Πού τα βρίσκουν, πού τα σπάνε στο Brussels Group

Σε μέγκενη η κυβέρνηση από την πίεση στο εσωτερικό και τις απαιτήσεις από το εξωτερικό. Το κοκτέιλ για ΦΠΑ-φόρους, για το δημοσιονομικό κενό και οι κινήσεις τακτικής σε εργασιακά και ασφαλιστικό. Η μέση λύση για τα κόκκινα δάνεια και τα πρώτα βήματα στις ιδιωτικοποιήσεις.

Πού τα βρίσκουν, πού τα σπάνε στο Brussels Group

Στην τελική ευθεία της διαπραγμάτευσης βρίσκεται η κυβέρνηση καλούμενη να ισορροπήσει μεταξύ των πιέσεων των δανειστών να κινηθεί στο πλαίσιο της 5ης αξιολόγησης και των αντιδράσεων στο εσωτερικό από βουλευτές και κόμμα.

Από τις έως τώρα διαρροές προκύπτει ότι η Αθήνα και οι θεσμοί έχουν καταφέρει να βρουν σημεία προσέγγισης σε ΦΠΑ, φορολογική διοίκηση και πτωχευτικό δίκαιο, αλλά ακόμα έχουν πολύ δρόμο σε ό,τι αφορά εργασιακά, συντάξεις και δημοσιονομικά. Έτσι, ο στόχος της κυβέρνησης για συμφωνία εντός του Μαΐου φαντάζει δύσκολος και απαιτεί κινήσεις στρατηγικής και πολύ... πολιτική διαπραγμάτευση.

Φόροι - δημοσιονομικά

Αν εξαιρέσει κανείς τα ψιλολόγια και τα σχετικά ανώδυνα πολιτικά μέτρα, δύσκολα μπορούν να βρεθούν πεδία στα οποία υπάρχει απόλυτη συμφωνία ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και τους θεσμούς.

Ξεκινώντας από τη βάση της συζήτησης, το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος για φέτος και συνακόλουθα το μέγεθος του δημοσιονομικού κενού, οι διαφορετικές προσεγγίσεις είναι δεδομένες.

Στο ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος, οι εμπλεκόμενες στη διαπραγμάτευση πλευρές συμφωνούν με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες ότι ο στόχος για 3% του ΑΕΠ φέτος είναι εκτός ατζέντας. Δεν έχει συμφωνηθεί ακόμα όμως ποιος είναι ο νέος στόχος. Η ελληνική πλευρά θα ήθελε όσο πιο κοντά στο 1% του ΑΕΠ, οι δανειστές πιέζουν στην περιοχή του 2% και πάνω.

Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρει κοινό σημείο, η εξεύρεση του οποίου όμως είναι θεμελιώδους σημασίας για να πάει η συζήτηση παρακάτω στο δημοσιονομικό. Το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος το οποίο θα συμφωνηθεί προσδιορίζει και το μέγεθος των μέτρων τα οποία πρέπει να ληφθούν για να έρθει στα... ίσα του ο προϋπολογισμός.

Πληροφορίες αναφέρουν ότι στις τελευταίες συζητήσεις στις Βρυξέλλες, η πλευρά του ΔΝΤ διατύπωσε την εκτίμηση ότι υπό την παραδοχή διατήρησης του ΕΝΦΙΑ στο ύψος του και φέτος και μη χορήγησης της 13ης σύνταξης τον ερχόμενο Δεκέμβρη, ο προϋπολογισμός θα εμφανίσει πρωτογενές έλλειμμα 1,5 δισ. ευρώ. Ακόμα και αν ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα τεθεί στο ιδανικό -για την ελληνική πλευρά- 1% του ΑΕΠ, αμέσως δημιουργείται η ανάγκη για λήψη μέτρων της τάξεως των 3 δισ. ευρώ φέτος.

Το πώς θα προκύψουν τα έξτρα έσοδα που απαιτούνται, επίσης είναι στον αέρα. Οι δανειστές πιέζουν για ενιαίο συντελεστή ΦΠΑ και κατάργηση των εκπτώσεων στα νησιά, αλλά όπως προκύπτει από τις χθεσινές δηλώσεις του Γ. Βαρουφάκη οι αλλαγές στον ΦΠΑ πάνε για Σεπτέμβρη. Πάει δηλαδή η τουριστική σεζόν από την οποία θα μπορούσαν να προκύψουν επιπλέον έσοδα.

Πηγές πάντως αναφέρουν ότι οι δύο πλευρές έχουν συμφωνήσει στο σενάριο του ενιαίου ΦΠΑ, αλλά τίποτα παραπάνω. Ούτε για συντελεστές, ούτε για την τύχη των εξαιρέσεων.

