Η ασφαλιστική σχέση, η ασφάλιση δηλαδή του εργαζόμενου σε ένα ασφαλιστικό ταμείο, δεν διακόπτεται, σε περιπτώσεις όπου ο ασφαλισμένος δικαιολογημένα και ανυπαίτια δεν παρέχει τις υπηρεσίες του. Αυτό μπορεί να συμβεί για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή του, όπως για παράδειγμα η ασθένεια ή η στράτευση, ενώ υπάρχουν και οι δυνατότητες που δίνει ο νόμος, όπως για παράδειγμα άδειες, ή περιπτώσεις επίσχεσης εργασίας.
Όπως επισημαίνει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, η κείμενη νομοθεσία προβλέπει ότι, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, είναι υποχρεωτική η συνέχιση της ασφάλισης στο ΙΚΑ, σε περιπτώσεις αποχής από την εργασία.
Η σχετική διάταξη του νόμου έχει ως εξής: «Τα πρόσωπα που υπάγονται στην ασφάλιση του ΙΚΑ συνεχίζουν υποχρεωτικά την ασφάλισή τους κατά τη διάρκεια του χρόνου που δικαιωματικά ή από λόγους ανεξάρτητους της θέλησής τους (όπως λ.χ. συνεπεία άδειας, στράτευσης κ.λπ.) δεν παρέχουν εργασία, πλην όμως δικαιούνται να λάβουν εξ ολοκλήρου ή μερικώς τις αποδοχές από τον εργοδότη τους».
Στη διάταξη αναφέρονται μεν ρητά μόνο οι περιπτώσεις της άδειας και στράτευσης, όμως έχει γίνει δεκτό ότι περιλαμβάνονται επιπλέον η ασθένεια, η υπερημερία του εργοδότη, η διαθεσιμότητα του μισθωτού, η επίσχεση εργασίας κ.λπ. Επομένως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι γενικά δεν διακόπτεται η ασφαλιστική σχέση στις περιπτώσεις όπου o ασφαλισμένος δικαιολογημένα και ανυπαίτια δεν παρέχει τις υπηρεσίες του, είτε για λόγους ανεξάρτητους της θέλησής του, είτε ασκώντας νόμιμο δικαίωμά του.
Αναλυτικά μπορούν να διακριθούν οι ακόλουθες περιπτώσεις:
ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ
Κατ' αρχάς, οι ημέρες αποχής από την εργασία λόγω ασθένειας, για τις οποίες οι εργαζόμενοι γενικά (δηλαδή άσχετα αν πρόκειται για υπαλλήλους ή εργατοτεχνίτες) δικαιούνται να λάβουν εξ ολοκλήρου ή μερικώς τις αποδοχές από τον εργοδότη (συνήθως λαμβάνουν πέρα από το επίδομα ασθένειας και ποσό αποδοχών μέχρι να συμπληρωθεί ο ημερήσιος μισθός τους), για χρονικό διάστημα μισού μήνα για όσους έχουν υπηρεσία μέχρι ένα έτος και για ολόκληρο μήνα για όσους έχουν υπηρεσία πάνω από έτος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 657‐658 του Αστικού Κώδικα, θεωρούνται χρόνος εργασίας και επομένως υπάρχει υποχρέωση ασφάλισης στο Ίδρυμα (άρθρα 2 παρ. 1 και 8 παρ. 2 Α.Ν. 1846/1951).
ΟΦΕΙΛΟΜΕΝΕΣ ΕΙΣΦΟΡΕΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ
Σύμφωνα με την 141/1992 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έγινε αποδεκτή από το ΙΚΑ, επικράτησε η άποψη ότι οι εισφορές πρέπει να καταβάλλονται επί του συνόλου των οφειλόμενων από τον εργοδότη αποδοχών, δηλαδή χωρίς την αφαίρεση των επιδομάτων ασθένειας.
ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΑΔΕΙΑΣ
Α. Κατ' αρχάς, οι αποδοχές που καταβάλλονται στους μισθωτούς κατά τη διάρκεια της κανονικής τους άδειας υπόκεινται σε εισφορές υπέρ του ΙΚΑ κατά τον ίδιο τρόπο που υπόκεινται και οι λοιπές αποδοχές τους, καθώς κατά τον χρόνο της κανονικής άδειας δεν διακόπτεται η εργασιακή σχέση, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει.
Β. Κατά τη διάρκεια της άδειας άνευ αποδοχών επέρχεται αναστολή της εργασιακής σύμβασης, χωρίς βέβαια να καταβάλλονται οι αποδοχές στον μισθωτό που απέχει από την εργασία του, οπότε δεν υφίσταται και αντίστοιχη υποχρέωση για ασφάλιση και καταβολή εισφορών υπέρ του ΙΚΑ.
