Η ρύθμιση «έως 100 δόσεις» έχει ψηφιστεί από την Βουλή και είναι πλέον νόμος του κράτους, αναφέρει η Νάντια Βαλαβάνη σε συνέντευξη στην Αυγή.
Σύμφωνα με την ίδια οι αντιδράσεις που εκφράστηκαν από τους θεσμούς, αφορούσαν ουσιαστικά στην απόρριψη της ιδέας φορολογικών ρυθμίσεων, αντιτάσσοντας ως νομοθετική αξία τη δημιουργία φορολογικής συνείδησης – κάτι απολύτως θεμιτό επίσης στον παρόντα χρόνο και προφανώς κατεύθυνση πρώτης ανάγκης π.χ. το 2000, όταν τα ληξιπρόθεσμα χρέη των πολιτών προς το Δημόσιο ήταν 4,9% του ΑΕΠ.
Όταν όμως τέλος 2014, μετά από πέντε χρόνια μνημονιακής λαίλαπας, τα χρέη προς το Δημόσιο – χωρίς τις οφειλές προς Ασφαλιστικά Ταμεία και τα «κόκκινα δάνεια» – φτάνουν περίπου το 40% του ΑΕΠ, είναι φανερό ότι μέτρα καλλιέργειας φορολογικής συνείδησης πρέπει να συνδυαστούν με ένα δικαιότερο φορολογικό σύστημα, με ανάπτυξη και θέσεις δουλειάς.
Και με ρυθμίσεις ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων, όπως η παραπάνω, που έχει στόχο κατά προτεραιότητα την απελευθέρωση από τη «φυλακή» του χρέους όσο γίνεται περισσότερων από τα 3,5 εκατομμύρια φυσικά πρόσωπα και πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, «αιχμάλωτους» ενός χρέους μέχρι 3.000 ευρώ».
Όπως ανέφερε η αναπληρώτρια υπουργός οικονομικών δεν έχουμε ακόμη στα χέρια μας ασφαλή αποτελέσματα είσπραξης από τη ρύθμιση των 100 δόσεων.
Τα τελικά θα είναι διαθέσιμα Δευτέρα βράδυ. Περιορίζομαι να σας πω ότι τις πρώτες μέρες, για τις οποίες έχουμε εικόνα, σημειώθηκαν αποπληρωμές χρεών από τις δεκαετίες '80 και '90 – δηλ. από τα θεωρούμενα ως μη εισπράξιμα -, αλλά και «μερικές» πληρωμές οφειλών ύψους δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Πρόκειται ουσιαστικά για ένα είδος «εισαγωγής» στη ρύθμιση «έως 100 δόσεις», για την οποία επίσης δεν υπάρχουν ουσιαστικά προαπαιτούμενα για συμμετοχή. Ως προς τις Εφορίες - για όσους παραιτούνται από ένδικα μέσα ή έχουν πολύ παλιούς συμβεβαιωμένους πρόσθετους φόρους, που πρέπει να προσδιοριστούν -, η ρύθμιση βρίσκεται ήδη σε ισχύ.
Ενώ η ηλεκτρονική πλατφόρμα της, μέσω της οποίας προσδοκούμε ότι θα μπει η μεγάλη πλειοψηφία όσων συμμετάσχουν χωρίς οποιαδήποτε επαφή με ΔΟΥ, χρειάζεται τουλάχιστον 20 μέρες από την ψήφιση του νόμου για να κατασκευαστεί, άρα θ' ανοίξει γύρω στο Πάσχα».
Η ίδια πρόσθεσε πως το αφορολόγητο των 12.000, σχεδιάζεται να νομοθετηθεί το δεύτερο εξάμηνο του έτους για τα εισοδήματα του 2015.
Σε ό,τι αφορά τις πιθανότητες αύξησης του ΦΠΑ σε ορισμένα είδη τόνισε πως «με το σύνολο των φόρων στα καπνικά είδη να ανέρχεται ήδη στο 88% της τιμής που καταβάλλει ο τελικός καταναλωτής, οποιαδήποτε παραπέρα αύξηση θα ευνοήσει όχι τα έσοδα, αλλά το λαθρεμπόριο, που για ν' αντιμετωπιστεί χρειάζονται όχι μόνο διωκτικά αλλά και τιμολογιακά μέτρα.
Για τα οινοπνευματώδη, ίσως η ένταση των προληπτικών ελέγχων να είναι προτιμότερη από την καταστολή. Η καταστολή κάθε είδους παρανομίας, απολύτως απαραίτητη σήμερα, κοστίζει πολλαπλάσια από την πρόληψη.
Ο μειωμένος ΦΠΑ στα νησιά θεσμοθετήθηκε για εξαιρετικά ισχυρούς λόγους:
Για ν' αντιμετωπισθούν τα αυξημένα έξοδα κατοίκων και επιχειρήσεων λόγω μεταφορικού κόστους και άλλων δυσμενών, λόγω γεωγραφίας, οικονομικών παραγόντων. Οι λόγοι αυτοί έχουν ξεπεραστεί προ πολλού, βέβαια, για νησιά όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, που το τουριστικό προϊόν τους τιμολογείται πενταπλάσια π.χ. από την Κρήτη, και το κατά κεφαλή εισόδημα των κατοίκων τους είναι πολύ υψηλότερο. Και δεν καταλαβαίνω γιατί σκέψεις για ευθυγράμμιση αυτών των δύο νησιών με το καθεστώς ΦΠΑ της επικράτειας προκαλεί τις διαμαρτυρίες π.χ. του Δημάρχου Λέσβου. Από αλληλεγγύη;
Ωστόσο, μια τέτοια ευθυγράμμιση είναι μάλλον δύσκολο να πραγματοποιηθεί, καθώς τα νησιά του Αιγαίου έχουν μπει όλα μαζί στο ειδικό καθεστώς ΦΠΑ».
Σε ότι έχει να κάνει με την φοροδιαφυγή των πλουσίων, υπάρχει για πρώτη φορά πραγματική πολιτική βούληση να πραγματοποιηθούν και να ολοκληρωθούν φορολογικοί έλεγχοι σε μεγάλη έκταση, τόνισε η Ν. Βαλαβάνη.
«Σε αυτό θα βοηθήσει πολύ ο συνδυασμός για πρώτη φορά των κάθε λογής «λιστών», με πρώτη τη «Lagarde», που αλλάζει την «ανάλυση ρίσκου», καθώς και η ολοκλήρωση ενός ηλεκτρονικού «καταθεσιολόγιου» για την τελευταία δεκαπενταετία, που θα δώσει τη δυνατότητα άμεσου ελέγχου της πραγματικής φοροδοτικής ικανότητας.
Και θα διευκολύνει σχεδιασμούς της κυβέρνησης για δυνατότητες «εθελοντικής δήλωσης», χωρίς ποινικές συνέπειες, χρήματος από φοροδιαφυγή – και όχι βέβαια από «μίζες» ή άλλες εγκληματικές δραστηριότητες - που υπάρχει ή πέρασε από τραπεζικούς λογαριασμούς σε Ελλάδα κι εξωτερικό», τονίζει.