Στα υπόλοιπα φορομέτρα παράλληλα φαίνεται να υπάρχουν δεύτερες σκέψεις στην κυβέρνηση τόσο για την αύξηση (μετά τη μείωση από την προηγούμενη κυβέρνηση) της έκτακτης εισφοράς κατά 30% για εισοδήματα άνω των 30.000 ή των 50.000 ευρώ όσο άλλωστε και για την αύξηση του φόρου πολυτελείας. Ενστάσεις, συναντά εντός και εκτός και η πρόταση για επιβολή φόρου στους 500 πιο πλούσιους Έλληνες ή εναλλακτικά στις 500 μεγαλύτερες επιχειρήσεις...

Εργασιακά - ασφαλιστικό

Η Ελλάδα επιδιώκει να διατηρήσει το ασφαλιστικό εντός των κόκκινων γραμμών που έχει θέσει και να μην προχωρήσει σε μείωση συντάξεων, κύριων αλλά και επικουρικών. Οι δανειστές από την άλλη πλευρά, έχουν διχαστεί μεταξύ των πιέσεων του ΔΝΤ για μείωση των «γενναιόδωρων συντάξεων» αλλά και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για καθολικό διάλογο που θα αφορά την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του συνταξιοδοτικού συστήματος.

Μεταξύ αυτών των δύο γραμμών, της άμεσης δημοσιονομικής και της μακροπρόθεσμης επιχειρείται από την Ελλάδα να φτιάξει τη γέφυρα που θα την οδηγήσει στην πολυπόθητη συμφωνία.

Κοινός τόπος υπάρχει στο θέμα των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και πιθανότατα η τελευταία γραμμή άμυνας της κυβέρνησης να είναι το 2019, έτος κατά το οποίο είχε συμφωνήσει και η προηγούμενη κυβέρνηση ότι θα προχωρήσουν οι αυξήσεις στα ενδιάμεσα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης.

Αλλά και στο θέμα των ενοποιήσεων μπορεί να υπάρξουν κοινές θέσεις.

Το κλειδί όμως της διαβούλευσης είναι η εφαρμογή ή όχι δύο βασικών και καίριων για το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος παρεμβάσεων: του νόμου Λοβέρδου - Κουτρουμάνη, με τις σταδιακές αλλαγές στον τρόπο υπολογισμού των κύριων συντάξεων, και της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στα επικουρικά ταμεία.

Η κυβέρνηση αρνείται να εφαρμόσει τις διατάξεις που οδηγούν σε μειώσεις συντάξεων. Οι θεσμοί, κυρίως το ΔΝΤ, πιέζουν για τη μείωση, με τους εκπροσώπους τους να θεωρούν ότι στη χώρα υπάρχουν ακόμη «εξαιρετικά γενναιόδωρες» συντάξεις οι οποίες πρέπει να μειωθούν.

Η Ευρωπαίοι εταίροι, κυρίως δε η ΕΚΤ, τάσσονται υπέρ μιας συζήτησης εφ' όλης της ύλης που να αφορά τις προοπτικές και κυρίως τη βιωσιμότητα του ελληνικού συνταξιοδοτικού συστήματος, γεγονός που ίσως διευκολύνει την κυβέρνηση, που δηλώνει πρόθυμη να ξεκινήσει ευρύτατο διάλογο για το ασφαλιστικό, από τον Σεπτέμβριο. Μέχρι τότε, θα έχει παρουσιάσει και την εμπεριστατωμένη πρόταση που προετοιμάζει ο σύμβουλος του αντιπροέδρου της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκη, Σάββας Ρομπόλης, για το Ταμείο Πλούτου και Κοινωνικής Ασφάλισης, του νέου κουμπαρά για τα ταμεία, που θα έχει έσοδα από τουλάχιστον 18 πηγές και θα καλύπτει τα μελλοντικά ελλείμματα του ασφαλιστικού, καθώς η κυβέρνηση θεωρεί ότι το πρόβλημα των ταμείων δεν είναι πρόβλημα παροχών, αλλά δραματικά περιορισμένων εσόδων.

Όσο για την κάλυψη των ελλειμμάτων του έτους, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ξεκάθαρη πως το ασφαλιστικό πρέπει να είναι δημοσιονομικά βιώσιμο, η κυβέρνηση ελπίζει ότι μπορεί να βγάλει το 2015 από τα αυξημένα έσοδα λόγω της μεγάλης συμμετοχής στη νέα ρύθμιση χρεών, από τα έσοδα από την πάταξη της εισφοροδιαφυγής, τη μείωση της μαύρης εργασίας και από την αύξηση της απασχόλησης, μέσω της αύξησης των κατώτατων μισθών.

Κι εδώ ερχόμαστε στο επόμενο μεγάλο αγκάθι των διαπραγματεύσεων, τα εργασιακά. Όσο ο χρόνος περνά, τόσο διαφαίνεται πως για να υπάρξει αμοιβαία επωφελής συμφωνία θα πρέπει να γίνουν αμοιβαίοι επώδυνοι συμβιβασμοί. Αυτό για την ελληνική πλευρά θα μπορούσε να σημαίνει ότι το σχέδιο νόμου του Π. Σκουρλέτη θα παραπεμφθεί στις ευρωπαϊκές καλένδες.