Γ. Όταν πρόκειται για εκπαιδευτική άδεια χωρίς αποδοχές, δίνεται από τον νόμο η δυνατότητα να αναγνωριστεί ο χρόνος αυτής ως συντάξιμος, ύστερα από αίτηση του ασφαλισμένου.
Δ. Στη γονική άδεια ανατροφής, ο εργαζόμενος γονέας κατά το χρονικό διάστημα της απουσίας από την εργασία του έχει πλήρη ασφαλιστική κάλυψη από τον ασφαλιστικό οργανισμό στον οποίο είναι ασφαλισμένος, υπό τον όρο όμως ότι θα καταβάλει ολόκληρη την ασφαλιστική εισφορά (εργατική και εργοδοτική) που αντιστοιχεί στη διάρκειά της.
ΧΡΟΝΟΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ ΑΠΟ ΕΡΓΑΣΙΑ
Όταν οι εργαζόμενοι απέχουν από την εργασία τους συνεπεία δικαιολογημένης αιτίας (όπως λ.χ. από τυχαία περιστατικά, ανώτερη βία κ.λπ.) και για όσο χρόνο δικαιούνται να λάβουν από τον εργοδότη τον μισθό ή τα ημερομίσθιά τους, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Αστικού Κώδικα (άρθρα 657‐658), υπάρχει υποχρέωση ασφάλισής τους στο ΙΚΑ και συνεπώς αντίστοιχης καταβολής των προβλεπόμενων ασφαλιστικών εισφορών.
ΧΡΟΝΟΣ ΔΙΑΘΕΣΙΜΟΤΗΤΑΣ
Οι αποδοχές του χρόνου της διαθεσιμότητας υπόκεινται σε ασφαλιστικές εισφορές, όπως ακριβώς και οι λοιπές αποδοχές των εργαζομένων, γιατί ο χρόνος της διαθεσιμότητας θεωρείται πραγματική υπηρεσία για την ασφάλιση στο ΙΚΑ . Βέβαια, στην περίπτωση αυτή, οι εισφορές υπολογίζονται μόνο στις μειωμένες αποδοχές που καταβάλλονται από τον εργοδότη.
ΕΞΑΙΡΕΣΙΜΕΣ ΕΟΡΤΕΣ - ΑΡΓΙΕΣ
Το ημερομίσθιο που καταβάλλεται κατά τις εξαιρέσιμες εορτές και αργίες υπόκειται σε ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΙΚΑ, η δε ημέρα για την οποία καταβλήθηκε θεωρείται ημέρα πραγματικής εργασίας για την ασφάλιση.
ΑΚΥΡΗ ΑΠΟΛΥΣΗ ‐ ΠΤΩΧΕΥΣΗ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ‐ ΕΠΙΣΧΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Α. Εάν η γενόμενη απόλυση κριθεί άκυρη με τελεσίδικη δικαστική απόφαση και ο μισθωτός δικαιωθεί να λάβει τις αποδοχές του, ο χρόνος που διανύθηκε λογίζεται ως χρόνος πραγματικής εργασίας. Επομένως υποχρεούνται ο εργοδότης και ο μισθωτός να καταβάλουν τις οφειλόμενες στο ΙΚΑ εισφορές για τις αποδοχές που επιδικάστηκαν από το δικαστήριο, για την περίοδο της υπερημερίας του εργοδότη, η οποία θεωρείται χρόνος ασφάλισης στο ΙΚΑ.
Β. Σε περίπτωση πτώχευσης του εργοδότη και διακοπής των εργασιών της επιχείρησής του, για να λυθούν οι συμβάσεις εργασίας που υπάρχουν με τους μισθωτούς πρέπει, ως γνωστόν, να τηρηθούν οι νόμιμες διατυπώσεις της απόλυσης, γιατί διαφορετικά θεωρείται ότι εξακολουθούν αυτές να ισχύουν. Επομένως οι μισθωτοί έχουν αξίωση για να πληρωθούν τις αποδοχές τους και παράλληλα συνεχίζεται η ασφάλισή τους στο ΙΚΑ. Γ. Στην επίσχεση εργασίας οι μισθωτοί δικαιούνται να λάβουν και τις αντίστοιχες αποδοχές του χρόνου όπου διαρκεί η επίσχεση εργασίας. Συνεπώς, υπάρχει υποχρέωση για ασφάλισή τους στο ΙΚΑ, γιατί ο χρόνος αυτός θεωρείται πραγματική απασχόληση.