Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Βαρουφάκης: Ένα New Deal για την Ελλάδα

Μπορεί να βρεθεί κοινό έδαφος, τονίζει ο υπουργός Οικονομικών σε άρθρο του λίγο πριν από το Eurogroup. Επισημαίνει τα σημεία σύγκλισης στα οποία δέχεται να προχωρήσει η Αθήνα, αλλά και τις διαφορές που παραμένουν. Οι δεσμεύσεις μας είναι στρατηγικές και όχι κινήσεις τακτικής.

Βαρουφάκης: Ένα New Deal για την Ελλάδα

«Οι τρέχουσες διαφωνίες με τους πιστωτές μας δεν είναι αγεφύρωτες» σημειώνει ο Γιάνης Βαρουφάκης σε άρθρο του που δημοσιεύεται στο Project Syndicate λίγο πριν ξεκινήσουν οι εργασίες της συνόδου του Eurogroup. Στο άρθρο με τίτλο «Δυο βήματα από τη συμφωνία», ο υπουργός Οικονομικών σημειώνει: «Εμείς και οι εταίροι μας ήδη συμφωνούμε σε πολλά… Για να επιτευχθεί όμως συμφωνία σε ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο για την Ελλάδα πρέπει να ξεπεραστούν δύο εμπόδια: Πρώτον πρέπει να συμφωνήσουμε στο ποια είναι η σωστή προσέγγιση για τη δημοσιονομική προσαρμογή της Ελλάδας. Δεύτερον, χρειάζεται να συμφωνήσουμε σε μία εκτενή ατζέντα μεταρρυθμίσεων που θα στηρίξει την προσπάθεια προσαρμογής και θα εμπνεύσει εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία».

Ως προς το πρώτο ζήτημα της δημοσιονομικής προσαρμογής, ο κ. Βαρουφάκης ζητά «να εγκαταλειφθεί η μέθοδος της αναδρομικής επαγωγής» που αποτελεί «παγίδα λιτότητας».

«Αντίθετα, θα πρέπει να χαράξουμε ένα σχέδιο που θα βλέπει το μέλλον με βάση λογικές παραδοχές για τα πρωτογενή πλεονάσματα συμβατές με τους ρυθμούς ανάπτυξης, τις καθαρές επενδύσεις και την ανάπτυξη των εξαγωγών, που θα μπορεί να σταθεροποιήσει την ελληνική οικονομία και το λόγο χρέους της Ελλάδας. Αν αυτό σημαίνει ότι το χρέος θα ξεπεράσει το 120% του ΑΕΠ το 2020, τότε μπορούμε να επινοήσουμε έξυπνους τρόπους για να εξορθολογήσουμε, να αλλάξουμε ή να αναδιαρθρώσουμε το χρέος – έχοντας κατά νου τη μεγιστοποίηση της ενεργούς παρούσας αξίας που θα επιστραφεί στους πιστωτές της Ελλάδας.

Στο δεύτερο ζήτημα, των μεταρρυθμίσεων, ο κ. Βαρουφάκης επαναλαμβάνει ότι «το υφιστάμενο πρόγραμμα έχει αποτύχει» και τονίζει: «Η περαιτέρω μείωση των τιμών δεν θα βοηθήσει τις εξαγωγικές επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πιστωτική κρίση... Η περαιτέρω μείωση των συντάξεων δεν απευθύνεται στις πραγματικές αιτίες των προβλημάτων του ασφαλιστικού συστήματος (χαμηλή απασχόληση και τεράστια αδήλωτη εργασία)».

«Οι τρέχουσες διαφωνίες με τους εταίρους μας δεν είναι αγεφύρωτες. Η κυβέρνησή μας είναι πρόθυμη να εξορθολογίσει το ασφαλιστικό σύστημα (περιορίζοντας για παράδειγμα την πρόωρη συνταξιοδότηση), να προχωρήσει σε μερική ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περιουσίας, να αντιμετωπίσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που έχουν αποφράξει τα πιστωτικά κυκλώματα της οικονομίας, να δημιουργήσει ένα πλήρως ανεξάρτητο φορέα δημοσίων εσόδων και να ενισχύσει την επιχειρηματικότητα. Οι διαφορές παραμένουν ως προς το πώς κατανοούμε τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων μεταρρυθμίσεων και του μακροοικονομικού περιβάλλοντος» σημειώνει ο υπουργός Οικονομικών.

