Ως ένα σχέδιο εν αναμονή ευνοϊκότερων συνθηκών για τη Ρωσία που θα επιτρέψουν την απρόσκοπτη διείσδυση ρωσικού αερίου στην Κεντρική Ευρώπη, μπορεί να χαρακτηριστεί ο «Νότιος Ευρωπαϊκός Αγωγός» που θα διέρχεται από την Ελλάδα.
Την σκοπιμότητα του ανέλαβαν να μελετήσουν η ελληνική κρατική εταιρεία "Δημόσια Επιχείρηση Ενεργειακών Επενδύσεων- ΔΕΠΕΝΕ» και η ρωσική τράπεζα VEBCapital που θα είναι και ο χρηματοδότης του έργου.
Η πολιτική κάλυψη στην κοινή πρωτοβουλία, δόθηκε με το μνημόνιο που υπέγραψαν την Παρασκευή στην Αγία Πετρούπολη ο υπουργός ΠΑΠΕΝ Παναγιώτης Λαφαζάνης και ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας Αλεξάντερ Νόβακ.
Την ίδια μέρα, με κοινή τους δήλωση ο Έλληνας υπουργός και ο επικεφαλής της ρωσικής «Τράπεζας Ανάπτυξης και Διεθνών Οικονομικών Υποθέσεων -VEB» Βλαντιμίρ Ντιμίτριεφ, δεσμεύτηκαν να υποστηρίξουν και να διευκολύνουν την υλοποίηση του έργου. Η δεύτερη θα συμμετέχει από κοινού με την «ΔΕΠΕΝΕ» στην ίδρυση μικτής εταιρείας ειδικού σκοπού (50-50) που θα είναι ο ιδιοκτήτης του αγωγού, ενώ η τράπεζα θα εγγυάται τη χρηματοδότηση του, έναντι των μελλοντικών εσόδων που η μικτή εταιρεία θα έχει από την εκμετάλλευση του. Επίσης προβλέπεται η συμμετοχή και άλλων εταιρειών στην εταιρεία ειδικού σκοπού μετά από κοινή απόφαση των ιδρυτικών εταιρειών.
Το ελληνο-ρωσικό μνημόνιο, για την ισχύ του οποίου δεν τίθεται χρονικό όριο, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 7 «δεν αποτελεί διεθνή σύμβαση» ή νομικά δεσμευτικό έγγραφο, «και, ως εκ τούτου, δεν δημιουργεί δικαιώματα ή υποχρεώσεις που διέπονται από το διεθνές δίκαιο», αναφέρεται συγκεκριμένα σε ένα αγωγό φυσικού αερίου με δυναμικότητα 47 δισ. κυβικών μέτρων το χρόνο, ο οποίος θα ξεκινά από τα ελληνο-τουρκικά σύνορα και θα αποτελεί συνέχεια του Turkish Stream που θα μεταφέρει ρωσικό αέριο μέσω της Μαύρης Θάλασσας και του τουρκικού εδάφους.
Ωστόσο δεν αναφέρει τίποτε για το που θα καταλήγει ο αγωγός, αφού τα 47 δισ. κυβικά δεν προορίζονται για την Ελλάδα. Απλώς σημειώνει ότι ο αγωγός έχει σκοπό να εφοδιάζει με φυσικό αέριο τις ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Παρόλα αυτά, προσδιορίζει ακριβώς το χρόνο έναρξης της κατασκευής του και την έναρξη λειτουργίας του, καθώς η πρώτη ορίζεται το 2016 και η έναρξη της λειτουργίας του έως το τέλος του 2019. Η δεύτερη ημερομηνία συμπίπτει με το ultimatum που έχει θέσει η Ρωσία για την διακοπή τροφοδοσίας της Ευρώπης με φυσικό αέριο μέσω της Ουκρανίας, προκειμένου αντίστοιχες ποσότητες να δεχτεί από το νέο αγωγό μέσω της Μαύρης Θάλασσας.
