινήσεις ορισμένων καταθετών προκειμένου να... περιορίσουν το κόστος που θα υποστούν σε μια τέτοια περίπτωση.
«Το κούρεμα έστω και των υψηλών καταθέσεων όχι μόνο αποτελεί στην πράξη υφεσιακό και άδικο μέτρο, αλλά παράλληλα θα προκαλέσει έντονες παρενέργειες στην ελληνική οικονομία για πολλά-πολλά χρόνια» υποστηρίζει οικονομικός διευθυντής εισηγμένης εταιρείας, ο οποίος συμπληρώνει:
«Μέσα από ένα κούρεμα θα την πληρώσουν όσοι επέμειναν να κρατήσουν τα λεφτά τους στις ελληνικές τράπεζες, ενώ αντίθετα όσοι τα έβγαλαν στο εξωτερικό, ή τα έκρυψαν στα στρώματα, θα βγουν κερδισμένοι. Επίσης, θα επιβαρυνθούν όσοι επέμειναν να διάγουν εδώ και δεκαετίες λιτό βίο και να αποταμιεύουν, ενώ θα ωφεληθούν όσοι επέλεξαν τις πλουσιοπάροχες διασκεδάσεις, τις αγορές ακριβών ακινήτων και άλλων πολυτελών αγαθών. Σε περίπτωση κουρέματος, πολύ δύσκολα κάποιος θα εμπιστευθεί τις ελληνικές τράπεζες στο μέλλον για μεγάλα ποσά, ενώ παράλληλα τα νοικοκυριά θα καταναλώνουν όσα χρήματα μπορούν αντί να τα αποταμιεύουν. Να τονιστεί τέλος, ότι η ζημιά των υψηλών καταθετών δεν θα περιοριστεί σ' αυτούς, αλλά θα διαχυθεί σε ολόκληρη την οικονομία, όπως άλλωστε συνέβη και στην Κύπρο».
Η αλήθεια είναι πως στο Νησί της Αφροδίτης -αν και σε μεγάλο βαθμό οι μεγαλοκαταθέτες ήταν ξένοι- το κούρεμα των καταθέσεων και το Μνημόνιο οδήγησε την ανεργία από το 5% στο 15% και τις περισσότερες επιχειρήσεις σε αδυναμία εξυπηρέτησης των τραπεζικών τους υποχρεώσεων.
Ανεξάρτητα πάντως, από τις έντονες παρενέργειες που θα δημιουργηθούν σε περίπτωση κουρέματος των τραπεζικών καταθέσεων, δεν λείπουν τις τελευταίες ημέρες και οι κινήσεις ορισμένων καταθετών προκειμένου να περιορίσουν ως ένα βαθμό το πιθανό κόστος που θα υποστούν από ενδεχόμενο κούρεμα.
Μεταξύ αυτών των κινήσεων -που γίνονται συνήθως μέσω του συστήματος της ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking)- συγκαταλέγονται:
Πρώτον, ορισμένοι σπεύδουν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς το ελληνικό δημόσιο, είτε πρόκειται για τις ετήσιες φορολογικές τους δηλώσεις, είτε για ΦΠΑ, είτε τέλος για άλλες οφειλές. Το σκεπτικό τους είναι πως μέσα από μια τέτοια διαδικασία εξοφλούν τις υποχρεώσεις τους, κάνοντας χρήση κεφαλαίων που ενδεχομένως είτε να φορολογηθούν από το δημόσιο, είτε να κεφαλαιοποιηθούν από τις τράπεζες. «Καλύτερα κουρεμένοι και χωρίς υποχρεώσεις, παρά κουρεμένοι και ταυτόχρονα χρεωμένοι» υποστηρίζεται.
Δεύτερον, εξοφλούν όλους τους δυνατούς λογαριασμούς, είτε και καταβάλλουν υποχρεώσεις τους προς τρίτους (π.χ. ενοίκια, εξοφλήσεις προμηθευτών).
Τρίτον, μεταφέρουν μέρος των καταθέσεών τους από τράπεζα σε τράπεζα, σε λογαριασμούς δικών τους συμφερόντων, έτσι ώστε το μέσο υπόλοιπο καταθέσεων ανά ΑΦΜ (Αριθμός Φορολογικού Μητρώου) και ανά τράπεζα να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο (και έτσι να περιοριστεί η ζημιά από ένα ενδεχόμενο κούρεμα).
Τέταρτον, δεν λείπουν και εκείνοι που ζητούν να προπληρώσουν ασφαλιστικά συμβόλαια που θα ανανεωθούν σε κάποιους μήνες, χωρίς όμως να φαίνεται πως κάτι τέτοιο μπορεί να υλοποιηθεί μέχρι σήμερα.
Πέμπτον, επιδιώκουν να εισπράττουν σε όποιες περιπτώσεις μπορούν με μετρητά και όχι μέσα από πίστωση του τραπεζικού τους λογαριασμού.
Έκτον, έχουν παρατηρηθεί κάποιες κινήσεις για αγορές ακινήτων, καθώς: α) τα ακίνητα δεν μπορούν να κουρευτούν και β) ελπίζεται πως σε βάθος χρόνου θα ανακτήσουν την αξία τους.
Η «επόμενη μέρα»
Με βάση πάντως τα μέχρι τώρα δεδομένα:
• Ο Έλληνας πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας δήλωσε πως εγγυάται προσωπικά τις τραπεζικές καταθέσεις, προφανώς εννοώντας πως σε πολιτικό επίπεδο θα πράξει ό,τι μπορεί για να μην κινδυνεύσουν.
• Ο κ. Andrea Enria, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (European Banking Authority, ΕΒΑ), το θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διέψευσε το ενδεχόμενο κουρέματος των καταθέσεων λιανικής, δηλαδή των καταθέσεων κάτω από 100.000 ευρώ ανά τράπεζα και ανά ΑΦΜ.
• Σήμερα, μικρό μόνο ποσοστό των καταθέσεων υπερβαίνει τα όρια των «πελατών λιανικής» (πάνω από 100.000 ευρώ ανά τράπεζα και ανά ΑΦΜ) λόγω των μαζικών αναλήψεων που έλαβαν χώρα το τελευταίο εξάμηνο.