Ο κ. Βαρουφάκης καταλήγει στο άρθρο του: «Τίποτα από όλα αυτά δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να βρεθεί κοινό έδαφος. Η ελληνική κυβέρνηση θέλει ένα δρόμο δημοσιονομικής προσαρμογής που να έχει νόημα και θέλει μεταρρυθμίσεις που όλες οι πλευρές θεωρούν σημαντικές. Στόχος μας είναι να πείσουμε τους εταίρους μας πως οι δεσμεύσεις μας είναι στρατηγικές, και πως δεν πρόκειται για κινήσεις τακτικής και ότι η λογική μας είναι υγιής. Δικό τους καθήκον είναι να εγκαταλείψουν μια στρατηγική που έχει αποτύχει». 

Το πλήρες άρθρο του υπουργού 

Τρεις μήνες διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στους θεσμούς έχουν οδηγήσει σε σημαντική σύγκλιση προκειμένου να υπερβούμε την πολυετή οικονομική κρίση. Δεν παρήγαγαν όμως, έως σήμερα, την συμφωνία που όλοι θέλουμε. Γιατί; Ποια βήματα χρειάζονται για να επέλθει μια βιώσιμη και αμοιβαίως αποδεκτή μεταρρυθμιστική ατζέντα;

Με τους εταίρους μας έχουμε ήδη συμφωνήσει σε πολλά: Το φορολογικό μας σύστημα χρειάζεται βαθειά μεταρρύθμιση και οι εισπρακτικές αρχές πρέπει να απελευθερωθούν από πολιτικές και εταιρικές δεσμεύσεις. Το ασφαλιστικό σύστημα αιμορραγεί. Το τραπεζικό σύστημα δεν καταφέρνει να παρέχει ικανοποιητική πίστη ακόμα και σε κερδοφόρες, εξαγωγικές επιχειρήσεις. Η αγορά εργασίας έχει πληγεί από την κρίση και πορεύεται βαθιά κατακερματισμένη την στιγμή που η παραγωγικότητα της εργασίας χωλαίνει. Η δημόσια διοίκηση απαιτεί εκσυγχρονισμό επειγόντως, ενώ η δημόσια περιούσια (όταν δεν ξεπουλιέται, όπως τα προηγούμενα χρόνια) παραμένει αδρανής. Αξεπέραστα εμπόδια παρεμβάλλονται στους νέους που πασχίζουν να δημιουργήσουν τον πιο σύγχρονο αναπτυξιακό πυλώνα – τα start-ups. Ο ανταγωνισμός στις αγορές προϊόντων είναι αναιμικός. Και, τέλος, η ανισότητα έχει φτάσει σε απαράδεκτα επίπεδα εμποδίζοντας την κοινωνία να στοιχηθεί πίσω από τις πιο ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις.

Σε αυτή την «διάγνωση» συμφωνούμε με τους θεσμούς. Όμως για να προχωρήσουμε σε μια συμφωνία πάνω στο νέο μοντέλο ανάπτυξης της Ελλάδας απαιτείται το ξεπέρασμα δύο εμποδίων: Πρώτον, πρέπει να συμφωνήσουμε στον τρόπο εκπόνησης του προγράμματος δημοσιονομικής σταθεροποίησης για τα επόμενα χρόνια. Δεύτερον, χρειαζόμαστε μια ολιστική, κοινά συμφωνημένη ατζέντα μεταρρυθμίσεων που θα υποστηρίζει αυτή την πορεία σταθεροποίησης και που θα χαίρει της υποστήριξης της ελληνικής κοινωνίας.