Ανέφικτα χρονοδιαγράμματα
Για το πόσο είναι εφικτά τα παραπάνω χρονοδιαγράμματα, και ο πιο καλόπιστος δεν μπορεί να πιστέψει ότι μπορούν να επιτευχθούν και ότι δεν αποτελούν παρά ευχές. Στο παιχνίδι έχουν μπει και άλλοι διεκδικητές της μεταφοράς ρωσικού αερίου, ενώ την ώρα που υπέγραφε το μνημόνιο ο Έλληνας υπουργός, ο επικεφαλής της Gazprom υπέγραφε συμφωνία με τη γερμανική Ε.ΟΝ για την περαιτέρω επέκταση του αγωγού Nord Stream.
Δεν πρέπει να αγνοούμε ότι η αρχική όδευση του αγωγού μετά την Ελλάδα προς ΠΓΔΜ και Σερβία έχει ανατραπεί, λόγω απροθυμίας ή αδυναμίας των δύο κρατών να προχωρήσουν σε συμφωνία με τη Ρωσία, άρα είναι άγνωστο ακόμη ποια διαδρομή θα ακολουθήσει ο αγωγός. Επιπλέον, ακόμη και αν δεν υπήρχε η αβεβαιότητα Σερβίας-ΠΓΔΜ, η εγκριτική διαδικασία που επιβάλλει η κοινοτική νομοθεσία (τρίτο ενεργειακό πακέτο) για παρόμοια έργα και την οποία αποδέχεται το Μνημόνιο, είναι ιδιαίτερα αυστηρή και χρονοβόρα προκειμένου να δώσει άδεια λειτουργίας Ανεξάρτητου Συστήματος Φυσικού Αερίου.
Η κοινοτική νομοθεσία ευνοεί τη λειτουργία παρόμοιων αγωγών όταν είναι ενταγμένα σε Εθνικά Συστήματα, που η λειτουργία τους και τα τέλη χρήσης είναι απόλυτα ρυθμιζόμενα, ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση των χρηστών σε αυτά, έναντι των Ανεξάρτητων Συστημάτων όπου οι ιδιοκτήτες τους καθορίζουν τα τέλη χρήσης.
Στην περίπτωση του αγωγού ΤΑΡ, όπως και του IGB (ελληνοβουλγαρικός) η διαδικασία έγκρισης ως Ανεξάρτητου Συστήματος κράτησε πάνω από δύο χρόνια, με market tests που αποδεικνύουν το ενδιαφέρον χρηστών του αγωγού σε συνθήκες αγοράς και επιμέρους εγκρίσεις των εθνικών Ρυθμιστικών Αρχών. Μάλιστα, η έγκριση των κοινοτικών αρχών για τις δεσμεύσεις χωρητικότητας, δόθηκε υπό όρους για τις δύο κατευθύνσεις ροής του φυσικού αερίου. Μόνο δε μετά τη λήψη των εγκρίσεων αυτών, ελήφθη από τους μετόχους, η επενδυτική απόφαση για την έναρξη κατασκευής.
Τα «φάουλ»
Ακριβώς σε αυτό το σημείο που καθορίζει και τους όρους βιωσιμότητας του αγωγού, το Μνημόνιο κάνει και ένα μεγάλο «φάουλ». Συγκεκριμένα, στο άρθρο 3, αναφέρει ότι η δέσμευση του 100% της χωρητικότητας του αγωγού επί ελληνικού εδάφους, δηλαδή 47 δισ. κυβικά μέτρα, θα υποδειχθούν από τον Ρώσο Ιδρυτή (την τράπεζα VEB). Κάτι τέτοιο αναφέρουν πηγές που γνωρίζουν το θέμα, είναι από δύσκολο έως απίθανο να το δεχτούν οι κοινοτικές αρχές ανταγωνισμού.