Σε μια καλύτερη εκδοχή, θα μπορούσε να σημαίνει ότι θα κατατεθεί στη βουλή ένα νομοσχέδιο, όμως αυτό δεν θα είναι το ίδιο με αυτό που κατέθεσε στους κοινωνικούς εταίρους και στο ILO ο υπουργός Εργασίας. Καθώς μάλιστα, οι μεγαλύτερες αντιδράσεις καταγράφονται στο θέμα της επαναφοράς του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ (θέμα για το οποίο αντιδρούν και οι εργοδοτικοί φορείς που κατά καιρούς είχαν ανοικτούς διαύλους με τους εκπροσώπους των δανειστών), οι απόψεις συγκλίνουν στο ότι ο συμβιβασμός θα μπορούσε να γίνει με την απόσυρση του συγκεκριμένου άρθρου, εφόσον οι θεσμοί αποσύρουν τις πιέσεις τους για το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων.

Τα κόκκινα δάνεια

Πολύ νερό στο κρασί της έχει αναγκαστεί να βάλει η κυβέρνηση σε ό,τι αφορά τη ρύθμιση για τα κόκκινα δάνεια, σε μια προσπάθεια να βρεθεί σημείο σύγκλισης με τους δανειστές. Μπορεί χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβριήλ Σακελλαρίδης να δήλωσε ότι στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης είναι η δημιουργία bad bank για τα κόκκινα δάνεια, ωστόσο για τη συγκεκριμένη λύση -όπως υποστηρίζουν στελέχη του υπουργείου Οικονομίας- η συζήτηση σε αυτήν τη φάση είναι επί της αρχής και η όποια απόφαση θα ληφθεί έως το τέλος του έτους προκειμένου να τρέξει από τις αρχές του επόμενου.

Επί του παρόντος η κόκκινη γραμμήαπό την πλευρά της κυβέρνησης φαίνεται να περιορίζεται στο σκέλος του παγώματος των πλειστηριασμών έστω και αν η ρύθμιση, αν και εφόσον περάσει, δεν θα έχει καμία σχέση με αυτήν που είχε σταλεί στην ΕΚΤ. Και αυτό γιατί η ΕΚΤ, ήδη από το Μεγάλο Σάββατο, ένα μήνα πριν, κατέστησε περισσότερο από σαφές ότι η ρύθμιση που της είχε στείλει το αρμόδιο υπουργείο, σύμφωνα με την οποία επί της ουσίας προστατευόταν η συντριπτική πλειοψηφία των δανειοληπτών, δεν ήταν δυνατόν να περάσει.

Οι επισημάνσεις της ΕΚΤ περί «υπερβολικά γενναιόδωρων κριτηρίων» αλλά και τα περί κινδύνου συνολικής επιβάρυνσης της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα στην Ελλάδα ουσιαστικά έβαλαν φρένο στις προθέσεις του αρμόδιου υπουργείου.

Επί τους παρόντος η κυβέρνηση επιλέγει να κινηθεί εκ του ασφαλούς, αξιοποιώντας υπάρχουσες παρεμβάσεις με κάποιες βελτιώσεις, ώστε η διαχείριση των κόκκινων δανείων να μην αποτελέσει αγκάθι στις διαβουλεύσεις. Στο πλαίσιο αυτό προτείνει παρεμβάσεις στους νόμους Κατσέλη (υπερχρεωμένα νοικοκυριά) και Δένδια (διαχείριση κόκκινων επιχειρηματικών δανείων), αναβίωση των κριτηρίων του νόμου Χατζηδάκη για το πάγωμα των πλειστηριασμών και αξιοποίηση του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών.

Οι ιδιωτικοποιήσεις

Η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει στο γενικό πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων με τους δανειστές, υπό την αίρεση πως θα υπάρξουν αλλαγές στους όρους διαγωνισμών για αύξηση των εσόδων του δημοσίου και διατήρηση ποσοστού σε σημαντικά περιουσιακά στοιχεία.

Όμως, φαίνεται πως δεν έχει κλείσει ακόμα το θέμα που αφορά το πού θα πηγαίνουν τα έσοδα από την αξιοποίηση κρατικών περιουσιακών στοιχείων. Αρχικώς η κυβέρνηση είχε ανακοινώσει πως θα κατευθύνονται στο σύνολό τους στη στήριξη του ασφαλιστικού συστήματος και σε κοινωνικές παροχές.

Στη συνέχεια κυκλοφόρησε πως οι δύο πλευρές βρίσκονται κοντά σε συμφωνία με βάση την οποία το 50% θα πηγαίνει για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους και το υπόλοιπο 50% στο ασφαλιστικό. Οι θεσμοί φαίνεται πως τηρούν πιο σκληρή στάση καθώς ο ιδρυτικός νόμος του ΤΑΙΠΕΔ προβλέπει πως το 100% των εσόδων θα οδεύει στην αποπληρωμή του χρέους. Σ' αυτό το σημείο φαίνεται πως θα κριθεί και η οριστικοποιίηση της συμφωνίας για τις ιδιωτικοποιήσεις.

E2day

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v