Ξεκινώντας με τη δημοσιονομική σταθεροποίηση, το θέμα που μας απασχολεί αφορά στη μέθοδο. Από το 2010, οι θεσμοί χρησιμοποιούν την μέθοδο της «προς-τα-πίσω επαγωγής»: Ορίζουν μια μελλοντική ημερομηνία (έστω το έτος 2020) και ένα στόχο για το λόγο ονομαστικού χρέους προς εθνικό εισόδημα (έστω 120%) τον οποίο κρίνουν επαρκή για να επιτευχθεί η πλήρης επιστροφή της χώρας στις αγορές (δηλαδή να μπορεί το κράτος να δανείζεται από ιδιώτες με λογικά επιτόκια). Κατόπιν, κάτω από αυθαίρετες υποθέσεις όσον αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης, τον πληθωρισμό, τα έσοδα ιδιωτικοποιήσεων κ.ο.κ., υπολογίζουν τι πρωτογενή πλεονάσματα είναι αναγκαία κάθε χρόνο, πηγαίνοντας «προς τα πίσω», από το 2020 μέχρι το 2015.

Το αποτέλεσμα αυτής της «προς-τα- πίσω» μεθόδου είναι η «παγίδα λιτότητας»: προσδιορίζοντας τα πρωτογενή πλεονάσματα που χρειάζονται σήμερα και τα επόμενα χρόνια (π.χ. 4% με 4,5%) για να επιτευχθεί ο επιλεγμένος στόχος του χρέους το 2020 (120% του ΑΕΠ) καταρρέει ο ρυθμός ανάπτυξης πολύ κάτω του επιπέδου που απαιτείται (περί το 3%) για να πιαστεί ο... πολυπόθητος στόχος του χρέους! Έτσι η οικονομία θυμίζει τον εγκλωβισμένο στην κινούμενη άμμο, ο οποίος όσο πιο πολύ προσπαθεί ξεφύγει τόσο πιο γρήγορα βουλιάζει σε αυτήν. Άλλωστε αυτός δεν είναι ο λόγος που τα προηγούμενα σχέδια δημοσιονομικής προσαρμογής των θεσμών απέκλιναν από τους στόχους τους τόσο θεαματικά;

Η θέση της κυβέρνησής μας είναι ότι αυτή η «προς-τα- πίσω» μέθοδος προσδιορισμού των πρωτογενών πλεονασμάτων της σκληρής λιτότητας πρέπει να εγκαταλειφθεί. Αντ' αυτής προτείνουμε μέθοδο υπολογισμού που «κοιτάει μπροστά», υιοθετώντας πρωτογενή πλεονάσματα που συμβαδίζουν με σοβαρούς ρυθμούς αύξησης της παραγωγής οι οποίοι μαγνητίζουν (σ' έναν ενάρετο κύκλο) επενδύσεις και, έτσι, δύνανται να σταθεροποιήσουν πραγματικά τόσο την οικονομία όσο και το δημόσιο χρέος. Εάν αυτό σημαίνει ότι το 2020 ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα είναι μεγαλύτερος από 120%, ας είναι. Τότε θα πρέπει να επινοήσουμε έξυπνους τρόπους εξορθολογισμού ή αναδιάρθρωσης του χρέους – έχοντας ως στόχο τη μεγιστοποίηση της πραγματικής παρούσας αξίας που θα αποδοθεί στους πιστωτές της χώρας.

Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.grFOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο Linkedin

Εκτός από το να πείσουμε τους εταίρους μας ότι η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους μας πρέπει να αποφύγει την παγίδα λιτότητας, πρέπει να υπερπηδήσουμε και το δεύτερο εμπόδιο: τη «μεταρρυθμιστική παγίδα». Το μνημονιακό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, για το οποίο οι θεσμοί προειδοποιούν εναντίον οποιουδήποτε «πισωγυρίσματος», βασίστηκε στην «λογική» της εσωτερικής υποτίμησης, των μειώσεων μισθών και συντάξεων, της κατάργησης της εργασιακής προστασίας, και του ξεπουλήματος δημόσιας περιουσίας.