Το δεύτερο «φάουλ» αφορά στο μοντέλο χρηματοδότησης του αγωγού, που καθιστά την ελληνική κρατική συμμετοχή στη μικτή εταιρεία, δέσμια των δανειστών για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα κατά το οποίο το Δημόσιο δεν θα εισπράττει έσοδα.
Συγκεκριμένα, από τη στιγμή που η ρωσική τράπεζα VEB είναι η μόνη που θα χρηματοδοτήσει το σύνολο του κόστους του έργου, περίπου 1,5-2 δισ. ευρώ υπό τις σημερινές συνθήκες, θα εισπράττει και όλα τα έσοδα της μικτής εταιρείας έως ότου αποσβέσει το επενδυμένο κεφάλαιο συν τους τόκους. Μόνο δε μετά την εξόφληση των δανείων (ο χρόνος καθορίζεται στη δανειακή σύμβαση, αλλά σε παρόμοια έργα είναι της τάξης των 20-25 χρόνων) το ελληνικό δημόσιο θα αρχίσει να εισπράττει από τα κέρδη της μικτής εταιρείας.
Να σημειωθεί ότι αντίστοιχο μοντέλο υιοθετήθηκε στην περίπτωση του βουλγαρικού σκέλους του South Stream, όταν ο ρωσικός αγωγός επρόκειτο να περάσει από το βουλγαρικό έδαφος. Αποτέλεσμα ήταν ότι λόγω της υπερκοστολόγησης από τη ρωσική κατασκευαστική εταιρεία, ώστε να παραταθεί η αποπληρωμή, να ξεσπάσει οικονομικοπολιτικό σκάνδαλο.
Αντίθετα με τους «ρωσικό μοντέλο», στην περίπτωση του αγωγού ΤΑΡ, οι εταιρείες μέτοχοι είναι αυτές που προσφέρουν τις απαραίτητες εγγυήσεις για τη χρηματοδότηση κατασκευής του αγωγού και με βάση τα έσοδα που αναλογούν στην κάθε εταιρεία, εξυπηρετούν τα κεφάλαια που δέσμευσαν.
Η συμφωνία του 2008
Τέλος να σημειωθεί ότι το Μνημόνιο σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στη συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας που υπεγράφη το 2008 για τη διέλευση από την Ελλάδα του νότιου σκέλους του αγωγού South Stream. Όλα τα θέματα που αφορούν τις απαλλοτριώσεις εκτάσεων, διευκολύνσεις, φορολόγηση, επιβολή ΦΠΑ, αλλά και του χαρακτηρισμού του ως έργου κοινοτικού ενδιαφέροντος, ορίζονται στη συμφωνία αυτή, με την προσθήκη στο μνημόνιο ότι εφόσον απαιτηθεί, θα την τροποποιήσουν κατάλληλα.
Με την ευκαιρία υπενθυμίζεται ότι η μικτή ελληνορωσική εταιρεία που είχε ιδρυθεί με την ονομασία «South Stream Ελλάς» και με μετόχους 50-50 το ΔΕΣΦΑ και τη Gazprom συνεχίζει να υφίσταται χωρίς όμως καμιά δραστηριοποίηση, καθώς από το 2011 ήδη οι Ρώσοι είχαν αποκλείσει την κατασκευή του νότιου κλάδου Βουλγαρία, Ελλάδα, Ιταλία, ως οικονομικά ασύμφορου.
Με τα δεδομένα αυτά, η ελληνορωσική συμφωνία μετράει περισσότερο ως κίνηση εδραίωσης σχέσεων με τη Ρωσία, στο μοντέλο που επιδιώκει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ειδικότερα ο υπουργός ΠΑΠΕΝ Παναγιώτης Λαφαζάνης, παρά ως ρεαλιστικό σχέδιο με προοπτικές που θα δημιουργήσουν γρήγορα πραγματικά οφέλη για την ελληνική οικονομία.