Οι εταίροι μας πιστεύουν ότι αυτή η ατζέντα θα πετύχαινε εάν της δινόταν αρκετός χρόνος: ότι αν οι μισθοί πέσουν κι άλλο, η απασχόληση θα αυξηθεί - ότι ο βέλτιστος τρόπος για να θεραπεύσουμε το ασφαλιστικό που νοσεί είναι να κόψουμε τις συντάξεις – ότι οι ιδιωτικοποιήσεις πρέπει να στοχεύουν στις υψηλότερες τιμές πώλησης για να ξεπληρώσουμε ένα χρέος το οποίο σχεδόν όλοι (τουλάχιστον σε ιδιωτικές συζητήσεις) συμφωνούν ότι δεν είναι βιώσιμο.

Αντιθέτως, η κυβέρνησή μας πιστεύει ότι αυτό το πρόγραμμα απέτυχε, καθιστώντας τους Έλληνες καχύποπτους κάθε φορά που ακούν την λέξη «μεταρρύθμιση» - η «μεταρρυθμιστική παγίδα» στην οποία αναφέρθηκα. Η καλύτερη επιβεβαίωση αυτής της αποτυχίας είναι το γεγονός ότι, παρά τη μεγάλη πτώση μισθών και κόστους, οι εξαγωγές έμειναν στάσιμες (ενώ η εξαφάνιση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών οφείλεται αποκλειστικά στην κατάρρευση των εισαγωγών).

Κι άλλες περικοπές μισθών δεν θα βοηθήσουν εξαγωγικά προσανατολισμένες επιχειρήσεις που είναι εγκλωβισμένες στο σημερινό χρηματοπιστωτικό αδιέξοδο. Περαιτέρω περικοπές στις συντάξεις δεν θα θεραπεύσουν τα πραγματικά αίτια των προβλημάτων του ασφαλιστικού συστήματος (χαμηλή απασχόληση και τεράστια αδήλωτη εργασία). Τέτοια μέτρα απλώς θα προκαλέσουν επιπλέον ζημιά στον ήδη καταπονημένο κοινωνικό ιστό της Ελλάδας, καθιστώντας αδύνατη την παροχή της κοινωνικής, ηθικής και πολιτικής στήριξης που απεγνωσμένα χρειάζεται η μεταρρυθμιστική ατζέντα της χώρας.

Τα καλά νέα είναι ότι οι διαφωνίες με τους εταίρους μας φαίνονται, από τεχνικής πλευράς, να γεφυρώνονται εύκολα. Η κυβέρνησή μας είναι πρόθυμη να εκλογικεύσει το ασφαλιστικό μας σύστημα (για παράδειγμα περιορίζοντας τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις), να προχωρήσει στην αξιοποίηση δημόσιων περιουσιακών στοιχείων, να δώσει λύση στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που καθηλώνουν την τραπεζική πίστη, να δημιουργήσει μια νέα φορολογική αρχή υπό τον έλεγχο του Κοινοβουλίου (και ανεξάρτητη από πολιτικές και εταιρικές παρεμβάσεις), να εκπολιτίσει την άγρια αγορά εργασίας, και να προωθήσει την επιχειρηματικότητα των νέων. Οι διαφορές που παραμένουν αφορούν το πώς αντιλαμβανόμαστε τις σχέσεις μεταξύ των διαφόρων μεταρρυθμίσεων και το μακροοικονομικό περιβάλλον.

Κοινός τόπος με τους θεσμούς μπορεί να βρεθεί σύντομα, και πιστεύουμε ότι θα βρεθεί. Η ελληνική κυβέρνηση πασχίζει για ένα λογικό πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθεροποίησης και για την άμεση συμφωνία πάνω σε μεταρρυθμίσεις που και οι δύο πλευρές θεωρούν σημαντικές. Υποχρέωσή μας είναι να πείσουμε τους εταίρους μας ότι εννοούμε αυτά που λέμε, χωρίς τακτικισμούς και με μεταρρυθμιστικές προτάσεις επί στέρεας λογικής βάσης. Δική τους υποχρέωση είναι να εγκαταλείψουν μια προσέγγιση που έχει αποτύχει.

 

 

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

v